Η πτώση της τουρκικής λίρας και το φάντασμα του πληθωρισμού πάνω από την οικονομία των κατεχομένων
15:23 - 26 Σεπτεμβρίου 2018
Η δραματική υποτίμηση της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου, που ανέρχεται σε 62% από την αρχή του έτους, έχει εγείρει πολλές ανησυχίες και για την οικονομία του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου. Όπως στην περίπτωση της Τουρκίας, στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο έχει επίσης αναβιώσει το φάντασμα του υψηλού πληθωρισμού. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ο ετήσιος πληθωρισμός ανήλθε τον Αύγουστο 2018 σε 30%, κάτι που αποτελεί την υψηλότερη μεταβολή από το 2002.
Οι επιπτώσεις της υποτίμησης της Τουρκικής λίρας στην περίπτωση αυτή είναι μάλιστα περισσότερο οξείες, δεδομένου ότι πρόκειται για μία οικονομία που χαρακτηρίζεται από μικρό μέγεθος, χαμηλή ανταγωνιστικότητα, η οποία δεν έχει βελτιωθεί τα τελευταία 10 χρόνια, και ταυτόχρονα έντονα εξαρτώμενη από τις εισαγωγές.
Ενδεικτικά αναφέρονται τα ακόλουθα τρία στοιχεία:
- Tο κατά κεφαλήν ΑΕΠ έχει παγιωθεί μεταξύ $13.000-15.000 την τελευταία 10-ετία, ενώ για το 2018 αναμένεται σημαντική κάμψη. Ως αποτέλεσμα, η σύγκριση με το αντίστοιχο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Κυπριακή Δημοκρατία καθίσταται διαχρονικά επώδυνη.
- Το εμπορικό έλλειμα το 2017 αυξήθηκε σε $1,7 δισ. το 2017, με τις εισαγωγές να αυξάνονται ραγδαία και τις εισαγωγές να παραμένουν στάσιμες. Ο δείκτης κάλυψης των εισαγωγών των εξαγωγών ήταν μόλις 5,9%.
- Το υψηλό δημόσιο χρέος που τροφοδοτείται σταθερά από τα δημόσια ελλείμματα, τα οποία χρηματοδοτούνται ετησίως από την Τουρκία προκειμένου να συντηρείται το καθεστώς, έχει ανέλθει σε επίπεδα άνω του 165% του ΑΕΠ.
Επίσης, ο βαθμός άσκησης οποιασδήποτε ανεξάρτητης οικονομικής πολιτικής είναι περιορισμένος – πλήρης αδυναμία άσκησης νομισματικής πολιτικής, και σε μικρότερο βαθμό δημοσιονομικής, λόγω του περιορισμένου διαθέσιμου προϋπολογισμού που διαθέτει.
Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η κατεχόμενη Βόρεια Κύπρος διένυσε το 2017 και το 2018 σε μία κατάσταση παθητικής εσωστρέφειας, η οποία εν αναμονή των πρόσφατων εκλογών στην Τουρκία, παρέλυσε ή αποτέλεσε άλλοθι για οποιαδήποτε ουσιαστική δράση και επίλυση των χρόνιων αλλά και των άμεσων προβλημάτων που είναι αντιμέτωπη η περιοχή.
Μακροχρόνια δομικά προβλήματα, όπως αυτά που αφορούν τις τοπικές διοικήσεις, οι οποίες έχουν πλέον φθάσει σε ένα επίπεδο όπου δεν είναι βιώσιμες, η αναποτελεσματική αγορά εργασίας και η χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας, υποσκάπτουν την οικονομική ανάπτυξη στην περιοχή. Παρά τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης (5,4% αύξηση του ΑΕΠ το 2017), η βελτίωση περιορίζεται κυρίως στους τομείς του τουρισμού και της εκπαίδευσης, χωρίς να διοχετευθεί στην ευρύτερη οικονομία.
Ως αποτέλεσμα, διεξάγονται συζητήσεις για το πώς θα μπορούσε να αντικατασταθεί η Τουρκική λίρα με κάποιο άλλο σκληρό νόμισμα, κάτι το οποίο κατά τη γνώμη μας θα ήταν πρακτικά αδύνατο με το υπάρχον αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο.
Ενδεικτικό της κατάστασης που έχει προσφάτως διαμορφωθεί είναι ότι εκπρόσωποι κομμάτων στρέφονται ενάντια στην πολιτική φτωχοποίησης της Άγκυρας ή προτείνουν στην κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης στα κατεχόμενα.
Τις μέρες αυτές έχει παραλύσει η οικονομική ζωή με τις κινητοποιήσεις των κτηνοτρόφων και των συντεχνιών. Οι διαμαρτυρόμενοι κτηνοτρόφοι βρέθηκαν μάλιστα αντιμέτωποι με την μονάδα άμεσης δράσης και την χρήση δακρυγόνων όταν επιχείρησαν να πορευτούν προς το οδόφραγμα του Λήδρα Πάλας.
Οι τιμές των καυσίμων και ηλεκτρικής ενέγειας παρουσιάζουν κατακόρυφη αύξηση ενώ εργαζόμενοι στην Τουρκική εταιρεία παροχής ενέργειας AKSA προέβησαν σε απεργίες την περασμένη εβδομάδα λόγω της αύξησης του κόστους διαβίωσης. Αυτό οδήγησε στην διακοπή ηλεκτροδότησης σε πολλές περιοχές και την ενεργοποίηση του συστήματος διασύνδεσης ηλεκτρισμού από την ελεύθερη Κύπρο για να αντιμετωπισθεί η κατάσταση.
Οι πωλήσεις τουρκοκυπριακών εφημερίδων παρουσιάζουν έντονη κάμψη, λόγω του διπλασιασμού σχεδόν των τιμών τους. Ενδεικτικά, η εφημερίδα HAVADİS ανακοίνωσε ότι θα διατίθεται προς 5 τουρκικές λίρες (αντί 3 ΤΛ), λόγω της αύξησης του κόστους παραγωγής εξαιτίας της υποτίμησης της τουρκικής λίρας και της μεγάλης οικονομικής κρίσης.
Ο αριθμός των εισερχομένων φοιτητών από την Τουρκία στα κατοχικά «πανεπιστήμια», που παραδοσιακά στήριζε τον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, παρουσιάζει φέτος έντονη κάμψη κατά 24%.
Υπολογίζεται ότι ο κατώτατος μισθός, ο οποίος κατά την πρώτη βδομάδα του Αυγούστου του 2018 είχε καθοριστεί στις 2.279 ΤΛ, απώλεσε το 22% της αξίας του μέσα σε 25 μέρες.
Πρόσφατα η Κεντρική Τράπεζα του ψευδοκράτους απαγόρευσε τα δάνεια σε ξένο νόμισμα σε πολίτες με εισόδημα σε Τουρκική λίρα, δεδομένου ότι ήδη πολλοί ιδιώτες και επιχειρήσεις έχουν δανεισθεί σε ξένο νόμισμα και αδυνατούν να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους.
H κατοχική κυβέρνηση της Βόρειας Κύπρου και ο Tufan Erhürman, στο πρώτο ταξίδι του στην Άγκυρα μετά τις πρόσφατες εκλογές, ζήτησε συμπληρωματική οικονομική βοήθεια, το οποίο είναι ενδεικτικό της επείγουσας κατάστασης που διαμορφώνεται στην περιοχή. Ωστόσο, όπως δήλωσε μετά την επιστροφή του, «από τις συναντήσεις που είχε με Τούρκους αξιωματούχους, ακόμη δεν έχει διαφανεί φώς στην άκρη του τούνελ» (Εφημερίδα Vatan, 6/9/2018).
* Ο Δρ Παναγιώτης Κοντάκος είναι Επίκουρος Καθηγητής στη Διεθνή Επιχειρηματικότητα και Διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος ΜΒΑ στο Πανεπιστήμιο UCLan Cyprus, καθώς και Συνδιευθυντής στο Κέντρο Επιχειρηματικότητας CEDAR. Διαθέτει μακρά διεθνή επαγγελματική εμπειρία σε διάφορες χώρες της ΝΑ Ευρώπης, και είναι συγγραφέας βιβλίων και άρθρων για την επιχειρηματικότητα και τις ξένες και ελληνικές επενδύσεις στην Τουρκία.