Μειώθηκε κατά 40% ο πλούτος στα κυπριακά νοικοκυριά
14:50 - 23 Δεκεμβρίου 2016
Κατά 40% μειώθηκε η αξία του καθαρού πλούτου στην Κύπρο το 2014 καταγράφοντας τη μεγαλύτερη μείωση στη διάμεση αξία του πλούτου πανευρωπαϊκά, σύμφωνα με την έρευνα χρηματοοικονομικής κατάστασης και καταναλωτικών συνηθειών των νοικοκυριών σε χώρες μέλη της ΕΕ, την οποία δημοσίευσε την Παρασκευή (23 Δεκεμβρίου) η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Σύμφωνα με σχετικό σημείωμα της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (ΚΤΚ) το πιο πάνω γεγονός αποδίδεται στη σημαντική πτώση που σημειώθηκε στις τιμές των ακινήτων τα τελευταία χρόνια, αλλά και στην απομείωση των καταθέσεων το 2013.
Η σύγκριση γίνεται με τα στοιχεία του πρώτου ρεύματος της αντίστοιχης έρευνας που διεξήχθη το 2010. Στην έρευνα συμμετείχαν συνολικά 20 χώρες της ΕΕ, ενώ λήφθηκαν απαντήσεις από 84000 νοικοκυριά. Στην Κύπρο συμμετείχαν 1289 νοικοκυριά.
Ανάλογη ήταν και η πτώση του ακάθαρτου εισοδήματος των νοικοκυριών, του οποίου η διάμεση αξία σημείωσε την πιο μεγάλη μείωση από όλες τις χώρες αγγίζοντας το 34,2%, φτάνοντας στα €22 700, ως απότοκο της απότομης διόρθωσης που σημειώθηκε στους μισθούς καθώς και της αύξησης της ανεργίας. Η εξέλιξη αυτή ταξινομεί τα κυπριακά νοικοκυριά αρκετά πιο χαμηλά από την πανευρωπαϊκή διάμεση αξία που ήταν €29 200, ενώ άλλες χώρες με χαμηλότερα εισοδήματα είναι η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Σλοβενία, η Σλοβακία, η Εσθονία και η Λετονία.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνα, μεταξύ 2010 και 2014 η διάμεση αξία των συνολικών πραγματικών περιουσιακών στοιχείων, σημείωσε στην Κύπρο πτώση κατά 34,9%, τη δεύτερη μεγαλύτερη στην Ευρώπη μετά την Ελλάδα (35,9%), κάτι που οφείλεται στη σημαντική πτώση στις τιμές των ακινήτων. Τα αποτελέσματα της έρευνας φανερώνουν ότι η διάμεση αξία της άλλης ακίνητης περιουσίας μειώθηκε κατά 32,7% και η διάμεση αξία της κύριας κατοικίας μειώθηκε κατά 22,1%.
Όσον αφορά το ποσοστό ιδιοκτησίας πραγματικών περιουσιακών στοιχείων, και αυτό σημείωσε πτώση μεταξύ 2010 και 2014. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στην κατοχή ακίνητης περιουσίας πέραν της κύριας κατοικίας (5,7%) και στην κύρια κατοικία (3,2%). Σε ονομαστικούς αριθμούς, η αξία της άλλης ακίνητης περιουσίας πέραν της κύριας κατοικίας μειώθηκε περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη συνιστώσα, εξέλιξη η οποία σε συνάρτηση και με την πτώση στην ιδιοκτησία που παρατηρείται, πιθανόν να υποδηλοί πως τα νοικοκυριά προχώρησαν με πωλήσεις ακίνητης περιουσίας πέραν της κύριας κατοικίας για κάλυψη των αναγκών τους.
Μείωση στα χρηματοοικονομικά στοιχεία των νοικοκυριών
Μείωση σημειώθηκε στα νοικοκυριά που είχαν οποιοδήποτε χρηματοοικονομικό στοιχείο κατά 5,2 ποσοστιαίες μονάδες, με την Κύπρο να σημειώνει την πιο μεγάλη πτώση μεταξύ των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα.
Συγκεκριμένα σημειώθηκε μείωση 5 μονάδων στα νοικοκυριά που είχαν καταθέσεις και ακόμη πιο μεγάλη μείωση κατά 26,1 μονάδες στα νοικοκυριά τα οποία κατείχαν εθελοντικά σχέδια σύνταξης/ασφάλειες ζωής. Τα κυπριακά νοικοκυριά κατατάσσονται πλέον τρίτα από το τέλος στην κατοχή χρηματοοικονομικών στοιχείων.
Το παράδοξη που συμβαίνει όσον αφορά την αξία των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων στην περίπτωση της Κύπρου, είναι ότι ενώ παρατηρείται σημαντική μείωση στην αξία των συνολικών χρηματοοικονομικών στοιχείων (-33%), πράγμα το οποίο είναι φυσιολογικό λαμβάνοντας υπόψη τα γεγονότα του 2013, στις καταθέσεις παρατηρείται σημαντική αύξηση, σχεδόν διπλασιασμός. Το γεγονός αυτό μπορεί να επεξηγηθεί από την τεράστια μείωση κατά 42,2% στη διάμεση αξία των εθελοντικών σχεδίων σύνταξης/ασφαλειών ζωής, τις οποίες τα νοικοκυριά πιθανότατα επέλεξαν να ρευστοποιήσουν και να διατηρήσουν σε μορφή καταθέσεων, έτσι ώστε να μπορούν να τα αξιοποιήσουν για συμπλήρωση του χαμένου εισοδήματος. Επίσης στο αποκορύφωμα της κρίσης, πολλά ταμεία προνοίας έτυχαν αναδιοργάνωσης και αναδιάρθρωσης, με τα συσσωρευμένα υπόλοιπα να διαμοιράζονται σε κάθε δικαιούχο.
Πτώση και στις πιστωτικές υποχρεώσεις
Σχετικά με τις πιστωτικές υποχρεώσεις, σημειώθηκε πτώση 6,3 μονάδων στα νοικοκυριά που είχαν οποιοσδήποτε μορφής χρέος , το οποίο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο συμψηφισμό των καταθέσεων και δανείων λόγω της εξυγίανσης με ίδια μέσα της Λαϊκής Τράπεζας, καθώς επίσης και στην απουσία νέων δανείων στην αγορά. Μεγάλη μείωση κατά 10,9% καταγράφηκε στη κατοχή μη-ενυπόθηκων δανείων, τα οποία μπορούν να θεωρηθούν και καταναλωτικά, που υποδηλώνει ότι τα νοικοκυριά γίνονται πιο φειδωλά στο δανεισμό για περιστασιακές αγορές.
Παρά τη μείωση στα νοικοκυριά που έχουν χρέος, η διάμεσος αξία των συνολικών υποχρεώσεων των νοικοκυριών σημειώνει αύξηση κατά 17,7%, το οποίο πιθανότατα να υποδηλοί την αποπληρωμή δανείων χαμηλής ή μεσαίας αξίας, καθώς και την επιβάρυνση με υψηλό δανειστικό επιτόκιο, που έχει ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση αποπληρωμής του χρέους. Συγκεκριμένα, η πιο μεγάλη αύξηση, τόσο σε αξία όσο και σε ποσοστό (46,3%), σημειώθηκε στα ενυπόθηκα δάνεια ακινήτων εκτός της κύριας κατοικίας.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ