Καμπανάκι ΔΝΤ για πολιτογραφήσεις
16:46 - 06 Οκτωβρίου 2017
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του Ταμείου μετά από την ολοκλήρωση της πρόσφατης αξιολόγησης από τεχνοκράτες του οργανισμού, ενδεχομένως να χρειαστούν αλλαγές πολιτικής ώστε να αποφευχθεί μη βιώσιμη αύξηση στην κατασκευαστική δραστηριότητα. Αρκετά επενδυτικά κίνητρα, σημειώνεται, περιλαμβανομένου του σχεδίου για πολιτογραφήσεις, παρείχαν στήριξη στον κατασκευαστικό τομέα και την οικονομία γενικότερα, και συνέβαλαν στην ανέγερση πολυτελών οικιστικών και τουριστικών ακινήτων, μέσω ξένων κεφαλαίων.
Αυτή η υποστήριξη στον τομέα, σημειώνεται, έχει πλέον επιτύχει τον στόχο της, και θα μπορούσε πλέον να αρχίσει να λειτουργεί αντίστροφα. Περαιτέρω απαγκίστρωση των κριτηρίων για συμμετοχή στο σχέδιο από τον τομέα των ακινήτων θα οδηγούσε σε αποφυγή συγκέντρωσης υπερβολικής οικονομικής δραστηριότητας στον τομέα και θα μείωνε τον κίνδυνο υπερβολικής προσφοράς πολυτελών ακινήτων.
Το ΔΝΤ σημειώνει επίσης πως αν υπάρξουν ενδείξεις πως η κατασκευή πολυτελών ακινήτων στηρίζεται σε εγχώριο δανεισμό, τότε η χρήση πιο αυστηρών κριτηρίων δανεισμού και η αύξηση των απαιτήσεων για μακρο-προληπτικά κεφάλαια θα ήταν χρήσιμο να εφαρμοστούν. Μάλιστα, οι τεχνοκράτες του Ταμείου δεν μένουν ως εδώ και αναφέρουν πως η επαναφορά του φόρου ακίνητης ιδιοκτησίας και η αύξηση των μεταβιβαστικών τελών ακίνητης περιουσίας θα αποτελούσαν επιπρόσθετα αντικυκλικά εργαλεία.
Σε ό,τι αφορά την κυπριακή οικονομία το ΔΝΤ επισημαίνει ότι έχει ανακάμψει σημαντικά μετά την τραπεζική κρίση του 2012-13, επισημαίνοντας πως το ΑΕΠ έχει καταγράψει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης για τρία συνεχή χρόνια, η ανεργία καταγράφει καθοδική πορεία, με το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών να μειώνεται δραματικά και να παρατηρείται βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Το δημοσιονομικό ισοζύγιο μεταβλήθηκε από ένα μεγάλο έλλειμμα σε ένα μικρό πλεόνασμα, η ρευστότητα των τραπεζών έκτακτης ανάγκης έχει εξοφληθεί πλήρως και οι τραπεζικές καταθέσεις αυξάνονται.
Παράλληλα, σημειώνει ότι και οι τιμές των ακινήτων άρχισαν να βελτιώνονται μετά την μεγάλη διόρθωση που υπέστησαν και υπογραμμίζει ότι τα αποτελέσματα αυτά υποστηρίχθηκαν από γενικά συνετές μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές πολιτικές καθώς και από την πρόοδο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, συνοδευόμενα από μια σειρά αναβαθμίσεων της πιστοληπτικής ικανότητας, η οποία τώρα βρίσκεται πλησίον του επενδυτικού βαθμού.
Ωστόσο, υπογραμμίζει ότι το χρέος του ιδιωτικού τομέα παραμένει σε εξαιρετικά υψηλό, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών σε σχέση με τα συνολικά δάνεια ή το ΑΕΠ να παραμένουν από τα υψηλότερα στον κόσμο. Παρόλο που η αύξηση του ΑΕΠ βελτίωσαν την ικανότητα αποπληρωμής πολλών δανειοληπτών, η πρόοδος όσον αφορά τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει αργή. Το δημόσιο χρέος παραμένει επίσης υψηλό. Το υψηλό χρέος και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια καθιστούν την οικονομία πιο ευάλωτη σε δυσμενείς διαταραχές, συμπεριλαμβανομένης της σύσφιξης των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών συνθηκών.