Tου λιμανιού μας η ιστορία
08:37 - 15 Φεβρουαρίου 2017
Το τι συμβαίνει στο λιμάνι της Λεμεσού τις τελευταίες δύο βδομάδες μπορεί να χαρακτηριστεί και ως σημαντικό γεγονός. Και δεν αναφέρομαι, προφανώς, στα προβλήματα που υπάρχουν στη λειτουργία του λιμανιού. Αυτά είναι σημαντικά εκ των πραγμάτων, σημαντικότερη βέβαια είναι η επίλυσή τους χωρίς καμία χρονοτριβή. Σημαντικό γεγονός είναι γιατί από τη θετική ή μη μετάβασή του στη νέα κατάσταση πραγμάτων θα κριθούν πολλά. Η ανταγωνιστικότητά μας στο διαμετακομιστικό εμπόριο, και όχι με το λιμάνι της Λάρνακας, αλλά με τα άλλα λιμάνια της περιοχής, τα αντανακλαστικά μας στην αντιμετώπιση κρίσεων, η ευαισθησία μας στο να μετακυλήσουμε την αναμενόμενη μείωση του κόστους και την αύξηση της παραγωγικότητας στις τιμές των προϊόντων, στο παζάρι, στους καταναλωτές, και εν τέλει αλλά το πιο σημαντικό αν είμαστε έτοιμοι ως οικονομία και ως κοινωνία για να περάσουμε στην εποχή των ιδιωτικοποιήσεων. Ας τα πάρουμε όμως ένα προς ένα.
Η ταλαιπωρία των επιχειρήσεων που έχουν να κάνουν με το λιμάνι, το κόστος που καλούνται να επωμιστούν και οι αυξημένες ταρίφες στις τιμές κάποιων προϊόντων είναι τα πρώτα που χρειάζεται να αντιμετωπιστούν. Ήδη, και με βάση την ενημέρωση που είχαμε την Παρασκευή στην Επιτροπή Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων από τον αρμόδιο υπουργό αλλά και από όλους τους εμπλεκόμενους, υπάρχει καλή θέληση ώστε να ξεπεραστούν τα προβλήματα και ήδη σημειώνεται πρόοδος σε αυτές τις πρώτες δέκα μέρες λειτουργίας του λιμανιού στις νέες συνθήκες. Υπάρχουν, όμως, και πολλά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν. Όπως για παράδειγμα γιατί δεν μπορούσαν να τρέξουν παράλληλα, για ένα μεταβατικό διάστημα, οι δύο «εποχές» και έπρεπε το ένα βράδυ να σβήσουν το φως οι μέχρι τις 28 του Γενάρη διαχειριστές και στις 29 να ανάψουν το φως οι νέοι επενδυτές; Επίσης, γιατί έδωσαν τις μη ρυθμιζόμενες ταρίφες τρεις μέρες μόνο πριν. Αλλά, αυτά τα ερωτήματα, που πρέπει να απαντηθούν, δεν είναι η προτεραιότητά μας. Προτεραιότητα πρέπει να είναι, και ευτυχώς είναι, να λυθούν τα ζητήματα των καθυστερήσεων, να ρυθμιστούν οι ταρίφες, και να καταφέρουμε να περάσουμε από τη σημερινή αντιπαραγωγική κατάσταση σε μια κατάσταση που οι χρόνοι αναμονής, για παράδειγμα, θα είναι μικρότεροι από την πρότερη κατάσταση.
Ο κυρίαρχος λόγος, η πολιτική απόφαση για να έχουμε στο λιμάνι τη νέα κατάσταση πραγμάτων, ήταν ορθώς η αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας του λιμανιού, η αύξηση της κίνησης και της κερδοφορίας. Για να συμβεί αυτό, και δεν πρέπει να είναι μεγάλος ο χρόνος που θα κριθεί, επιβάλλεται να επιλυθούν όλα τα επιμέρους, και να επικεντρωθούν στο ουσιαστικό. Στην προσέλκυση νέων πελατών, κερδίζοντάς τους από τα γειτονικά λιμάνια. Σημαντικός παράγοντας είναι και η προστασία των παραδοσιακών χρηστών, που δεν έχουν άλλη επιλογή για να εξυπηρετηθούν από αισχροκέρδεια και από συνθήκες μονοπωλιακής νοοτροπίας. Αν κινηθούν στο λιμάνι με μια λογική πως δεν υπάρχει άλλο τρόπος να εξαχθούν τα ντόπια προϊόντα, αλλά ούτε να εισαχθούν αυτά που θα εισαχθούν θα είναι καταστροφική για την οικονομία του τόπου μας. Αν καταφέρουμε από την ιδιωτικοποίηση του λιμανιού να ακριβύνουμε τις υπηρεσίες αντί να μειώσουμε το κόστος των εταιριών μας θα λειτουργήσουμε εντελώς ανάποδα από τον στόχο. Ο στόχος θα πρέπει να είναι να καταφέρουμε να μειώσουμε τα έξοδα και αυτό το κέρδος να αντικατοπτριστεί στην πραγματική οικονομία, στο κόστος των προϊόντων, στους καταναλωτές.
Η αλήθεια είναι πως οι τρεις επενδυτές είναι από τους σοβαρότερους παίκτες παγκοσμίως στην διαχείριση λιμανιών. Δεδομένου του γεγονότος πως υπάρχουν σαφείς και ξεκάθαρες δικλίδες ασφαλείας και ελέγχου από την Αρχή Λιμένων και όλη η καλή διάθεση των άμεσα εμπλεκομένων στο λιμάνι για να δουλέψει η ιστορία το στοίχημα εκεί στη Λεμεσό είναι μεγάλο. Θα κριθεί βέβαια εκ του αποτελέσματος. Αν καταφέραμε αύξηση του φορτίου μέσα στους επόμενους μήνες. Και βέβαια θα κριθεί ταυτόχρονα και αν είμαστε αρκετά έτοιμοι και ώριμοι για να εκσυγχρονίσουμε και να μετεξελίξουμε τόσο βασικές και θεμελιώδεις υπηρεσίες στον τόπο μας.