Α. Πουλλικκάς: Πως υπολογίζονται οι διατιμήσεις του ηλεκτρισμού
07:18 - 18 Μαρτίου 2019
Λαμβάνοντας τον λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος οι περισσότεροι καταναλωτές προσπαθούν να κατανοήσουν τις χρεώσεις που επιβάλλονται. Μιλώντας στο InBusinessNews, o πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ) Ανδρέας Πουλλικκάς επεξηγεί πως υπολογίζονται οι διατιμήσεις του ηλεκτρισμού και σε ποια πρότυπα βασίζονται οι διατιμήσεις στην Κύπρο.
«Η δομή των διατιμήσεων ηλεκτρισμού είναι πολύπλοκη. Οι διατιμήσεις ηλεκτρισμού είναι δυσκολονόητες και πολλές φορές οι επεξηγήσεις που αναπτύσσονται από τις Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας και από τις ίδιες τις επιχειρήσεις ηλεκτρισμού προκαλούν σύγχυση στους καταναλωτές.
Σήμερα όλο και περισσότεροι καταναλωτές ηλεκτρισμού προσπαθούν να κατανοήσουν τα τιμολόγιά τους και αρκετοί συμμετέχουν σε δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με την ανάπτυξη μελλοντικών διατιμήσεων ηλεκτρισμού. Για παράδειγμα, οι καταναλωτές θα πρέπει να γνωρίζουν κάτω από ποια διατίμηση βρίσκονται και πόσο χρεώνονται για τα διάφορα στοιχεία της αγοράς ηλεκτρισμού, όπως είναι η ισχύς, η κατανάλωση, τα τέλη δικτύου, ο φόρος προστιθέμενης αξίας, κλπ.
Οι επιχειρήσεις ηλεκτρισμού αδειοδοτούνται και ρυθμίζονται από τις Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας. Γενικά, κάτω από την επίβλεψη και έγκριση του ρυθμιστή, οι διατιμήσεις ηλεκτρισμού ετοιμάζονται σε δύο στάδια: (α) για την κάλυψη του κόστους μίας ρυθμιζόμενης επιχείρησης ηλεκτρισμού καθορίζεται το ύψος των αναγκαίων εσόδων με ορίζοντα πέντε ετών και (β) οι διατιμήσεις σχεδιάζονται και ρυθμίζονται για την ανάκτηση των αντίστοιχων δαπανών. Για τις ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις ηλεκτρισμού οι Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας καθορίζουν το ποσοστό οικονομικής απόδοσης, δηλαδή, το επίπεδο πλεονάσματος που μπορεί να έχει μια ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού για τις επενδύσεις της στην παραγωγή ή/και μεταφορά, ή/και διανομή ή/και προμήθεια ηλεκτρισμού ούτος ώστε να μπορεί να επενδύει σε νέες αποδοτικές τεχνολογίες και διαδικασίες. Επίσης, κατά την ανάπτυξη των διατιμήσεων, το κόστος εξυπηρέτησης διαφορετικών κατηγοριών καταναλωτών υπολογίζεται και κατανέμεται ανάλογα. Οι διατιμήσεις, στη συνέχεια, δομούνται έτσι ώστε οι πιο πάνω δαπάνες να μπορούν να ανακτηθούν ανά κατηγορία καταναλωτών. Επίσης, οι διατιμήσεις μπορεί να λαμβάνουν υπόψη το οριακό κόστος που σχετίζεται, π.χ., με τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας σε διαφορετικές ώρες της ημέρας και σε διαφορετικές εποχές του έτους.
Όταν μία ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού ζητά αύξηση (ή μείωση) ή/και αναδιάρθρωση των διατιμήσεων, η Εθνική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ζητά τη διεξαγωγή δημόσιας διαβούλευσης για την αξιολόγηση του αιτήματος. Η ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού παρουσιάζει τους λόγους για τους οποίους χρειάζεται αύξηση (ή μείωση) ή/και αναδιάρθρωση των διατιμήσεων και εξηγεί ποιες είναι οι πρόσθετες δαπάνες της (ή μειώσεις). Εάν οι πρόσθετες δαπάνες (ή μειώσεις) κρίνονται από την Εθνική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας λογικές και δικαιολογημένες εγκρίνονται. Επίσης, σε αρκετές περιπτώσεις εφαρμόζεται συντελεστής απόδοσης όπου η ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού χρειάζεται να μειώνει τα έξοδά της ανά έτος σε προκαθορισμένο ποσοστό προς όφελος των καταναλωτών.
Ίσως ο καλύτερος τρόπος να γίνει κατανοητό το τιμολόγιο ηλεκτρισμού είναι η παράθεση των δαπανών που χρειάζονται για την αξιόπιστη λειτουργία ενός ηλεκτρικού συστήματος. Οι κύριες κατηγορίες δαπανών είναι οι εξής: (α) δαπάνες εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης μονάδων ηλεκτροπαραγωγής (ανταγωνιστική δραστηριότητα), (β) δαπάνες εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης συστήματος μεταφοράς ηλεκτρισμού (μονοπωλιακή δραστηριότητα), (γ) δαπάνες εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης συστήματος διανομής ηλεκτρισμού συμπεριλαμβανομένων των μετρητών ηλεκτρισμού (μονοπωλιακή δραστηριότητα), (δ) δαπάνες λειτουργίας προμήθειας ηλεκτρισμού προς τους καταναλωτές (ανταγωνιστική δραστηριότητα).
Η διαδικασία τιμολόγησης σχεδιάζεται έτσι ώστε να αντικατοπτρίζει το πραγματικό κόστος παραγωγής, μεταφοράς, διανομής και προμήθειας ηλεκτρισμού και οι δαπάνες κατανέμονται στις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών οι οποίες ποικίλλουν ανάλογα με την πολυπλοκότητα χρήσης του ηλεκτρισμού, το ύψος της κατανάλωσης και την προτεραιότητα χρήσης. Τυπικές κατηγορίες μπορεί να είναι (α) οικιακοί καταναλωτές, (β) εμπορικοί καταναλωτές και (γ) βιομηχανικοί καταναλωτές ή (α) καταναλωτές συνδεδεμένοι στη χαμηλή τάση, (β) καταναλωτές συνδεδεμένοι στη μεσαία τάση και (γ) καταναλωτές συνδεδεμένοι στην ψηλή τάση. Επίσης, υπάρχουν επιπλέον παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά την διαδικασία τιμολόγησης οι οποίοι είναι αρκετά δυσκολονόητοι. Για παράδειγμα η χρέωση της ισχύος (kW) η οποία μπορεί να συμπεριλαμβάνεται στο τέλος της ενέργειας (kWh) ή μπορεί να είναι μια ξεχωριστή χρέωση. Εάν μία ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού χρειάζεται να αγοράσει καύσιμο σε ψηλότερη τιμή από αυτή που υπολογίστηκαν οι βασικές διατιμήσεις τότε αυτή η αύξηση περνά στον καταναλωτή μέσω της εγκεκριμένης από την Εθνική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας μεθοδολογίας για την προσαρμογή του κόστους καυσίμου. Σε περιόδους ραγδαίας αύξησης της τιμής των καυσίμων, το κόστος προσαρμογής του καυσίμου μπορεί να είναι ένα σημαντικό μέρος του τιμολογίου ηλεκτρισμού. Ωστόσο, σε περιόδους μείωσης της τιμής των καυσίμων τότε το τιμολόγιο ηλεκτρισμού είναι μειωμένο και πολλές φορές η τελική τιμή χαμηλότερη από αυτή των βασικών διατιμήσεων.
Όλοι οι παραπάνω παράγοντες λαμβάνονται υπόψη όταν μια ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού καθορίζει τα βασικά της τιμολόγια, δηλαδή τα τιμολόγια που πρέπει να χρεώνει τους πελάτες της για να ανακτήσει το γενικό κόστος της επιχειρηματικής της δραστηριότητας. Ήδη, στην Κύπρο η ΡΑΕΚ έχει εφαρμόσει, με Ρυθμιστική Απόφαση, μεθοδολογία για τον υπολογισμό των ρυθμιζόμενων διατιμήσεων της ΑΗΚ, η οποία βασίζεται στα διεθνή και Ευρωπαϊκά πλαίσια που αναφέρθηκαν πιο πάνω».
«Η δομή των διατιμήσεων ηλεκτρισμού είναι πολύπλοκη. Οι διατιμήσεις ηλεκτρισμού είναι δυσκολονόητες και πολλές φορές οι επεξηγήσεις που αναπτύσσονται από τις Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας και από τις ίδιες τις επιχειρήσεις ηλεκτρισμού προκαλούν σύγχυση στους καταναλωτές.
Σήμερα όλο και περισσότεροι καταναλωτές ηλεκτρισμού προσπαθούν να κατανοήσουν τα τιμολόγιά τους και αρκετοί συμμετέχουν σε δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με την ανάπτυξη μελλοντικών διατιμήσεων ηλεκτρισμού. Για παράδειγμα, οι καταναλωτές θα πρέπει να γνωρίζουν κάτω από ποια διατίμηση βρίσκονται και πόσο χρεώνονται για τα διάφορα στοιχεία της αγοράς ηλεκτρισμού, όπως είναι η ισχύς, η κατανάλωση, τα τέλη δικτύου, ο φόρος προστιθέμενης αξίας, κλπ.
Οι επιχειρήσεις ηλεκτρισμού αδειοδοτούνται και ρυθμίζονται από τις Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας. Γενικά, κάτω από την επίβλεψη και έγκριση του ρυθμιστή, οι διατιμήσεις ηλεκτρισμού ετοιμάζονται σε δύο στάδια: (α) για την κάλυψη του κόστους μίας ρυθμιζόμενης επιχείρησης ηλεκτρισμού καθορίζεται το ύψος των αναγκαίων εσόδων με ορίζοντα πέντε ετών και (β) οι διατιμήσεις σχεδιάζονται και ρυθμίζονται για την ανάκτηση των αντίστοιχων δαπανών. Για τις ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις ηλεκτρισμού οι Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας καθορίζουν το ποσοστό οικονομικής απόδοσης, δηλαδή, το επίπεδο πλεονάσματος που μπορεί να έχει μια ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού για τις επενδύσεις της στην παραγωγή ή/και μεταφορά, ή/και διανομή ή/και προμήθεια ηλεκτρισμού ούτος ώστε να μπορεί να επενδύει σε νέες αποδοτικές τεχνολογίες και διαδικασίες. Επίσης, κατά την ανάπτυξη των διατιμήσεων, το κόστος εξυπηρέτησης διαφορετικών κατηγοριών καταναλωτών υπολογίζεται και κατανέμεται ανάλογα. Οι διατιμήσεις, στη συνέχεια, δομούνται έτσι ώστε οι πιο πάνω δαπάνες να μπορούν να ανακτηθούν ανά κατηγορία καταναλωτών. Επίσης, οι διατιμήσεις μπορεί να λαμβάνουν υπόψη το οριακό κόστος που σχετίζεται, π.χ., με τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας σε διαφορετικές ώρες της ημέρας και σε διαφορετικές εποχές του έτους.
Όταν μία ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού ζητά αύξηση (ή μείωση) ή/και αναδιάρθρωση των διατιμήσεων, η Εθνική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ζητά τη διεξαγωγή δημόσιας διαβούλευσης για την αξιολόγηση του αιτήματος. Η ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού παρουσιάζει τους λόγους για τους οποίους χρειάζεται αύξηση (ή μείωση) ή/και αναδιάρθρωση των διατιμήσεων και εξηγεί ποιες είναι οι πρόσθετες δαπάνες της (ή μειώσεις). Εάν οι πρόσθετες δαπάνες (ή μειώσεις) κρίνονται από την Εθνική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας λογικές και δικαιολογημένες εγκρίνονται. Επίσης, σε αρκετές περιπτώσεις εφαρμόζεται συντελεστής απόδοσης όπου η ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού χρειάζεται να μειώνει τα έξοδά της ανά έτος σε προκαθορισμένο ποσοστό προς όφελος των καταναλωτών.
Ίσως ο καλύτερος τρόπος να γίνει κατανοητό το τιμολόγιο ηλεκτρισμού είναι η παράθεση των δαπανών που χρειάζονται για την αξιόπιστη λειτουργία ενός ηλεκτρικού συστήματος. Οι κύριες κατηγορίες δαπανών είναι οι εξής: (α) δαπάνες εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης μονάδων ηλεκτροπαραγωγής (ανταγωνιστική δραστηριότητα), (β) δαπάνες εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης συστήματος μεταφοράς ηλεκτρισμού (μονοπωλιακή δραστηριότητα), (γ) δαπάνες εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης συστήματος διανομής ηλεκτρισμού συμπεριλαμβανομένων των μετρητών ηλεκτρισμού (μονοπωλιακή δραστηριότητα), (δ) δαπάνες λειτουργίας προμήθειας ηλεκτρισμού προς τους καταναλωτές (ανταγωνιστική δραστηριότητα).
Η διαδικασία τιμολόγησης σχεδιάζεται έτσι ώστε να αντικατοπτρίζει το πραγματικό κόστος παραγωγής, μεταφοράς, διανομής και προμήθειας ηλεκτρισμού και οι δαπάνες κατανέμονται στις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών οι οποίες ποικίλλουν ανάλογα με την πολυπλοκότητα χρήσης του ηλεκτρισμού, το ύψος της κατανάλωσης και την προτεραιότητα χρήσης. Τυπικές κατηγορίες μπορεί να είναι (α) οικιακοί καταναλωτές, (β) εμπορικοί καταναλωτές και (γ) βιομηχανικοί καταναλωτές ή (α) καταναλωτές συνδεδεμένοι στη χαμηλή τάση, (β) καταναλωτές συνδεδεμένοι στη μεσαία τάση και (γ) καταναλωτές συνδεδεμένοι στην ψηλή τάση. Επίσης, υπάρχουν επιπλέον παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά την διαδικασία τιμολόγησης οι οποίοι είναι αρκετά δυσκολονόητοι. Για παράδειγμα η χρέωση της ισχύος (kW) η οποία μπορεί να συμπεριλαμβάνεται στο τέλος της ενέργειας (kWh) ή μπορεί να είναι μια ξεχωριστή χρέωση. Εάν μία ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού χρειάζεται να αγοράσει καύσιμο σε ψηλότερη τιμή από αυτή που υπολογίστηκαν οι βασικές διατιμήσεις τότε αυτή η αύξηση περνά στον καταναλωτή μέσω της εγκεκριμένης από την Εθνική Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας μεθοδολογίας για την προσαρμογή του κόστους καυσίμου. Σε περιόδους ραγδαίας αύξησης της τιμής των καυσίμων, το κόστος προσαρμογής του καυσίμου μπορεί να είναι ένα σημαντικό μέρος του τιμολογίου ηλεκτρισμού. Ωστόσο, σε περιόδους μείωσης της τιμής των καυσίμων τότε το τιμολόγιο ηλεκτρισμού είναι μειωμένο και πολλές φορές η τελική τιμή χαμηλότερη από αυτή των βασικών διατιμήσεων.
Όλοι οι παραπάνω παράγοντες λαμβάνονται υπόψη όταν μια ρυθμιζόμενη επιχείρηση ηλεκτρισμού καθορίζει τα βασικά της τιμολόγια, δηλαδή τα τιμολόγια που πρέπει να χρεώνει τους πελάτες της για να ανακτήσει το γενικό κόστος της επιχειρηματικής της δραστηριότητας. Ήδη, στην Κύπρο η ΡΑΕΚ έχει εφαρμόσει, με Ρυθμιστική Απόφαση, μεθοδολογία για τον υπολογισμό των ρυθμιζόμενων διατιμήσεων της ΑΗΚ, η οποία βασίζεται στα διεθνή και Ευρωπαϊκά πλαίσια που αναφέρθηκαν πιο πάνω».