ΥΠΟΙΚ: Διαχειρίσιμες επιπτώσεις Brexit, χωρίς εφησυχασμό
20:34 - 14 Ιουλίου 2016
Δεν προβλέπονται σοβαρές επιπτώσεις για την Κύπρο, ιδιαίτερα για τον τουρισμό και τις εξαγωγές, από την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τόνισε ο υπουργός Οικονομικών, Χάρης Γεωργιάδης, σημειώνοντας, ωστόσο, ότι θα πρέπει να προκαλέσει προβληματισμό η «επικράτηση του λαϊκισμού», όπως χαρακτήρισε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Μιλώντας σε συζήτηση που διοργανώθηκε από τον Όμιλο Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας (ΟΠΕΚ) και το ΚΕΒΕ, με τίτλο «Η Ευρώπη μετά το Brexit», ο κ. Γεωργιάδης σημείωσε ότι οι όποιες επιπτώσεις για την Κύπρο αναμένεται να είναι διαχειρίσιμες. Ωστόσο, διερωτήθηκε κατά πόσο εξαντλούνται οι προβληματισμοί όταν η Κύπρος δέχεται «ανώδυνες επιπτώσεις την στιγμή, όμως, που το ευρωπαϊκό οικοδόμημα δέχτηκε τον πιο σοβαρό του κλονισμό».
Εξάλλου, εξήγησε, ότι είναι πρόωρη η εξαγωγή συμπερασμάτων και η διεξαγωγή συζητήσεων επί των επιπτώσεων από το Brexit, νοουμένου ότι δεν έχει καταρτιστεί ο μηχανισμός για έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, ενώ δεν είναι γνωστές ούτε οι προθέσεις του ίδιου του Ηνωμένου Βασιλείου αναφορικά με τη νέα σχέση, την οποία θα επιδιώξει με την ευρωπαϊκή κοινότητα.
Εντούτοις, ο υπουργός Οικονομικών κατέστησε σαφές ότι μόνη λύση αποτελεί «η συνέχιση της συστηματικής και υπεύθυνης προσπάθειας για δημιουργία ανταγωνιστικής και παραγωγικής οικονομίας», διευκρινίζοντας, όμως, ότι η Κύπρος δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη από τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις.
Ταυτόχρονα, σημείωσε ότι δεν μπορεί να εφησυχάσει η Κύπρος από το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος, λέγοντας ότι «σε μια ευημερούσα οικονομία επικράτησε ο λαϊκισμός και τα άκρα, που αν δεν ελεγχθούν, αναμένεται να επηρεάσουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και προσεγγίσεις». Διευκρίνισε, εξάλλου, ότι η νεοφιλελεύθερη προσέγγιση «δεν είναι αυτή που επικεντρώνεται στους φόρους, αλλά αφορά τις ανοιχτές οικονομίες, τη διακίνηση κεφαλαίων, προϊόντων και κυρίως ανθρώπων και ιδεών».
Την ίδια ώρα, ο Χάρης Γεωργιάδης, επικαλούμενος την περίπτωση της Κύπρου, ανέφερε ότι πρόθεση του ίδιου δεν ήταν να φορτώσει στην Τρόικα τις ευθύνες για τη λήψη των μέτρων, που έπρεπε να είχαν ληφθεί, ενώ αναφερόμενος στο βρετανικό δημοψήφισμα υπέδειξε ότι «είναι εύκολο για τις δύσκολες πολιτικές αποφάσεις οι κυβερνήσεις να απευθύνονται στους πολίτες, αντί να τις λαμβάνουν οι ίδιες».
Πισσαρίδης: Φοβάται ντόμινο η Ευρώπη
Από την πλευρά του ο νομπελίστας, καθηγητής στο LSE, Χριστόφορος Πισσαρίδης τόνισε στο πλαίσιο της ίδιας συζήτησης ότι η επερχόμενη έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί, όπως χαρακτηρίστηκε και από βρετανικά ΜΜΕ, τη χειρότερη εξέλιξη στη χώρα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μεταξύ άλλων, χαρακτήρισε σωστή την αντιμετώπιση της ΕΕ, η οποία, όπως είπε, «κρατά σκληρή στάση απέναντι στη Βρετανία, προκειμένου να αποφευχθεί ανάλογη κίνηση από χώρες όπως η Ολλανδία και η Φιλανδία».
Παράλληλα, ο κ. Πισσαρίδης σημείωσε ότι αναμένεται να υπάρξει αντιπαράθεση μεταξύ Κομισιόν και επιχειρηματικού κόσμου σχετικά με την κατάληξη της συμφωνίας με τη Βρετανία. Αναλύοντας τις επιδράσεις στην ίδια τη Βρετανία από το Brexit, ανέφερε ότι επιπτώσεις αναμένονται στην παραγωγικότητα και στις νέες τεχνολογίες, καθώς και στο ελεύθερο εμπόριο.
Τσιακκής: Επιπτώσεις και ευκαιρίες
Τις αξίες στις οποίες στηρίχθηκε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα καλείται να δει η ΕΕ, σημείωσε ο γενικός γραμματέας του ΚΕΒΕ, Μάριος Τσιακκής, εξηγώντας ότι δεν θα πρέπει να λειτουργήσει εχθρικά απέναντι στο Ηνωμένο Βασίλειο, επιτυγχάνοντας την ίδια ώρα συμφωνία, η οποία θα προστατεύει τα κράτη μέλη.
Όπως ανέφερε ο κ. Τσιακκής, «το Brexit αναπόφευκτα θα δημιουργήσει επιπτώσεις αλλά και ευκαιρίες για την Κύπρο», τονίζοντας ότι απαιτούνται προσεκτικοί χειρισμοί προκειμένου να μην διασαλευθούν οι οικονομικές σχέσεις με ένα σημαντικό εμπορικό εταίρο, όπως η Βρετανία.
Από την άλλη, ωστόσο, σημείωσε ότι θα πρέπει να αξιοποιηθούν σωστά οι ευκαιρίες, όπως η ενδεχόμενη μετεγκατάσταση ξένων εταιρειών από το Ηνωμένο Βασίλειο, επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι ήδη προγραμματίζεται επιχειρηματική αποστολή του ΚΕΒΕ στη Βρετανία με στόχο την προώθηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας για προσέλκυση επιχειρήσεων και επενδύσεων.