Κεντρική: Διαφωνεί με πρόνοιες του πλαισίου για εκποιήσεις
08:07 - 17 Αυγούστου 2018
Διαφωνίες εκφράζει η Κεντρική Τράπεζα με το νέο πλαίσιο για τις εκποιήσεις, ενώ παρά τις πιέσεις που άσκησε τόσο σε Εκτελεστική όσο και σε Νομοθετική εξουσία το νομοσχέδιο εγκρίθηκε με πρόνοιες για τις οποίες διαφωνεί.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος», σημείο αιχμής αποτελεί η διαγραφή από το αρχικό νομοσχέδιο του χρονικού περιθωρίου των τεσσάρων μηνών, όπου ο ενυπόθηκος δανειστής έχει την επιλογή να αγοράσει το ενυπόθηκο ακίνητο στην αγοραία του αξία. Με βάση το νόμο, σε περίπτωση που ο ενυπόθηκος δανειστής δεν πωλήσει το ενυπόθηκο ακίνητο εντός χρονικής περιόδου έξι μηνών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας του πρώτου πλειστηριασμού, τότε ο ενυπόθηκος δανειστής έχει την επιλογή να αγοράσει το ενυπόθηκο ακίνητο στην αγοραία αξία του βάσει της τελευταίας εκτίμησης που διενεργήθηκε.
Με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, ο ενυπόθηκος δανειστής θα μπορεί στο διηνεκές να αγοράσει το ακίνητο στην αγοραία του αξία. Η Κεντρική Τράπεζα, με επιστολή που απέστειλε στη Βουλή λίγο πριν από την ψήφιση του νέου πλαισίου είχε εκφράσει την διαφωνία της.
Όπως επισημαίνεται στην επιστολή, «εκφράζουμε την διαφωνία μας με την απάλειψη των τεσσάρων μηνών καθώς δίνεται επ΄ αόριστον δικαίωμα στους ενυπόθηκος δανειστές να αποκτούν υποθηκευμένα ακίνητα σε χρονικό σημείο που ίδιοι θα κρίνουν ως πιο συμφέρον».
Την ίδια ώρα, επισημαίνει πως με την αλλαγή της νομοθεσίας παρέχονται σημαντικά κίνητρα προς τους ενυπόθηκους δανειστές για να μην εφαρμόζουν όλα τα στάδια που προβλέπονται στο νόμο, ενώ μεταφέρνουν στον ισολογισμό τους σημαντικά ποσά ακινήτων.
«Κατά την εκτίμηση μας, μια τέτοια πρακτική δεν υποβοηθά στην πραγματική λύση του προβλήματος των ΜΕΔ ενώ παράλληλα δεν αφήνονται οι δυνάμεις της αγοράς να καθαρίσουν τις πραγματικές τιμές των ακινήτων ώστε η αξία των εξασφαλίσεων που οι τράπεζες καθορίζουν κατά τη διενέργεια των προβλέψεων τους να κρίνονται από τις εποπτικές αρχές, τους θεσμούς και τους οίκους αξιολόγησης ως αξιόπιστες».
Στην επιστολή της η ΚΤ καταλήγει ότι η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών προβληματίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αυξητική τάση που παρουσιάζεται στον όγκο συναλλαγών ανταλλαγής χρέους με ακίνητα από τις τράπεζες, κάνοντας αναφορά στην εισαγωγή σχετικής πρόνοιας στις κατευθυντήριες γραμμές που εκδόθηκαν από την ΕΚΤ προς τις τράπεζες σε σχέση με τα ΜΕΔ τον Μάρτιο του 2017.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος», σημείο αιχμής αποτελεί η διαγραφή από το αρχικό νομοσχέδιο του χρονικού περιθωρίου των τεσσάρων μηνών, όπου ο ενυπόθηκος δανειστής έχει την επιλογή να αγοράσει το ενυπόθηκο ακίνητο στην αγοραία του αξία. Με βάση το νόμο, σε περίπτωση που ο ενυπόθηκος δανειστής δεν πωλήσει το ενυπόθηκο ακίνητο εντός χρονικής περιόδου έξι μηνών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας του πρώτου πλειστηριασμού, τότε ο ενυπόθηκος δανειστής έχει την επιλογή να αγοράσει το ενυπόθηκο ακίνητο στην αγοραία αξία του βάσει της τελευταίας εκτίμησης που διενεργήθηκε.
Με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, ο ενυπόθηκος δανειστής θα μπορεί στο διηνεκές να αγοράσει το ακίνητο στην αγοραία του αξία. Η Κεντρική Τράπεζα, με επιστολή που απέστειλε στη Βουλή λίγο πριν από την ψήφιση του νέου πλαισίου είχε εκφράσει την διαφωνία της.
Όπως επισημαίνεται στην επιστολή, «εκφράζουμε την διαφωνία μας με την απάλειψη των τεσσάρων μηνών καθώς δίνεται επ΄ αόριστον δικαίωμα στους ενυπόθηκος δανειστές να αποκτούν υποθηκευμένα ακίνητα σε χρονικό σημείο που ίδιοι θα κρίνουν ως πιο συμφέρον».
Την ίδια ώρα, επισημαίνει πως με την αλλαγή της νομοθεσίας παρέχονται σημαντικά κίνητρα προς τους ενυπόθηκους δανειστές για να μην εφαρμόζουν όλα τα στάδια που προβλέπονται στο νόμο, ενώ μεταφέρνουν στον ισολογισμό τους σημαντικά ποσά ακινήτων.
«Κατά την εκτίμηση μας, μια τέτοια πρακτική δεν υποβοηθά στην πραγματική λύση του προβλήματος των ΜΕΔ ενώ παράλληλα δεν αφήνονται οι δυνάμεις της αγοράς να καθαρίσουν τις πραγματικές τιμές των ακινήτων ώστε η αξία των εξασφαλίσεων που οι τράπεζες καθορίζουν κατά τη διενέργεια των προβλέψεων τους να κρίνονται από τις εποπτικές αρχές, τους θεσμούς και τους οίκους αξιολόγησης ως αξιόπιστες».
Στην επιστολή της η ΚΤ καταλήγει ότι η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών προβληματίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αυξητική τάση που παρουσιάζεται στον όγκο συναλλαγών ανταλλαγής χρέους με ακίνητα από τις τράπεζες, κάνοντας αναφορά στην εισαγωγή σχετικής πρόνοιας στις κατευθυντήριες γραμμές που εκδόθηκαν από την ΕΚΤ προς τις τράπεζες σε σχέση με τα ΜΕΔ τον Μάρτιο του 2017.