«Μαύρη λίστα» για φορολογικούς παραδείσους ζητά η ευρωβουλή
16:31 - 08 Ιουνίου 2016
Την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη νέα ευρωπαϊκή οδηγία για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής χαιρέτισαν οι ευρωβουλευτές με ψήφισμά τους την Τετάρτη 8 Ιουνίου. Ζήτησαν, ωστόσο, τη θέσπιση αυστηρότερων ορίων στις εκπτώσεις για τις πληρωμές τόκων, αυστηρότερους κανόνες για τα εισοδήματα που προέρχονται από την αλλοδαπή, αύξηση της διαφάνειας των καταπιστευμάτων και ιδρυμάτων, κατάρτιση "μαύρης λίστας" των φορολογικών παραδείσων και καταλόγου κυρώσεων για τις μη συνεργάσιμες περιοχές δικαιοδοσίας.
"Δεν είναι σωστό να ζητάμε πάντα αύξηση των προσπαθειών από τους εργαζομένους, τους συνταξιούχους και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις όταν την ίδια στιγμή οι πολυεθνικές και οι πλούσιοι αποφεύγουν να καταβάλουν τους φόρους που τους αναλογούν. Ο αγώνας για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα. Είναι μία πρόκληση όχι μόνο για να επανακτήσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών μας αλλά και για να εξασφαλίσουμε το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος", δήλωσε ο εισηγητής του ΕΚ, Hugues Bayet (Σοσιαλιστές, Βέλγιο).
Η οδηγία για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής ακολουθεί τις οδηγίες του σχεδίου δράσης του ΟΟΣΑ για τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (BEPS) και ακολουθεί τις συστάσεις που εξέδωσε το ΕΚ τον Νοέμβριο (έκθεση της ειδικής επιτροπής του ΕΚ για τις φορολογικές αποφάσεις TAXE 1) και τον Δεκέμβριο (νομοθετικές προτάσεις των εισηγητών Anneliese Dodds (Σοσιαλιστές, Ηνωμένο Βασίλειο) και Luděk Niedermayer (ΕΛΚ, Τσεχία)).
Η νέα οδηγία βασίζεται στην αρχή ότι ο φόρος θα πρέπει να καταβάλλεται εκεί όπου πραγματοποιούνται τα κέρδη και περιλαμβάνει νομικά δεσμευτικά μέτρα για τον περιορισμό των μεθόδων που χρησιμοποιούν πιο συχνά οι εταιρείες για να αποφύγουν την καταβολή των φόρων. Προτείνει επίσης την υιοθέτηση κοινών ορισμών, όπως "μόνιμη εγκατάσταση", "φορολογικοί παράδεισοι", "ελάχιστη οικονομική ουσία", "τιμές μεταβίβασης", "κόστος δικαιωμάτων", "φορολογικά καθεστώτα για διπλώματα ευρεσιτεχνίας", "εταιρείες γραμματοκιβωτίου" ή και άλλων όρων που συχνά παρερμηνεύονται.
Ρήτρα προοδευτικής απαλλαγής
Οι ευρωβουλευτές είναι πιο φιλόδοξοι από την Επιτροπή σε ό,τι αφορά τη ρήτρα προοδευτικής απαλλαγής για τα έσοδα που φορολογούνται σε χώρα εκτός της ΕΕ και στη συνέχεια μεταφέρονται σε ένα κράτος μέλος της ΕΕ. Αυτά τα αποκτηθέντα στην αλλοδαπή εισοδήματα συχνά απαλλάσσονται από τη φορολογία, ώστε να αποφεύγεται η διπλή φορολόγηση. Οι ευρωβουλευτές ωστόσο τάσσονται υπέρ του καθορισμού ενός ελάχιστου ποσοστού φορολόγησης ύψους 15%, ώστε σε περιπτώσεις που το εισόδημα αυτό έχει φορολογηθεί στην τρίτη χώρα με χαμηλότερο συντελεστή, να καταβάλλεται η διαφορά που προκύπτει.
Το ΕΚ συστήνει επίσης, μεταξύ άλλων:
• Το επιπλέον κόστος δανεισμού να εκπίπτει στο φορολογικό έτος κατά το οποίο πραγματοποιούνται μόνο μέχρι 20% των εσόδων προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (EBITDA) του φορολογουμένου ή μέχρι του ποσού των 2 εκατ. ευρώ, ανάλογα με το ποσό που είναι υψηλότερο.
• Κατάρτιση μιας εξαντλητικής "μαύρης λίστας", σε επίπεδο Ένωσης, των φορολογικών παραδείσων και των χωρών, συμπεριλαμβανομένων όσων βρίσκονται εντός της Ένωσης, που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό μέσω ευνοϊκών φορολογικών ρυθμίσεων. Η μαύρη λίστα θα πρέπει να συμπληρώνεται από κατάλογο κυρώσεων για τις μη συνεργάσιμες περιοχές δικαιοδοσίας και για χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται εντός φορολογικών παραδείσων.
• Απαγόρευση της χρήσης "εταιρειών γραμματοκιβωτίου" (letterbox companies).
• Την άμεση εισαγωγή κοινής ενοποιημένης βάσης φορολογίας εταιρειών (ΚΕΒΦΕ).
• Αύξηση της διαφάνειας των καταπιστευμάτων και των ιδρυμάτων.
• Καθιέρωση μιας ενιαίας μεθόδου για τον υπολογισμό του πραγματικού συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων σε κάθε κράτος μέλος, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η σύγκριση μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
• Καθιέρωση έως τον Ιανουάριο του 2017 ενός μηχανισμού επίλυσης διαφορών με σαφέστερους κανόνες και αυστηρότερα χρονοδιαγράμματα.
• Δημιουργία ενός εναρμονισμένου κοινού ευρωπαϊκού αριθμού φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) ο οποίος θα λειτουργούσε ως βάση για την αποτελεσματική και αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών υπηρεσιών των κρατών μελών.