Ο οίκος Fitch επιβεβαίωσε την αξιολόγηση της Κύπρου στο ΒΒΒ
10:11 - 13 Απριλίου 2019
O οίκος αξιολόγησης Fitch επιβεβαίωσε την μακροχρόνια πιστοληπτική ικανότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΒΒΒ- διατηρώντας σταθερή προοπτική.
Στη χθεσινή του πράξη αξιολόγησης, που αποτελεί την πρώτη για το 2019, ο οίκος επικαλείται το κατάλοιπο της κρίσης, δηλαδή το υψηλό δημόσιο χρέος και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στον τραπεζικό τομέα, που αντισταθμίζουν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και τους κυβερνητικούς δείκτες, την ευρεία οικονομική ανάκαμψη και το σημαντικό δημοσιονομικό πλεόνασμα, που συνάδουν με τη βαθμίδα Α παρά τον μέσο όρο της βαθμίδας ‘ΒΒΒ’.
Όπως αναφέρει, η ισχυρή κυκλική οικονομική ανάκαμψη συνεχίστηκε το 2018, υπερβαίνοντας τις επιδόσεις της Ευρωζώνης, με το ΑΕΠ να επεκτείνεται με ρυθμό 3,9%, ωθούμενο κυρίως από την εγχώρια ζήτηση, περιλαμβανομένων και μεγάλων έργων που χρηματοδοτήθηκαν από ξένες επενδύσεις, τον τουρισμό και μια ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση. Παρόλα αυτά, ο μέσος όρος ανάπτυξης της πενταετίας του 2,7% βρίσκεται κάτω από το 3,6%, που είναι ο μέσος όρος της βαθμίδας ΒΒΒ, σημειώνει.
Ο οίκος προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί στο 3,5% το 2019 και στο 2,8% το 2020, καθώς η εναπομείνασα δυναμική έχει σταδιακά απορροφηθεί και το εξωτερικό περιβάλλον γίνεται λιγότερο υποστηρικτικό.
Για τα δημόσια οικονομικά, ο οίκος σημειώνει ότι ο συνδυασμός της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και της ισχυρής κυκλικής ανάκαμψης είχαν ως αποτέλεσμα την περαιτέρω βελτίωση στο δημοσιονομικό ισοζύγιο, με το πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης (εξαιρουμένων μέτρων μια πνοής) να φτάνει στο 3,2% του ΑΕΠ το 2018, από 1,8% το 2017 και 0,3% το 2016.
Η Κύπρος, σημειώνει, διαθέτει το υψηλότερο δημοσιονομικό πλεόνασμα ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης και προσθέτει ότι το πλεόνασμα αυτό είναι επίσης σημαντικό σε σύγκριση με τον έλλειμμα κατά μέσο όρο 2,3% της κατηγορίας. Ο οίκος εκτιμά ότι τα δημοσιονομικά πλεονάσματα θα διατηρηθούν πάνω από το 2% του ΑΕΠ και το 2019 και το 2020, πολύ ψηλότερα από τις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού κανόνα.
Σύμφωνα με τον οίκο, το δημόσιο χρέος της τάξης του 102.5% του ΑΕΠ είναι πολύ υψηλό, αφού η πτωτική του πορεία διακόπηκε το 2018 λόγω της αύξησης κατά €3,19 δις ή 15,5% του ΑΕΠ, για στήριξη της συναλλαγής πώλησης της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας (ΣΚΤ) στην Ελληνική Τράπεζα, μια αύξηση η οποία μετριάστηκε μερικώς από τις πρόωρη εξόφληση χρέους €800 εκατομμυρίων το Δεκέμβριο του 2018.
Πάντως, με βάση τις εκτιμήσεις του οίκου, παρόλο που τα πρωτογενή πλεονάσματα αναμένονται να μειωθούν, παραμένουν σημαντικά και σε συνδυασμό με την ισχυρή ανάπτυξη και τα περιορισμένα ονομαστικά επιτόκια θα οδηγήσουν σε μείωση του δημοσίου χρέος στο 70% μέχρι το 2026.
Ο οίκος εκτιμά ακόμη ότι οι δικαστικές αποφάσεις για τις αποκοπές στις απολαβές των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε χαμηλότερα δημοσιονομικά πλεονάσματα μέχρι το 2020 «αλλά δεν θα υπονομεύσουν την πτωτική πορεία του χρέους».
Παράλληλα, ο Fitch επισημαίνει πως ο τραπεζικός τομέας παραμένει μια αδυναμία, κυρίως λόγω της αδύναμης ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και τα υψηλά ποσοστά ΜΕΔ, τα οποία επιβαρύνουν το κεφάλαιο, ειδικότερα το κεφάλαιο που κινδυνεύει από τα μη εξασφαλισμένα προβληματικά δάνεια, αλλά και την κερδοφορία. Σημειώνει ότι μετά την ολοκλήρωση της πώλησης της ΣΚΤ στην Ελληνική, ο οίκος αναβάθμισε την αξιολόγηση της τελευταίας στο Β+, αλλά ο δείκτης του τραπεζικού τομέα (BSI) και μέση σταθμική αξιολόγηση βιωσιμότητας των τραπεζικών ιδρυμάτων παραμένει στο ‘b’.
Σύμφωνα με τον οίκο, ο δείκτης των ΜΕΧ μειώθηκε σημαντικά από το 43,7% στο τέλος του 2017 στο 32% στο τέλος Νοεμβρίου του 2018, αλλά παραμένει μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ. Η μείωση οφείλεται κυρίως στην μεταφορά των ΜΕΧ της ΣΚΤ ύψους €5,7 δις στον φορέα διαχείρισης δανείων (ΚΕΔΙΠΕΣ), την διάδοχη εταιρεία της ΣΚΤ και την τιτλοποίηση ΜΕΧ ύψους €2,7 δις από την Τράπεζα Κύπρου. Τα συνολικά περιουσιακά στοιχεία του τραπεζικού τομέα, ανέρχονταν στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2018 στο 290% του ΑΕΠ.
«Η αντιμετώπιση των ζητημάτων που άφησε πίσω της η κρίση στον τραπεζικό τομέα παραμένει μια οικονομική προτεραιότητα», αναφέρει.
Ο οίκος αναφέρεται ακόμη στο υψηλό ιδιωτικό χρέος και τα ΜΕΧ που κατά το τρίτο τρίμηνο του 2018 αντιστοιχούσαν στο 154% και στο 55% του ΑΕΠ αντίστοιχα και περιορίζουν την πιστωτική επέκταση, σημειώνοντας ότι η πρόσφατη μείωση στο ιδιωτικό χρέος οφείλεται περισσότερο στις ανταλλαγές χρέους έναντι ακινήτων, τις διαγραφές δανείων και το υψηλό ονομαστικό ΑΕΠ παρά στην αποπληρωμή δανείων.
Ακόμη ο οίκος εκτιμά ότι το έλλειμμα στον λογαριασμό τρεχουσών συναλλαγών, που διευρύνθηκε λόγω της κυκλικής ανάκαμψης και την ενισχυόμενη εγχώρια ζήτηση, κυρίως στον τομέα των κατασκευών, θα κυμανθεί κατά μέσο όρο στο -8,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2019, σε σύγκριση με τον μέσο όρο 1,8%. Αναγνωρίζει ωστόσο πως αν αφαιρεθούν τα οχήματα ειδικού σκοπού της ναυτιλίας και τον χρηματοοικονομικού τομέα, το έλλειμμα μειώνεται σημαντικά.
Τέλος, ο Fitch επισημαίνει πως η χρηματοδοτική ευελιξία της Κύπρου έχει βελτιωθεί σημαντικά ύστερα από την έξοδο από το πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής τον Μάρτιο του 2016. Η κυβέρνηση βελτίωσε την πρόσβαση στις αγορές μέσω της έκδοσης ευρωπαϊκών ομολόγων με πιο μακροχρόνιες λήξεις με την πρόσφατη να αφορά την έκδοση 15ετους ομολόγου με απόδοση 2,75% τον περασμένο Φεβρουάριο. Σημειώνει ότι το μαξιλάρι ρευστών της κυβέρνησης υπερκαλύπτει τον στόχο για κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών κατά τους επόμενους εννέα μήνες.
Πηγή: ΚΥΠΕ
Στη χθεσινή του πράξη αξιολόγησης, που αποτελεί την πρώτη για το 2019, ο οίκος επικαλείται το κατάλοιπο της κρίσης, δηλαδή το υψηλό δημόσιο χρέος και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στον τραπεζικό τομέα, που αντισταθμίζουν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και τους κυβερνητικούς δείκτες, την ευρεία οικονομική ανάκαμψη και το σημαντικό δημοσιονομικό πλεόνασμα, που συνάδουν με τη βαθμίδα Α παρά τον μέσο όρο της βαθμίδας ‘ΒΒΒ’.
Όπως αναφέρει, η ισχυρή κυκλική οικονομική ανάκαμψη συνεχίστηκε το 2018, υπερβαίνοντας τις επιδόσεις της Ευρωζώνης, με το ΑΕΠ να επεκτείνεται με ρυθμό 3,9%, ωθούμενο κυρίως από την εγχώρια ζήτηση, περιλαμβανομένων και μεγάλων έργων που χρηματοδοτήθηκαν από ξένες επενδύσεις, τον τουρισμό και μια ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση. Παρόλα αυτά, ο μέσος όρος ανάπτυξης της πενταετίας του 2,7% βρίσκεται κάτω από το 3,6%, που είναι ο μέσος όρος της βαθμίδας ΒΒΒ, σημειώνει.
Ο οίκος προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί στο 3,5% το 2019 και στο 2,8% το 2020, καθώς η εναπομείνασα δυναμική έχει σταδιακά απορροφηθεί και το εξωτερικό περιβάλλον γίνεται λιγότερο υποστηρικτικό.
Για τα δημόσια οικονομικά, ο οίκος σημειώνει ότι ο συνδυασμός της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και της ισχυρής κυκλικής ανάκαμψης είχαν ως αποτέλεσμα την περαιτέρω βελτίωση στο δημοσιονομικό ισοζύγιο, με το πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης (εξαιρουμένων μέτρων μια πνοής) να φτάνει στο 3,2% του ΑΕΠ το 2018, από 1,8% το 2017 και 0,3% το 2016.
Η Κύπρος, σημειώνει, διαθέτει το υψηλότερο δημοσιονομικό πλεόνασμα ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης και προσθέτει ότι το πλεόνασμα αυτό είναι επίσης σημαντικό σε σύγκριση με τον έλλειμμα κατά μέσο όρο 2,3% της κατηγορίας. Ο οίκος εκτιμά ότι τα δημοσιονομικά πλεονάσματα θα διατηρηθούν πάνω από το 2% του ΑΕΠ και το 2019 και το 2020, πολύ ψηλότερα από τις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού κανόνα.
Σύμφωνα με τον οίκο, το δημόσιο χρέος της τάξης του 102.5% του ΑΕΠ είναι πολύ υψηλό, αφού η πτωτική του πορεία διακόπηκε το 2018 λόγω της αύξησης κατά €3,19 δις ή 15,5% του ΑΕΠ, για στήριξη της συναλλαγής πώλησης της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας (ΣΚΤ) στην Ελληνική Τράπεζα, μια αύξηση η οποία μετριάστηκε μερικώς από τις πρόωρη εξόφληση χρέους €800 εκατομμυρίων το Δεκέμβριο του 2018.
Πάντως, με βάση τις εκτιμήσεις του οίκου, παρόλο που τα πρωτογενή πλεονάσματα αναμένονται να μειωθούν, παραμένουν σημαντικά και σε συνδυασμό με την ισχυρή ανάπτυξη και τα περιορισμένα ονομαστικά επιτόκια θα οδηγήσουν σε μείωση του δημοσίου χρέος στο 70% μέχρι το 2026.
Ο οίκος εκτιμά ακόμη ότι οι δικαστικές αποφάσεις για τις αποκοπές στις απολαβές των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε χαμηλότερα δημοσιονομικά πλεονάσματα μέχρι το 2020 «αλλά δεν θα υπονομεύσουν την πτωτική πορεία του χρέους».
Παράλληλα, ο Fitch επισημαίνει πως ο τραπεζικός τομέας παραμένει μια αδυναμία, κυρίως λόγω της αδύναμης ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και τα υψηλά ποσοστά ΜΕΔ, τα οποία επιβαρύνουν το κεφάλαιο, ειδικότερα το κεφάλαιο που κινδυνεύει από τα μη εξασφαλισμένα προβληματικά δάνεια, αλλά και την κερδοφορία. Σημειώνει ότι μετά την ολοκλήρωση της πώλησης της ΣΚΤ στην Ελληνική, ο οίκος αναβάθμισε την αξιολόγηση της τελευταίας στο Β+, αλλά ο δείκτης του τραπεζικού τομέα (BSI) και μέση σταθμική αξιολόγηση βιωσιμότητας των τραπεζικών ιδρυμάτων παραμένει στο ‘b’.
Σύμφωνα με τον οίκο, ο δείκτης των ΜΕΧ μειώθηκε σημαντικά από το 43,7% στο τέλος του 2017 στο 32% στο τέλος Νοεμβρίου του 2018, αλλά παραμένει μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ. Η μείωση οφείλεται κυρίως στην μεταφορά των ΜΕΧ της ΣΚΤ ύψους €5,7 δις στον φορέα διαχείρισης δανείων (ΚΕΔΙΠΕΣ), την διάδοχη εταιρεία της ΣΚΤ και την τιτλοποίηση ΜΕΧ ύψους €2,7 δις από την Τράπεζα Κύπρου. Τα συνολικά περιουσιακά στοιχεία του τραπεζικού τομέα, ανέρχονταν στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2018 στο 290% του ΑΕΠ.
«Η αντιμετώπιση των ζητημάτων που άφησε πίσω της η κρίση στον τραπεζικό τομέα παραμένει μια οικονομική προτεραιότητα», αναφέρει.
Ο οίκος αναφέρεται ακόμη στο υψηλό ιδιωτικό χρέος και τα ΜΕΧ που κατά το τρίτο τρίμηνο του 2018 αντιστοιχούσαν στο 154% και στο 55% του ΑΕΠ αντίστοιχα και περιορίζουν την πιστωτική επέκταση, σημειώνοντας ότι η πρόσφατη μείωση στο ιδιωτικό χρέος οφείλεται περισσότερο στις ανταλλαγές χρέους έναντι ακινήτων, τις διαγραφές δανείων και το υψηλό ονομαστικό ΑΕΠ παρά στην αποπληρωμή δανείων.
Ακόμη ο οίκος εκτιμά ότι το έλλειμμα στον λογαριασμό τρεχουσών συναλλαγών, που διευρύνθηκε λόγω της κυκλικής ανάκαμψης και την ενισχυόμενη εγχώρια ζήτηση, κυρίως στον τομέα των κατασκευών, θα κυμανθεί κατά μέσο όρο στο -8,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2019, σε σύγκριση με τον μέσο όρο 1,8%. Αναγνωρίζει ωστόσο πως αν αφαιρεθούν τα οχήματα ειδικού σκοπού της ναυτιλίας και τον χρηματοοικονομικού τομέα, το έλλειμμα μειώνεται σημαντικά.
Τέλος, ο Fitch επισημαίνει πως η χρηματοδοτική ευελιξία της Κύπρου έχει βελτιωθεί σημαντικά ύστερα από την έξοδο από το πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής τον Μάρτιο του 2016. Η κυβέρνηση βελτίωσε την πρόσβαση στις αγορές μέσω της έκδοσης ευρωπαϊκών ομολόγων με πιο μακροχρόνιες λήξεις με την πρόσφατη να αφορά την έκδοση 15ετους ομολόγου με απόδοση 2,75% τον περασμένο Φεβρουάριο. Σημειώνει ότι το μαξιλάρι ρευστών της κυβέρνησης υπερκαλύπτει τον στόχο για κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών κατά τους επόμενους εννέα μήνες.
Πηγή: ΚΥΠΕ