Χ. Γεωργιάδης: Επαναφέροντας την αξιοπιστία
08:34 - 15 Μαρτίου 2016
Ο τσάρος της κυπριακής οικονομίας ανέλαβε τα ηνία χωρίς δεύτερη σκέψη. Σήμερα, τρία χρόνια μετά, θυμάται τους βασανιστικούς πρώτους μήνες αλλά και τα δειλά χαμόγελα από τα πρώτα θετικά αποτελέσματα. Εξηγεί πώς μειώθηκε το έλλειμμα από το -5% στο μηδέν σε ένα χρόνο χωρίς νέους φόρους και ανησυχεί για τις μεταρρυθμίσεις που επιβάλλονται στη δημόσια υπηρεσία.
Τον Απρίλιο του 2013 ο κ. Χάρης Γεωργιάδης κάθισε στην καυτή καρέκλα του υπουργού Οικονομικών αναλαμβάνοντας ρόλο πυροσβέστη. Η νέα κυβέρνηση είχε μόλις υπογράψει Μνημόνιο συναντίληψης με την Τρόικα, οι καταθέσεις στις τράπεζες είχαν υποστεί κούρεμα, η Κύπρος ήταν εκτός αγορών και με ύφεση 5%, η αξιοπιστία της χώρας ήταν αποδεκατισμένη και το χρηματοπιστωτικό σύστημα υπό κατάρρευση.
Κύριε υπουργέ, από το 2012 είχαν αρχίσει να ακούγονται ψίθυροι για κούρεμα των καταθέσεων, αλλά φυσικά όλοι το διέψευδαν. Είχατε πιστέψει ότι θα μπορούσε να φτάναμε ως εκεί;
Όχι βέβαια. Αλλά ούτε και γνώριζα ασφαλώς ότι το σχετικό νομοσχέδιο ήταν έτοιμο από τον Δεκέμβριο του 2012, ότι είχε ελεγχθεί από τη Νομική Υπηρεσία του κράτους και ότι είχε σταλεί για σχόλια στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και δεν αναφέρομαι σε κάποιο εναρμονιστικό νομοσχέδιο, όπως έχει λεχθεί, αλλά σε εκείνο το νομοσχέδιο που εμφανίστηκε ξαφνικά και τέθηκε ενώπιον της νέας κυβέρνησης τη μέρα που κατέρρεε η Λαϊκή Τράπεζα. Από τον τέως Διοικητή συγκεκριμένα. Εκ των υστέρων κρίνω πως εκεί που αφέθηκαν και έφτασαν τα πράγματα, το κούρεμα ήταν αναπόφευκτο. Διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν λαμβάνονταν έγκαιρα μέτρα και εάν μπαίναμε σε πρόγραμμα στήριξης πολύ νωρίτερα.
Τον καιρό των Eurogroups ήσασταν ακόμα υπουργός Εργασίας. Πώς βιώσατε εκείνες τις δύσκολες βδομάδες;
Ήταν μια εφιαλτική περίοδος. Είχαμε φτάσει στα όρια της πλήρους οικονομικής κατάρρευσης. Θυμάμαι ότι στην απουσία του Μιχάλη Σαρρή, ημέρα Τρίτη, μεταξύ πρώτου και δεύτερου Eurogroup, έφτασαν στο γραφείο μου στο υπουργείο Εργασίας οι επικεφαλής της Τρόικας για να με ενημερώσουν ότι τόσο η Λαϊκή όσο και η Τράπεζα Κύπρου θα έπρεπε να κλείσουν. Είχε μόλις ολοκληρωθεί η γνωστή σύνοδος της Βουλής, που είχε πει το βροντερό «όχι» στην πρώτη πρόταση.
Πόσο οργανωμένοι, προετοιμασμένοι και συντονισμένοι θεωρείτε ότι ήμασταν;
Δυστυχώς η κατάσταση που παραλάβαμε ως νέα κυβέρνηση θύμιζε διαλυμένο στρατό. Κανένας δεν είχε συνολική εικόνα της κατάστασης. Καμία ενημέρωση, καμία οργάνωση. Για ποια προετοιμασία με ρωτάτε; Ποιος είχε την ευθύτητα, για παράδειγμα, να ενημερώσει τον νέο πρόεδρο, τότε, ότι η Λαϊκή ήταν από καιρό στον αναπνευστήρα; Αυτό το ομολόγησαν αργότερα. Αλλά και στο θέμα των δημοσίων οικονομικών. Ποιος είχε την ευθύτητα να ενημερώσει ότι το κράτος είχε ρευστά διαθέσιμα για ένα μόνο μήνα; Αυτή ήταν η κατάσταση.
Πώς έγινε η πρώτη επικοινωνία με τον πρόεδρο Αναστασιάδη για να σας ζητήσει να αναλάβετε το «καυτό» υπουργείο των Οικονομικών; Ποια ήταν τα λόγια του Προέδρου;
Απλώς στο τέλος μιας σύσκεψης στο γραφείο του με κράτησε πίσω και μου ανακοίνωσε ότι πρέπει να αναλάβω το υπουργείο Οικονομικών.
Ποια ήταν η δική σας απάντηση και ποια τα πρώτα σας συναισθήματα;
Οι συνθήκες δεν επέτρεπαν ούτε πολλές συζητήσεις, ούτε συναισθηματισμούς. Έγνεψα καταφατικά και αναζήτησα αμέσως τον Γενικό Διευθυντή του υπουργείου, τον κ. Πατσαλίδη. Έπρεπε αμέσως να ξεκινήσουμε την προσπάθεια ανασύνταξης και αντιμετώπισης της κατάστασης.
Ποιο ήταν το κλίμα στις πρώτες συνομιλίες για το μνημόνιο; Ποιες χώρες ήταν «σύμμαχοι» και ποιες πιο αυστηρές μαζί μας;
Το κλίμα ήταν γενικά βεβαρημένο για τη χώρα μας. Δεν ήταν τόσο θέμα αυστηρότητας όσο κλονισμού της εμπιστοσύνης, μέσα από τα όσα είχαν προηγηθεί, κυρίως σε σχέση με την εντύπωση ότι ως χώρα είχαμε ροκανίσει τον χρόνο. Ότι είχαν περάσει δύο ολόκληρα χρόνια μεταξύ της απώλειας της πρόσβασης της Κύπρου στις αγορές και της κατάληξης, τελικά, σε συμφωνία για πρόγραμμα στήριξης.
Τι σας είχε κάνει περισσότερο εντύπωση σε εκείνες τις πρώτες συναντήσεις; Σας είχε στενοχωρήσει ή απογοητεύσει κάτι ή κάποιοι;
Η απογοήτευσή μου σχετιζόταν με τη θέση στην οποία είχε οδηγηθεί η χώρα μας. Το θεωρούσα κατάντημα για μια χώρα όπως τη δική μας, που είχε με το σπαθί της ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη, να οδηγηθεί μέσα σε ελάχιστα χρόνια σε μια τόσο δύσκολη θέση. Να φτάσει στο σημείο να έχει ανάγκη τη στήριξη των εταίρων της, περιλαμβανομένων κρατών που ξεκίνησαν πολύ πιο πίσω από εμάς, για να μπορέσει να επιβιώσει οικονομικά. Η θλίψη μου σχετιζόταν και με το κόστος που τόσοι πολλοί συμπατριώτες μας πλήρωσαν, είτε χάνοντας τις δουλειές τους, είτε τις καταθέσεις τους, λόγω της ανευθυνότητας κάποιων.
Τι έλεγαν τα πηγαδάκια στην Ευρώπη για εμάς; Πότε πίστευαν ότι θα ξεμπερδέψουμε και θα επανέλθουμε σε ανάπτυξη; Θεωρούσαν ότι θα ακολουθήσουμε την πορεία της Ελλάδας;
Στην αρχή λίγοι πίστευαν ότι η Κύπρος θα τα καταφέρει. Σιγά-σιγά όμως η εικόνα άρχισε να αλλάζει. Εφαρμόζαμε με αποφασιστικότητα το πρόγραμμα. Εφαρμόζαμε αυτά που είχαμε συμφωνήσει και ήμουν σε θέση κάθε τρίμηνο να παρουσιάζω την πρόοδο της κυπριακής οικονομίας. Στην πορεία καταφέραμε να διαψεύσουμε όλες τις εκτιμήσεις, κυρίως αυτές που σχετίζονταν με την πορεία της πραγματικής οικονομίας. Αυτό βοήθησε καθοριστικά στην επανάκτηση της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης προς τη χώρα μας.
Ποια ήταν η πιο δύσκολη απόφαση που είχατε να πάρετε μέσα από το μνημόνιο;
Η πιο δύσκολη αλλά πιθανώς και η πιο σωστή απόφαση ήταν αυτή του δραστικού περιορισμού του ελλείμματος, μέσα σε ένα μόνο χρόνο. Να σας θυμίσω ότι παραλάβαμε ένα κράτος που δαπανούσε περίπου 1 δις ευρώ το χρόνο περισσότερα από όσα εισέπραττε. Και ότι για την κάλυψη αυτών των ελλειμμάτων χρειάζονταν κάθε τόσο εκείνα τα γνωστά έκτακτα πακέτα μέτρων. Τα οποία κατά κύριο λόγο ήταν φορολογικά. Φέραμε το έλλειμμα από το -5% κοντά στο μηδέν σε ένα μόνο χρόνο και αυτό κατέστησε αχρείαστες τις όποιες πρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις. Ουσιαστικά αφαιρέσαμε κάθε περιθώριο στην Τρόικα, αλλά και κάθε ανάγκη, για νέους φόρους που θα κρατούσαν την οικονομία μας εγκλωβισμένη στην ύφεση.
Ποια θεωρείτε ως τη μεγαλύτερή σας επιτυχία αυτά τα τρία χρόνια;
Βασικά αυτό που μόλις σας έχω πει. Ότι ενώ μπήκαμε στο Μνημόνιο το 2013 με την οικονομία να είναι ήδη σε βαθιά ύφεση καταφέραμε, τρία χρόνια μετά, να εξέλθουμε, με την οικονομία να είναι ξανά σε ρυθμούς ανάπτυξης. Και θεωρώ πως μόνο μέσα από την ενίσχυση και εδραίωση αυτής της αναπτυξιακής προοπτικής είναι που θα δημιουργήσουμε ξανά νέες ευκαιρίες και νέες θέσεις εργασίας για τους συμπολίτες μας.
Ποια ήταν η «αποτυχία» σας, υπό την έννοια ότι θεωρούσατε κάτι σημαντικό να εφαρμοστεί, αλλά δεν έγινε;
Με ανησυχεί πάρα πολύ η καθυστέρηση σε σχέση με τα νομοσχέδια για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας. Είναι από τον περασμένο Αύγουστο ενώπιον της Βουλής, αλλά φαίνεται δεν πείσαμε για το πόσο σημαντικά και επείγοντα είναι. Κυρίως το νομοσχέδιο που ρυθμίζει και εναρμονίζει την πορεία του μισθολογίου του δημοσίου τομέα με τον ρυθμό ανάπτυξης. Εάν δεν εφαρμοστεί αυτή η ρύθμιση, σημαίνει ότι θα αρχίσουν να αποδίδονται αυτόματα και με τρόπο ανεξέλεγκτο οι αυξήσεις και τα παρεμφερή μισθολογικά ωφελήματα και θα κινδυνεύσουμε να βρεθούμε ξανά αντιμέτωποι με τον εκτροχιασμό. Οι αυξήσεις και οι προσλήψεις πρέπει να γίνονται με τρόπο λελογισμένο. Επόμενος στόχος είναι η κατάργηση της έκτακτης συνεισφοράς, που βαραίνει τους εργαζόμενους και στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Αλλά να πάμε ξαφνικά στα παλιά, θα ήταν καταστροφικό.
Ποιο πρέπει να είναι το μεγαλύτερο μάθημα για την Κύπρο από όλη αυτή τη διαδρομή των τελευταίων τριών ετών;
Το μεγαλύτερο μάθημα, εάν με ρωτάτε, δεν αφορά τα τελευταία τρία έτη αλλά την περίοδο που είχε προηγηθεί. Τότε που νομίζαμε ότι στην Κύπρο δεν λειτουργούν ούτε οι κανόνες της οικονομίας, ούτε και οι κανόνες της λογικής. Τότε που το κράτος μοίραζε αυξήσεις και επιδόματα χωρίς κριτήρια και χωρίς σχέδιο. Που δημιουργούσαμε ελλείμματα αδιαφορώντας για το ποιος θα τα πληρώσει. Τότε που οι τράπεζες έδιναν δάνεια σε όποιον έμπαινε στο κατάστημά τους. Τότε που η ατολμία και η αναβλητικότητα οδήγησε τα πράγματα στο χείλος της ολοκληρωτικής καταστροφής. Αλλά και η διαδρομή των τελευταίων τριών ετών έχει πολλά να μας διδάξει. Επειδή σε αυτή την περίοδο έχει επιβεβαιωθεί ότι τις λύσεις τις δίνει πάντοτε ο ρεαλισμός, η συνέπεια και η διάθεση για λήψη δύσκολων αλλά αναγκαίων αποφάσεων. Σε αντίθεση με την οδό της άρνησης, του λαϊκισμού και των συνθημάτων που δεν οδηγεί πουθενά. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, επειδή προφανώς και παρά τη σημαντική πρόοδο υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν.