Ο Ανασχεδιασμός των Τηλεπικοινωνιακών Υποδομών
07:36 - 28 Ιουλίου 2016
Μετά την πλήρη απελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών σε όλους τους τομείς, οι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται σήμερα στο παγκοσμιοποιημένο διεθνές επιχειρηματικό σκηνικό και τα κράτη καλούνται να εισέλθουν στον αγώνα της ανταγωνιστικότητας, με στόχο την ανάπτυξή τους, αλλά και των εγχώριων επιχειρήσεων. Κεντρικός άξονας αυτών των εξελίξεων είναι οι νέες τεχνολογίες, με την πληροφορική να αυξάνει κατακόρυφα την αποτελεσματικότητα των κρατικών και επιχειρηματικών μηχανισμών και τις τηλεπικοινωνίες να είναι όσο ποτέ ικανές, να προσφέρουν τις νέες αυτές δυνατότητες σε πολλαπλές γεωγραφικές αγορές και επιχειρηματικές δομές.
Η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη μέσω της σύγκλισης τεχνολογιών, η ανάπτυξη καινοτόμων ηλεκτρονικών υπηρεσιών μεταφοράς φωνής, δεδομένων και εικόνας, η αύξηση του ποσοστού ευρυζωνικής πρόσβασης στο Διαδίκτυο, η αλματώδης αύξηση της διακίνησης δεδομένων με υψηλές ταχύτητες σε σχεδόν πραγματικό χρόνο, αλλά και το εύρος των έξυπνων εφαρμογών, διαμορφώνουν ένα νέο ψηφιακό οικοσύστημα που ήδη όλοι μας βιώνουμε. Μια ψηφιακή κοινωνία χωρίς αποκλεισμούς και περιορισμούς για τους πολίτες της. Ένα έξυπνο ψηφιακό οικοσύστημα, στο οποίο όλοι οι εμπλεκόμενοι παράγοντες και φορείς οφείλουμε να συνδράμουμε ώστε να καταστεί βιώσιμο, ανοιχτό και δημιουργικό, προς όφελος του πολίτη, της αγοράς και της οικονομίας.
Για την επίτευξη της ευρωπαϊκής ψηφιακής ενιαίας αγοράς, απαιτούνται ασφαλή και αξιόπιστα ψηφιακά δίκτυα υψηλής ταχύτητας, με προσιτό κόστος. Ο ανασχεδιασμός των τηλεπικοινωνιακών υποδομών για υψηλή ταχύτητα μετάδοσης δεδομένων και υπηρεσιών, αποτυπώνει την ανάγκη και την πραγματικότητα της εποχής μας. Η αναγκαιότητα αυτή έχει εκφρασθεί με σαφήνεια μέσα από τους στόχους του Ψηφιακού Θεματολογίου για την Ευρώπη 2020. Γεννάται, όμως, ένα σημαντικό ερώτημα: από πού θα προέλθουν τα χρήματα για τις επενδύσεις που απαιτούνται;
Όπως είναι γνωστό, ενώ το μέγεθος της ψηφιακής οικονομίας αυξάνεται δραματικά κάθε χρόνο, τα οφέλη από την αύξηση αυτή καρπώνονται κατά κόρον επιχειρήσεις που προσφέρουν “over the top” υπηρεσίες, θεωρώντας δεδομένη την ύπαρξη των απαραίτητων υποδομών. Από την άλλη πλευρά, οι ίδιες οι υποδομές, παρά την κρισιμότητα του ρόλου τους και τις υψηλές επενδύσεις που απαιτούν, τείνουν να θεωρούνται ως αγαθά ευρείας χρήσης (commodities), των οποίων οι ιδιοκτήτες τηλεπικοινωνιακοί οργανισμοί έχουν εξαιρετικά μικρό μερίδιο των εσόδων που καθίστανται δυνατά, ακριβώς λόγω της ύπαρξης των υποδομών αυτών. Το παράδοξο αυτό, είναι κάτι που πρέπει να απασχολήσει σημαντικά τις εθνικές και διεθνείς πολιτικές στον τομέα των τηλεπικοινωνιών τα επόμενα χρόνια, ώστε να μην οδηγηθούμε τελικά σε ανάσχεση της ανάπτυξης των νέων υποδομών.
O κλάδος των ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχει βεβαίως πληγεί από το γενικότερο δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, καθώς έχει υποστεί σημαντική συρρίκνωση των μεγεθών του ενώ, οι συνεχώς μεταβαλλόμενες πολιτικές λόγω της οικονομική κρίσης, αποτελούν αστάθμητους παράγοντες ανάσχεσης των νέων επενδύσεων. Στο πλαίσιο αυτό, βασικές προτεραιότητες των στρατηγικών επιλογών μας θα πρέπει να είναι, τόσο η διασφάλιση ενός σταθερού και ασφαλούς επενδυτικού περιβάλλοντος, όσο και η προστασία και βελτίωση των όρων του ανταγωνισμού για τους τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς που έχουν ήδη κάνει εκτεταμένες επενδύσεις.
Οι τηλεπικοινωνιακές υποδομές υψηλών ταχυτήτων σε εθνικό, αλλά και διεθνές επίπεδο, αποτελούν θεμέλιο για τη ψηφιακή οικονομία και κοινωνία. Η επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Ψηφιακής Ατζέντας 2020 αποτελεί πρόκληση για τους τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς στην Ευρώπη αλλά, την ίδια στιγμή συνιστά και μία σημαντική αναπτυξιακή ευκαιρία. Οι εθνικές στρατηγικές θα πρέπει να δίνουν τις σωστές κατευθύνσεις ως προς την υιοθέτηση των τεχνολογιών που ανταποκρίνονται στις ανάγκες των επομένων ετών. Έργα υποδομής όπως η επέκταση της οπτικής ίνας δικτύου μέχρι το κτίριο (FFTH: Fibre To The Building), παρακάμπτοντας τεχνολογίες που συνεχίζουν να βασίζονται στο χαλκό υποδομών, μπορούν συνδυαζόμενα με τις κατάλληλες ενέργειες για ενθάρρυνση της χρήσης καινοτόμων υπηρεσιών, να επιφέρουν σημαντική ώθηση σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας. Στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία του 21ου αιώνα, πέραν των εθνικών υποδομών που διασφαλίζουν την απρόσκοπτη και ταχεία πρόσβαση των τελικών χρηστών στο Διαδίκτυο, ιδιαίτερη σημασία έχουν αποκτήσει και οι διεθνείς διασυνδέσεις υψηλής ταχύτητας που αποτελούν τις λεωφόρους της πληροφορίας με πρόσβαση στις θύρες Διαδικτύου.
Ο Όμιλος Cyta, εκμεταλλευόμενος τόσο τη στρατηγική γεωπολιτική θέση της Κύπρου, όσο και τις εκτεταμένες επενδύσεις σε υποδομές δικτύων πυρήνα που έχουν υλοποιηθεί σε Κύπρο, Ελλάδα και αλλού, επεκτείνει συνεχώς τις χωρητικότητες που διαθέτει, προκειμένου να διασφαλιστούν οι υπηρεσίες τελικών χρηστών και να αξιοποιηθούν πλήρως οι αναπτυξιακές προοπτικές που προκύπτουν. Επί σειρά ετών, επενδύει συστηματικά σε υποθαλάσσια και επίγεια οπτικά δίκτυα, διασφαλίζοντας την αξιοπιστία και ευρωστία των υποδομών και την επάρκεια χωρητικότητας στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου ενώ, πρωτοπορεί αναπτύσσοντας έντονη δραστηριότητα διαρκούς καινοτομίας και ταχείας τεχνολογικής εξέλιξης, στην αξιοποίηση και εμπορία των τηλεπικοινωνιακών υποδομών. Σε αυτά τα πλαίσια, προωθεί την επέκταση των δικτύων του, σε ένα κοινό μέτωπο Κύπρου – Ελλάδος στον άξονα Μέσης Ανατολής – Βαλκανίων που επιτρέπει στον Όμιλο να αξιοποιήσει τα εθνικά και διεθνή δίκτυα του και να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, ως εναλλακτική τηλεπικοινωνιακή γέφυρα μεγάλης γεωπολιτικής αξίας, μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Ο Όμιλος Cyta, πιστός στην πολιτική συμπόρευσης με τις αναπτυξιακές πρωτοβουλίες στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, θα συνδράμει με όλες τις δυνάμεις του για μια ακμάζουσα ψηφιακή οικονομία και κοινωνία. Όραμά του να προσφέρει στον άνθρωπο σύγχρονες λύσεις ηλεκτρονικής επικοινωνίας χωρίς όρια, που να του δίνουν την ελευθερία να ανακαλύπτει και να επικοινωνεί με τον κόσμο.