Στο 9,9% η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στην Κύπρο
16:02 - 12 Φεβρουαρίου 2019
Το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (εκφρασμένο σε "%" της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας) έφτασε στην Κύπρο 9,9% το 2017, σύμφωνα με την Eurostat, τη στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο στόχος που έχει θέσει το Συμβούλιο για τη χώρα είναι 13% για το 2020 και η Κύπρος ξεκίνησε από ένα χαμηλό σημείο εκκίνησης 3,3% το 2004, το οποίο σε μια δεκαετία ανήλθε σε 8,9% το 2014, 9,4% το 2015 και 9,3% το 2016. Το 9,9% Το 2017 είναι το 5ο χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.
Η Ελλάδα, από την άλλη πλευρά, κινείται ταχύτατα προς την κατεύθυνση του στόχου του 18% για το 2020, φτάνοντας το 16,3% το 2017. Η Ελλάδα ξεκίνησε χαμηλά στο 6,9% το 2004 και πήγε στο 15,4% το 2014, 15,4% το 2015 και 15,1% το 2016 της ΕΕ28 - πλησίον του μέσου όρου της ΕΕ που είναι στο 17,5% για το 2017.
Το 2017, το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έφθασε το 17,5%, από 17,0% το 2016 και περισσότερο από το διπλάσιο του 2004 (8,5%) έτος για το οποίο είναι διαθέσιμα τα πρώτα δεδομένα. Το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη συνολική τελική κατανάλωση ενέργειας είναι ένας από τους βασικούς δείκτες της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Ο στόχος της ΕΕ είναι να εξασφαλίσει το 20% της ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2020 και τουλάχιστον 32% μέχρι το 2030.
Από το 2004, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας αυξήθηκε σημαντικά σε όλα τα κράτη μέλη. Σε σύγκριση με το 2016, έχει αυξηθεί σε 19 από τα 28 κράτη μέλη. Με περισσότερες από το μισό (54,5%) της ενέργειας που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας, η Σουηδία είχε το μεγαλύτερο μερίδιο το 2017, έναντι της Φινλανδίας (41,0%), της Λετονίας (39,0%), %) και της Αυστρίας (32,6%). Στο αντίθετο τέλος της κλίμακας, οι χαμηλότερες αναλογίες ανανεώσιμης ενέργειας σημειώθηκαν στο Λουξεμβούργο (6,4%), τις Κάτω Χώρες (6,6%) και τη Μάλτα (7,2%).
Κάθε κράτος μέλος της ΕΕ έχει τον δικό του στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Οι εθνικοί στόχοι λαμβάνουν υπόψη τα διαφορετικά σημεία εκκίνησης των κρατών μελών, το δυναμικό ανανεώσιμης ενέργειας και τις οικονομικές επιδόσεις. Μεταξύ των 28 κρατών μελών της ΕΕ, 11 έχουν ήδη φθάσει στο επίπεδο που απαιτείται για την επίτευξη των εθνικών τους στόχων για το 2020: Βουλγαρία, Τσεχία, Δανία, Εσθονία, Κροατία, Ιταλία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Φινλανδία και Σουηδία. Επιπλέον, η Λετονία και η Αυστρία είναι περίπου 1 εκατοστιαία μονάδα μακριά από τους στόχους τους για το 2020. Στο αντίθετο τέλος της κλίμακας, οι Κάτω Χώρες (7,4 ποσοστιαίες μονάδες από τον εθνικό στόχο για το 2020), η Γαλλία (6,7 μονάδες), η Ιρλανδία (5,3 μονάδες), το Ηνωμένο Βασίλειο (4,8 μονάδες), και το Βέλγιο (3,9 ποσοστιαίες μονάδες) είναι τα πλέον απομακρυσμένα κράτη από τους στόχους τους.
Η Ελλάδα, από την άλλη πλευρά, κινείται ταχύτατα προς την κατεύθυνση του στόχου του 18% για το 2020, φτάνοντας το 16,3% το 2017. Η Ελλάδα ξεκίνησε χαμηλά στο 6,9% το 2004 και πήγε στο 15,4% το 2014, 15,4% το 2015 και 15,1% το 2016 της ΕΕ28 - πλησίον του μέσου όρου της ΕΕ που είναι στο 17,5% για το 2017.
Το 2017, το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έφθασε το 17,5%, από 17,0% το 2016 και περισσότερο από το διπλάσιο του 2004 (8,5%) έτος για το οποίο είναι διαθέσιμα τα πρώτα δεδομένα. Το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη συνολική τελική κατανάλωση ενέργειας είναι ένας από τους βασικούς δείκτες της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Ο στόχος της ΕΕ είναι να εξασφαλίσει το 20% της ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2020 και τουλάχιστον 32% μέχρι το 2030.
Από το 2004, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας αυξήθηκε σημαντικά σε όλα τα κράτη μέλη. Σε σύγκριση με το 2016, έχει αυξηθεί σε 19 από τα 28 κράτη μέλη. Με περισσότερες από το μισό (54,5%) της ενέργειας που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας, η Σουηδία είχε το μεγαλύτερο μερίδιο το 2017, έναντι της Φινλανδίας (41,0%), της Λετονίας (39,0%), %) και της Αυστρίας (32,6%). Στο αντίθετο τέλος της κλίμακας, οι χαμηλότερες αναλογίες ανανεώσιμης ενέργειας σημειώθηκαν στο Λουξεμβούργο (6,4%), τις Κάτω Χώρες (6,6%) και τη Μάλτα (7,2%).
Κάθε κράτος μέλος της ΕΕ έχει τον δικό του στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Οι εθνικοί στόχοι λαμβάνουν υπόψη τα διαφορετικά σημεία εκκίνησης των κρατών μελών, το δυναμικό ανανεώσιμης ενέργειας και τις οικονομικές επιδόσεις. Μεταξύ των 28 κρατών μελών της ΕΕ, 11 έχουν ήδη φθάσει στο επίπεδο που απαιτείται για την επίτευξη των εθνικών τους στόχων για το 2020: Βουλγαρία, Τσεχία, Δανία, Εσθονία, Κροατία, Ιταλία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Φινλανδία και Σουηδία. Επιπλέον, η Λετονία και η Αυστρία είναι περίπου 1 εκατοστιαία μονάδα μακριά από τους στόχους τους για το 2020. Στο αντίθετο τέλος της κλίμακας, οι Κάτω Χώρες (7,4 ποσοστιαίες μονάδες από τον εθνικό στόχο για το 2020), η Γαλλία (6,7 μονάδες), η Ιρλανδία (5,3 μονάδες), το Ηνωμένο Βασίλειο (4,8 μονάδες), και το Βέλγιο (3,9 ποσοστιαίες μονάδες) είναι τα πλέον απομακρυσμένα κράτη από τους στόχους τους.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ