H APS, η Bain και στο βάθος πώληση δανείων
07:20 - 12 Ιανουαρίου 2017
Η ανακοίνωση της Ελληνικής Τράπεζας για δημιουργία κοινής εταιρείας διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων με τον όμιλο APS αποτέλεσε το τελευταίο βήμα του πρώτου σταδίου μίας διαδικασίας που ξεκίνησε από το καλοκαίρι του 2015. Πλέον, η διαδικασία εισέρχεται στο δεύτερο στάδιο και το πλέον ουσιαστικό. Αυτό της διαχείρισης των κόκκινων δανείων με απώτερο στόχο τη μείωσή τους με σημαντικά ταχύτερους ρυθμούς από προηγουμένως. Κάτι που θα είναι καθοριστικό τόσο για την τράπεζα, αφού τα δάνεια των 2,4 δις ευρώ παραμένουν στον ισολογισμό της και αποτελούν μεγάλο μέρος των περιουσιακών της στοιχείων, όσο και για τον τσέχικο όμιλο ο οποίος θα έχει οικονομικό όφελος ανάλογο της βελτίωσης που θα υπάρχει στα υπό διαχείριση δάνεια.
H Ελληνική βελτίωνε σταδιακά την εικόνα των προβληματικών της δανείων τα τελευταία τρίμηνα. Στο τέλος Σεπτεμβρίου μειώθηκαν σε 2,4 δις ευρώ, 4% κάτω σε σχέση με τρεις μήνες προηγουμένως, και 11% σε σχέση με έναν μήνα προηγουμένως. Ως ποσοστό επί του συνόλου, περιορίστηκαν σε 57,1% από 61,2% τον Σεπτέμβριο του 2015, ενώ οι προβλέψεις ανήλθαν στο 50%.
Από τη στιγμή που τα δάνεια παραμένουν στην τράπεζα τότε δεν μπορεί να γίνεται αναφορά σε δημιουργία «κακής τράπεζας», ούτε και σε εταιρεία ειδικού σκοπού στην οποία μεταφέρθηκαν τα κακά δάνεια αφού η κυριότητά τους ανήκει στην Ελληνική. Στους κόλπους της τράπεζας, όμως, μιλάνε πλέον για την «καλή τράπεζα», αυτήν δηλαδή που δεν θα ασχολείται με αυτό το μεγάλο βαρίδι που ονομάζεται κόκκινα δάνεια, αλλά με τους υπόλοιπους τομείς οι οποίοι μπορούν να συμβάλουν στο στόχο της μεγέθυνσης της τράπεζας και βελτίωσης της ποιότητας ενεργητικού, και στο τέλος της μέρας της κερδοφορίας της.
Τα θετικά που διαβλέπει η τράπεζα είναι αρκετά και απομένει να διαφανεί αν θα μετουσιωθούν και σε πράξη. Υπάρχει το παράδειγμα από άλλες χώρες στις οποίες οι τράπεζες εφάρμοσαν αυτού του είδους λύσεις και τα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά, αφού καταγράφηκε σημαντικά αυξημένη ποσοστιαία μείωση των προβληματικών δανείων.
Από πληροφορίες που συνέλεξε το InBusinessNews, στην Ελληνική ευελπιστούν πως αρχικά θα υπάρξει περιορισμός του ρίσκου υλοποίησης των στόχων που τίθενται μέσω της συμμετοχής ενός εξωτερικού συνεργάτη με ιδιαίτερα κίνητρα ο οποίος θα συμβάλει με τεχνογνωσία αλλά και πόρους στην από κοινού εταιρεία που θα δημιουργηθεί.
Το βλέπουν, επίσης, ως μία επιχειρηματική ευκαιρία από τη δημιουργία της μεγαλύτερης πλατφόρμας διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η τράπεζα σκοπεύει να διατηρήσει το ποσοστό της στην εταιρεία, προσβλέποντας πως σταδιακά τόσο άλλες τράπεζες όσο και επενδυτές που θα αγοράσουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια, θα επιδιώξουν να αναθέσουν στην APS Κύπρου τη διαχείρισή τους.
Με τα ποσοστά μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων που αναφέραμε πιο πάνω να είναι μεν θετικά αλλά όχι εντυπωσιακά, μέσω της νέας εταιρείας, η Ελληνική επιδιώκει να κερδίσει και τις εντυπώσεις, τόσο απέναντι στους μετόχους και τους πελάτες της όσο και απέναντι στις ιδιαίτερα απαιτητικές εποπτικές Αρχές.
Μέσω της νέας εταιρείας, στόχος δεν θα είναι μόνο οι αναδιαρθρώσεις αλλά και η βελτίωση των εισροών από τα λεγόμενα τελειωμένα δάνεια. Η τεχνογνωσία του συνεργάτη και η διαφορετική κουλτούρα εκτιμάται πως θα συμβάλει σε επιτάχυνση και υψηλότερες αποδόσεις των recoveries.
Έμφαση στα «πορτοκαλιά»
Μία άλλη εξέλιξη που χαρακτηρίζεται ως θετική είναι πως η «καλή τράπεζα» απαλλαγμένη από τον βραχνά των 2,4 δις ευρώ θα δώσει περισσότερη έμφαση και στα δάνεια για τα οποία υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι κινδυνεύουν να μετατραπούν σε μη εξυπηρετούμενα.
Αν και οικονομικές πτυχές της συμφωνίας δεν ανακοινώθηκαν, εντούτοις, η τράπεζα θα έχει όφελος στα κεφάλαιά της από τη δημιουργία της κοινοπραξίας και την πώληση του σχετικού συμβολαίου σε μία εταιρεία στην οποία θα έχει το 49%.
Στο βάθος πώληση δανείων
Τέλος, αν η προσπάθεια μέσω της APS Recovery Cyprus Ltd αποδειχθεί επιτυχημένη, ανοίγει ο δρόμος και για το επόμενο βήμα όχι μόνο για την Ελληνική, αλλά και για άλλες τράπεζες, αυτό της πώλησης μη εξυπηρετούμενων δανείων κάτι που θα σημάνει και την ουσιαστική απομόχλευση για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Υπενθυμίζουμε πως αρχικά το «Project Ellie», όπως βαπτίστηκε το καλοκαίρι του 2015 όταν η ΕΥ ανέλαβε την προετοιμασία της διαδικασίας, περιλάμβανε και το ενδεχόμενο πώλησης πακέτου κόκκινων δανείων ύψους 500 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, διαφάνηκε πως οι ξένοι επενδυτές δεν ήταν ακόμα πεπεισμένοι να προχωρήσουν σε τέτοιου είδους επένδυση έναντι μη εξευτελιστικού τιμήματος.
Μετά το προπαρασκευαστικό στάδιο της διαδικασίας από την ΕΥ, ακολούθησε αυτό της εξεύρεσης του χρηματοοικονομικού συμβούλου που θα έτρεχε τη διαδικασία για εξεύρεση συνεργάτη/επενδυτή. Ο ρόλος ανατέθηκε στην ισπανική Ν+1 η οποία στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Alantra. H Alantra τον Μάιο του 2016 ολοκλήρωσε και παρουσίασε το επιχειρησιακό της πλάνο, το οποίο ενέκρινε το Διοικητικό Συμβούλιο της Ελληνικής και έδωσε το πράσινο φως για να προχωρήσει η διαδικασία στο στάδιο της υποβολής μη δεσμευτικών προσφορών.
Τον Αύγουστο παρουσιάστηκαν οι μη δεσμευτικές προσφορές και ακολούθησε μία εξαντλητική διαδικασία από τα τέλη Σεπτεμβρίου μέχρι και τα μέσα Δεκεμβρίου. Στάδιο κατά το οποίο ανώτερα στελέχη της τράπεζας έκαναν παρουσιάσεις στους ενδιαφερόμενους επενδυτές, συνεντεύξεις και υποβλήθηκαν ερωτήσεις. Καθοριστικότερη ημερομηνία ενδεχομένως να ήταν η 25η Νοεμβρίου οπότε και υποβλήθηκαν οι δεσμευτικές προσφορές ενώ ακολούθησε νέα διαπραγμάτευση.
Οι ενδιαφερόμενοι
Η διαδικασία που ακολούθησε η Ελληνική και οι σύμβουλοί της απέδειξε αυτό που ακουγόταν εδώ και μήνες, ότι δηλαδή πολλοί ξένοι επενδυτές επιδείκνυαν ενδιαφέρον για τον τομέα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Κύπρο.
Σχεδόν 40 επενδυτές επέδειξαν ενδιαφέρον όταν για πρώτη φορά η Alantra δημοσιοποίησε το έργο. Στη συνέχεια, 17 επενδυτές παρουσιάστηκαν στο στάδιο πριν από την υποβολή μη δεσμευτικών προσφορών ενώ λήφθηκαν εφτά μη δεσμευτικές προσφορές. Από αυτές, τρεις έλαβαν το πράσινο φως για να προχωρήσουν στο στάδιο της υποβολής δεσμευτικών προσφορών ενώ υπήρχε και μία επιλαχούσα. Σύμφωνα με πληροφορίες, πέραν της APS, οι άλλες εταιρείες ήταν η Bain Capital και η Centerbridge ενώ επιλαχούσα ήταν η Mount Street. Αξίζει να σημειωθεί πως, σε αρχικό στάδιο, ενδιαφέρον επέδειξε και η ισπανική Altamira, η οποία προσέγγισε και τον Συνεργατισμό για συνεργασία στη διαχείριση των δικών του κόκκινων δανείων. Παρόλο που αρχικά δεν προχώρησε με την υποβολή προσφοράς, η Altamira ζήτησε να επανέλθει η διαδικασία στο στάδιο των δεσμευτικών προσφορών, κάτι που απορρίφθηκε από την τράπεζα ώστε να μην τεθεί εν αμφιβόλω η όλη διαδικασία από τους άλλους ενδιαφερόμενους.
Ιδιαίτερο ήταν το ενδιαφέρον της Bain, η οποία όμως εστιαζόταν περισσότερο στην αγορά δανείων παρά στη διαχείρισή τους. Ωστόσο, από τη μία, οι ενδοιασμοί της για το κανονιστικό πλαίσιο και, από την άλλη, το μικρό μέγεθος του χαρτοφυλακίου που θα μπορούσε να πωληθεί, την έκαναν να αναθεωρήσει. Εάν το «πείραμα» με τη διαχείριση των δανείων εξελιχθεί θετικά, δεν αποκλείεται η Bain αλλά και άλλες εταιρείες που επενδύουν σε τέτοια προϊόντα να εντατικοποιήσουν το ενδιαφέρον τους για την κυπριακή αγορά, μετουσιώνοντάς το σε πράξη.
Από την άλλη, η Centerbridge φαίνεται πως εμμέσως πλην σαφώς παραδέχθηκε πως αυτήν την περίοδο η προσοχή της στρέφεται καθαρά στην ολοκλήρωση της διαδικασίας στην Ελλάδα σε σχέση με την Aktua Hellas, την πρώτη στο είδος της εταιρεία στην Ελλάδα, η οποία θα αναλάβει τη διαχείριση δανείων ύψους 10-12 δις ευρώ της Alpha Bank.
H επιλογή της ΑΡS ήρθε μετά από την αξιολόγηση της τελικής οικονομικής προσφοράς, την αξιολόγηση της εμπειρίας των ενδιαφερόμενων, τα νομικά και φορολογικά δεδομένα, τα εργασιακά δεδομένα αλλά και την ικανότητα για ομαλή μετάβαση στο νέο καθεστώς.
Παρόλο που η κυπριακή APS θα λειτουργεί από τα γραφεία της Ελληνικής Τράπεζας και με το εξειδικευμένο προσωπικό των 160 ατόμων με επικεφαλής την Κική Παπαδοπούλου, εντούτοις, το μεταβατικό στάδιο μέχρι την πλήρη λειτουργία εκτιμάται πως θα κρατήσει μεταξύ έξι και οκτώ μηνών.