Όλο το παρασκήνιο για τον «γάμο» Σκλαβενίτη – Μαρινόπουλου
12:28 - 24 Νοεμβρίου 2016
Υπόθεση εθνικής σηµασίας ή επιχειρηµατική τρέλα; Η εξαγορά της αλυσίδας Μαρινόπουλουαπό τον όµιλο Σκλαβενίτη αποτελεί, πέρα από τη µεγαλύτερη συµφωνία διάσωσης ελληνικής ιδιωτικής επιχείρησης από την ίδια την αγορά, ένα από τα πλέον αµφιλεγόµενα ζητήµατα της χρονιάς για την επιχειρηµατική ζωή της χώρας.
Οι επαφές της οικογένειας Μαρινόπουλου, που ήλεγχε την οµώνυµη αλυσίδα, µε την οικογένεια Σκλαβενίτη άρχισαν τον Φεβρουάριο του 2016. Έπειτα από µήνες διαπραγµατεύσεων, την προσφυγή σε λύσεις που προσφέρει ο πτωχευτικός κώδικας, τη µεσολάβηση και την καθοδήγηση από τράπεζες, συµβούλους, νοµικούς και την ίδια την κυβέρνηση, οι δύο πλευρές οδηγήθηκαν σε µια συµφωνία που αναµένεται να καταλήξει έναν χρόνο µετά, στις 14 Φεβρουαρίου 2017.
Ο συµβολισµός της παραπάνω ηµεροµηνίας θα µπορούσε να θεωρηθεί ενδεικτικός, καθώς, παρότι τις δύο πλευρές δεν τις ένωσε σε καµία περίπτωση ο έρωτας, υπήρξε ένας αδιαµφισβήτητος πόθος. Αν και τα εµπλεκόµενα µέρη περιορίζονται σε ελάχιστες, λιτές δηµόσιες ανακοινώσεις, εις γνώση του Fortune έχει έρθει ότι η διοίκηση της εταιρείας Σκλαβενίτη φέρεται να υποστήριξε πως η συµφωνία είναι απαραίτητο να επιτύχει, γιατί «η δηµιουργία ενός νέου, ισχυρού πόλου από τη συνένωση µε τη Μαρινόπουλος είναι στρατηγικής και εθνικής σηµασίας». Ύστερα από µια επταετία υποτίµησης και διαρκούς συγκέντρωσης µεριδίων, µε τους δύο µεγάλους πολυεθνικούς «παίκτες», τις ΑB Βασιλόπουλος (όµιλος Delhaize – Ahold) και Lidl, να εξαπλώνονται θεαµατικά και τη Μαρινόπουλος, τη µεγαλύτερη αλυσίδα λιανεµπορίου της χώρας, να παραπαίει, η οικογένεια Σκλαβενίτη αποδέχθηκε την πρόκληση και έθεσε τις βάσεις, ώστε να αποτελέσει τον νέο βασιλιά της ελληνικής αγοράς σούπερ µάρκετ.
Πληροφορίες που δεν επιβεβαιώνονται αλλά δεν διαψεύστηκαν ποτέ φέρουν τον Λεωνίδα Μαρινόπουλο, επικεφαλής µετά την αποχώρηση των υπόλοιπων µελών της οικογένειάς του από τη διοίκηση και το µετοχολόγιο της αλυσίδας Μαρινόπουλος, στα τέλη του 2015 να κάνει την πρώτη κίνηση προσέγγισης της οικογένειας Σκλαβενίτη, υπό την αφόρητη πίεση των χρεών και των πιστωτριών τραπεζών. Η Σκλαβενίτης είχε ήδη αποσυρθεί από ένα deal διάσωσης που αφορούσε την επίσης προβληµατική αλυσίδα Βερόπουλος, αλλά είχε προχωρήσει σε εξαγορές της αλυσίδας cash & carry Makro και του 60% της κρητικής αλυσίδας Χαλκιαδάκη. Η αρχική πρόταση αφορούσε την εξαγορά εκ µέρους της Σκλαβενίτης του «φιλέτου» της Μαρινόπουλος, ήτοι των 33 σούπερ µάρκετ της. Το σχέδιο, ωστόσο, κρίθηκε εντελώς αδύναµο για να διατηρήσει στη ζωή τη Μαρινόπουλος, η οποία ήλεγχε το 20% της αγοράς, πάνω από 500 καταστήµατα πανελλαδικά και, κυρίως, είχε συσσωρεύσει περίπου 1,8 δισεκατοµµύριο ευρώ σε χρέη, την ώρα που ο τζίρος της υποχωρούσε ραγδαία.
Η ασφυκτική πίεση τραπεζών – προµηθευτών
«Τα νούµερα δεν βγαίνουν» διαµήνυσαν οι επικεφαλής των τµηµάτων αναδιάρθρωσης επιχειρηµατικών δανείων των ελληνικών τραπεζών στην οικογένεια Μαρινόπουλου. Τι και αν αυτή είχε ενεχυριάσει το 100% της ανθούσας συγγενικής εταιρείας ΦΑΜΑΡ, τι και αν έδινε υποσχέσεις για προσωπικές εγγυήσεις, ο «κόµπος είχε φτάσει στο χτένι», οι προµηθευτές άρχιζαν ο ένας µετά τον άλλο να αποσύρονται και να διεκδικούν τις απαιτήσεις τους, οι ιδιοκτήτες ακινήτων που εκµίσθωναν καταστήµατα στη Μαρινόπουλος να στρέφονται νοµικά εναντίον της και οι περίπου 12.500 εργαζόµενοι να µένουν απλήρωτοι για µήνες.
Θέλοντας και µη, η οικογένεια Μαρινόπουλου, µία από τις παλαιότερες και ισχυρότερες στο ελληνικό επιχειρείν, έπρεπε να λάβει άµεσα γενναίες αποφάσεις και να εκτεθεί δηµόσια, κάτι το οποίο απέφευγε επιµελώς επί χρόνια.
Είναι χαρακτηριστικό πως επί τρία έτη δεν δηµοσίευε ισολογισµούς και αναγκάστηκε να το πράξει µονοµιάς λίγες µέρες πριν υποβάλει αίτηση προσφυγής στο άρθρο 99 του πτωχευτικού κώδικα ζητώντας προστασία από τις πιστωτές, στα τέλη Μαΐου του 2016. Αυτή η κίνηση σήµανε συναγερµό στην ούτως ή άλλως ανήσυχη αγορά.
Οι 2.000 προµηθευτές της αλυσίδας, οι ιδιοκτήτες ακινήτων, το Δηµόσιο, τα ασφαλιστικά ταµεία, οι εργαζόµενοι και η ίδια η κυβέρνηση βρέθηκαν αντιµέτωποι µε το σοβαρό ενδεχόµενο µιας προαναγγελθείσας µεν αλλά σε καµιά περίπτωση απορροφήσιµης οικονοµικής καταστροφής. Το «ντόµινο» επιπτώσεων στις άλλες επιχειρήσεις, οι εγγραφές νέων ανέργων και η εύθραυστη ισορροπία σ’ ένα τραπεζικό σύστηµα που υπολειτουργεί και ακόµη παλεύει να λύσει τον γόρδιο δεσµό των «κόκκινων» δανείων ήταν τα τελευταία πράγµατα που χρειαζόταν η ελληνική οικονοµία.
Η προσφυγή στο άρθρο 99 συνοδεύτηκε από ένα ισχνό επιχειρηµατικό σχέδιο εξυγίανσης που προέβλεπε, σε αδρές γραµµές, την αποπληρωµή των οφειλών σε δεκαπέντε συν ένα έτη. Ακόµη και ο δικηγόρος Γεράσιµος Σωτηριάδης, που ανέλαβε την εκπροσώπηση του οµίλου Μαρινόπουλος, υποβάλλοντας τη συγκεκριµένη προσφυγή, χαρακτήρισε το επιχειρηµατικό σχέδιο «έκθεση ιδεών». Οι ανακοινώσεις, ωστόσο, της διοίκησης υπό τον Λεωνίδα Μαρινόπουλο άφηναν ανοιχτό το ενδεχόµενο εξεύρεσης λύσης µέσω στρατηγικού επενδυτή, που θα αναλάµβανε τη διάσωση της εταιρείας.
Ενδοοικογενειακό «ρήγµα»
Το σύστηµα είχε πάρει φωτιά. Οι µηνυτήριες αναφορές κατά της διοίκησης της Μαρινόπουλος έπεφταν βροχή, ενώ υπήρξαν µηνύσεις ακόµα και για καταδολίευση και απιστία. Η ανάλυση των ισολογισµών και τα σχόλια του ορκωτού ελεγκτή (της Grant Thornton) αναφορικά µε τους ισολογισµούς της αλυσίδας για τα έτη 2012, 2013, 2014 ήταν αποκαλυπτικά.
Οι υπεράκτιες εταιρείες της οικογένειας Μαρινόπουλου και οι διαδροµές των µετοχών της ετέθησαν στο «µικροσκόπιο». Τρία µέλη της (Πάνος Δ. Μαρινόπουλος, Πάνος Ι. Μαρινόπουλος και Στέφανος Ι. Μαρινόπουλος), που αποχώρησαν τον περασµένο Δεκέµβριο από τη διοίκηση, αναγκάστηκαν µε πληρωµένη καταχώριση στον Τύπο να διαχωρίσουν τη θέση τους και να υποστηρίξουν ότι, όταν έφυγαν από το Διοικητικό Συµβούλιο, ανέλαβαν υποχρεώσεις και κινήθηκαν προκειµένου να εξασφαλιστεί χρηµατοδότηση. Ανέφεραν δε ότι οι εταιρίες εξωτερικού (σε Κύπρο, Βουλγαρία, Ρουµανία, πΓΔΜ, Αλβανία, Σερβία, Κροατία, ΗΠΑ) ήταν«νοµιµότατες», ενώ απηύθυναν έκκληση σε όλους τους εµπλεκόµενους η αλυσίδα «να µείνει όρθια και εν λειτουργία».
Το να απολογούνται δηµοσίως µέλη της οικογένειας Μαρινόπουλου αποτελούσε είδηση, αν αναλογιστεί κανείς την ηγεµονική επιχειρηµατική θέση τους στην Ελλάδα, αλλά και την ιδιοσυγκρασία τους. Με ιστορία από το 1893, οπότε εγκαινιάζεται η πρώτη επιχείρησή τους, το φαρµακείο Μαρινόπουλου στην Οµόνοια, είχαν µεγαλώσει ως µεγαλοαστοί, διάγοντας πολυτελή βίο, κάνοντας «µεγάλες» µπίζνες και συνάπτοντας διεθνείς συνεργασίες.
H αλυσίδα τους περιελάµβανε συµφωνίες µε τις γαλλικές Prisunic, Continent και Carrefour, η οποία αποχώρησε µε ηχηρό τρόπο από την ελληνική αγορά το 2012, αποσύροντας το επενδυτικό ενδιαφέρον τους και αφήνοντας τους Έλληνες εταίρους της µοναδικούς µετόχους. Εκτός από την αλυσίδα Μαρινόπουλος, στο ενεργητικό του ίδιου οµίλου επιχειρήσεων βρίσκονται η παραγωγός και διακινήτρια εταιρεία φαρµάκων ΦΑΜΑΡ (µε εγκατεστηµένες µονάδες σε Ελλάδα, Γαλλία, Ισπανία, Ολλανδία και Καναδά), η αντιπροσωπεία των αλυσίδων ένδυσης Mark’s & Spencer και GAP, η αντιπροσωπεία των Starbucks, αλλά και συνεργασίες µε τις γαλλικές αλυσίδες Sephora και Fnac, που έχουν τερµατιστεί εδώ και λίγα χρόνια. Ως εκ τούτου, η προσωπική περιουσία των µελών της οικογένειας είναι τεράστια και περιλαµβάνει πολυτελή ακίνητα στην Ελλάδα, στη Βρετανία και στις ΗΠΑ.
Από το εκρηκτικό κλίµα στη λύση
Η κατάρρευση της Μαρινόπουλος και το «τσουνάµι» επιπτώσεων αυτής σε συνδυασµό µε τους χειρισµούς της οικογένειας ιδιοκτητών της εξέθρεψαν την οργή της αγοράς. Κατά την εκδίκαση της αίτησης προσφυγής την 1η Ιουλίου 2016, η θερµοκρασία ήταν στα ύψη – κυριολεκτικά και µεταφορικά. Επικράτησε το αδιαχώρητο µέσα και έξω από την αίθουσα από ένα πλήθος άνω των 600 ανθρώπων. Μόνο οι δικηγόροι που εκπροσωπούσαν τους πιστωτές και την οικογένεια µαζί µε τους συνεργάτες τους ξεπερνούσαν σε αριθµό τους 70. Όλοι λούζονταν σε ποτάµια ιδρώτα, που κυλούσαν στα πρόσωπά τους και πότιζαν τα τσαλακωµένα κουστούµια τους µέχρι κάτω στα µπατζάκια.
Η λύση ήταν, εντέλει, σολοµώντεια. Η πρόεδρος του Πρωτοδικείου Αθηνών ενέκρινε την προστασία από τους πιστωτές, ορίζοντας την οριστική συζήτηση της αίτησης στις 21 Σεπτεµβρίου 2016, δίνοντας το χρονικό περιθώριο για την εξεύρεση µιας λύσης. Τότε εκδηλώθηκε το απολύτως µη δεσµευτικό ενδιαφέρον της Σκλαβενίτης για την εξαγορά της Μαρινόπουλος µε µια λιτή ανακοίνωση. Οι νοικοκυραίοι από τη Λευκάδα, µια οικογένεια αυτοδηµιούργητων εµπόρων που δηµιούργησαν το πρώτο τους κατάστηµα στον Κηφισό, εξελίχθηκαν σταδιακά σε µια υπολογίσιµη δύναµη. Με ίδια κεφάλαια και σκληρή δουλειά κατέστησαν την εταιρεία τους µία από τις πιο δηµοφιλείς στην ελληνική αγορά, έχοντας παρουσία µόνο στην Αθήνα! Και όλα αυτά χωρίς να δαπανούν ούτε ένα ευρώ σε διαφήµιση, χωρίς παρουσία στο ίντερνετ και αρνούµενοι πεισµατικά να λειτουργήσουν τα καταστήµατα του δικτύου τους τις Κυριακές, σε πείσµα του ανταγωνισµού, που ζητεί ολοκληρωτική απελευθέρωση.
Η διαπραγµάτευση διήρκεσε όλο το καλοκαίρι, αλλά ολοκληρώθηκε στο τέλος Σεπτεµβρίου. Καθ’ όλη τη διάρκειά της, το «παρών» έδωσαν η εταιρεία Σκλαβενίτης, οι τράπεζες, οι ελεγκτικοί οίκοι και δικηγόροι, µε τη διακριτική εποπτεία της κυβέρνησης. Η οικογένεια Μαρινόπουλου περιορίστηκε στο να προσκοµίζει στοιχεία.
Η κίνηση, ωστόσο, θα µπορούσε να θεωρηθεί ίδιαίτερα τολµηρή, δεδοµένων των υπέρογκων χρεών της Μαρινόπουλος, της διαρκούς ύφεσης, των περιορισµένων αντοχών της ελληνικής αγοράς, αλλά και των διαχειριστικών θεµάτων τα οποία προκύπτουν από τη συνένωση δύο διαφορετικών εταιρικών οργανισµών. Με την ανακοίνωση και µόνον των προθέσεων, ενεργοποιήθηκαν αµέσως ο ανταγωνισµός και οι προµηθευτές. Διατηρούσαν τη βεβαιότητα πως ο «λευκός ιππότης», εν προκειµένω ο όµιλος Σκλαβενίτη, θα εµπλακεί µόνον εφόσον εξασφαλίσει βιώσιµους όρους εξυγίανσης. Όντως, η πρόβλεψη επιβεβαιώθηκε και η βασική πτυχή της συµφωνίας ήταν το «κούρεµα» των οφειλών της Μαρινόπουλος κατά 50% και µια προνοµιακή χρηµατοδότηση από τις πιστώτριες τράπεζες.
Εν αρχή αντέδρασαν οι προµηθευτές. Ιδιωτικώς έκαναν λόγο για µια ελληνική «Lehman Brothers», αλλά και για την αδικία ενός «κουρέµατος». Παρ’ όλα αυτά υποχώρησαν στην πρόταση του 50%, προκειµένου να µη χάσουν το σύνολο των απαιτήσεών τους. Πέρα από τα παραπάνω, υψηλόβαθµο διοικητικό στέλεχος σε θυγατρική πολυεθνικού οµίλου, που δεν επιθυµεί να κατονοµαστεί, αναγνωρίζει ότι υπήρξε ευθύνη και από την πλευρά των προµηθευτών. «Κυνηγώντας τα bonus, ξεχάσαµε ότι δηµιουργούµε έναν µη υγιή τζίρο πουλώντας στην αφερέγγυα Μαρινόπουλος». Στο τέλος, το 70% των πιστωτών συναίνεσαν στο «κούρεµα» και έδωσαν το «πράσινο φως» στην πρόταση διάσωσης από τη Σκλαβενίτης και την υπαγωγή της στο άρθρο 106β και θ του πτωχευτικού κώδικα, που προβλέπει την εξυγίανσή της.
ΠΗΓΗ: fortunegreece.com