Μας …“ψήνουν” τη τσιπούρα στα χείλη οι Τούρκοι
08:30 - 20 Μαρτίου 2017

Έντονες ανησυχίες εκφράζουν οι θαλασσοκαλλιεργητές για την πτωτική πορεία των τιμών της τσιπούρας και του λαβρακιού, στις αγορές, στις οποίες εξάγει η Κύπρος.
Η αξιοσημείωτο πτώση των τιμών, η οποία καταγράφεται ήδη από το δεύτερο εξάμηνο του 2016 στις ευρωπαϊκές αγορές, εξ αιτίας της μαζικής παραγωγής από τις ανταγωνιστικές Τουρκία και Ελλάδα, επηρεάζει ήδη δυσμενώς τις κυπριακές εξαγωγές των συγκεκριμένων ειδών και απειλεί να μεγεθύνει το πρόβλημα μετά το β’ εξάμηνο της τρέχουσας χρονιάς. «Αν επιμείνουν οι Τούρκοι σε αυτές τις χαμηλές τιμές θα έχουμε σοβαρό πρόβλημα», δήλωσε στο InBusinessNews o Πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Θαλασσοκαλλιεργητών κύπρου (ΠΑΣΥΘΑ), Αντώνης Κιμωνίδης, επισημαίνοντας πως εξ’ αιτίας της κατάστασης αυτής, μέχρι στιγμής η Κύπρος κατέγραψε περίπου 1000 – 1200 τόνους απούλητων ψαριών.
«Μέχρι στιγμής μπορούμε να αντεπεξέλθουμε, όμως πιστεύω πως το β’ εξάμηνο του 2016 η κατάσταση θα χειροτερέψει, ειδικά για τις κυπριακές εταιρείες που εστιάζουν στις εξαγωγές, καθώς στις αγορές που δραστηριοποιείται η χώρα μας, θα μπουν μεγάλες ποσότητες κυρίως τούρκικων ψαριών», συμπλήρωσε ο κ. Κιμωνίδης.
Το μέγεθος του προβλήματος μπορεί να διαφανεί, αν αναλογιστεί κανείς ότι το 60% - %65 της κυπριακής παραγωγής τσιπούρας και λαυρακιού εξάγεται κυρίως σε χώρες της Μέσης Ανατολής όπως το Κουβέιτ, η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία, το Ισραήλ και σε μικρότερο ποσοστό ο Λίβανος. Πρόκειται για χώρες, στις οποίες δραστηριοποιείται έντονα στον ίδιο τομέα και η Τουρκία, η οποία αφενός λόγω της υποτίμησης του νομίσματός της και αφετέρου λόγω της στήριξης που τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα λάμβανε μέσω επιδοτήσεων από την τουρκική κυβέρνηση, μπορεί να παράξει μεγαλύτερο αριθμό ψαριών και σε χαμηλότερες τιμές, με αποτέλεσμα το τελευταίο διάστημα να κερδίζει έδαφος. «Ο έμπορος από τη Μέση Ανατολή μπορεί να εξασφαλίσει το τουρκικό προϊόν σε χαμηλότερη τιμή, με αποτέλεσμα τα δικά μας να μένουν αδιάθετα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κιμωνίδης, περιγράφοντας το πρόβλημα.
Στον αντίποδα, το γεγονός ότι η χώρα μας πρέπει να περιλάβει στο συνολικό κόστος και τα μεταφορικά έξοδα, λόγω του προβλήματος συνδεσιμότητας, δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Πάντως, ο κ. Κιμωνίδης ανέφερε ότι οι Τούρκοι υδατοκαλλιεργητές παράγουν μεν περισσότερα και φθηνότερα ψάρια, ωστόσο το προϊόν τους είναι πολύ κατώτερης ποιότητας. «Τα εργατικά τους πολύ πιο χαμηλά από την υπόλοιπη Ευρώπη, οι συνθήκες εκτροφής πολύ διαφορετικές. Αντίθετα, εμείς ακλουθούμε τα πρωτόκολλα και τους κανόνες της ΕΕ, κάτι που δεν κάνουν οι Τούρκοι στις μαζικές τους παραγωγές», πρόσθεσε ο κ. Κιμωνίδης.
Σημειώνεται ότι η κυπριακή υδατοκαλλιέργεια αποτελεί μια δραστηριότητα με κύκλο εργασιών τα €40 εκατομμύρια ετησίως. Εξ αυτών, τα €25 εκατομμύρια προέρχονται από τις εξαγωγές. Ο συγκεκριμένος τομέας απασχολεί πέραν των 350 εργαζομένων.
Τα ψάρια των ιχθυοτροφιών είναι το τρίτο πιο σημαντικό εξαγώγιμο προϊόν σε αξία όσον αφορά τον πρωτογενή τομέα παραγωγής, μετά τις πατάτες και τα εσπεριδοειδή.