SaxoBank: Δεν έχουμε μάθει τίποτα από την κατάρρευση της Lehman Brothers
15:24 - 15 Σεπτεμβρίου 2015
Έχουν περάσει εφτά χρόνια από την κατάρρευση της Lehman Brothers και αντί το γεγονός να λειτουργήσει σαν μάθημα για να αντιμετωπίσουμε την υπερβολή, τις χαλαρές δομές και την έλλειψη έμφασης στην παραγωγικότητα, έγινε καταλυτικός παράγοντας για τους πολιτικούς ιθύνοντες να ακολουθήσουν τη λογική του "παρατείνω και προσποιούμαι", αναφέρει σε ανάλυσή της η Saxo Bank, την οποία υπογράφει ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας, Steen Jakobsen.
"Ωστόσο, δεν χάθηκαν όλα, και παρά το γεγονός ότι τα επόμενα εφτά χρόνια θα είναι δύσκολα, θα είναι και θετικά”, σημειώνει.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, η Lehman Brothers αποτέλεσε σίγουρα μια ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε την υπερβολή, τις χαλαρές δομές και την έλλειψη έμφασης στην παραγωγικότητα. Ωστόσο, αντ’ αυτού αποτέλεσε καταλυτικό παράγοντα για την υιοθέτηση του "παρατείνω και προσποιούμαι" από τους πολιτικούς ιθύνοντες, οι οποίοι συστηματικά παρέτειναν – εξαγοράζοντας διαρκώς χρόνο – και προσποιούνταν – ισχυριζόμενοι ότι είναι πράγματι αξιόπιστοι, μέσα από τις μη αποτελεσματικές λύσεις που πρότειναν.
Σε έκθεση της εταιρεία συμβούλων McKinsey & Co σχετικά με το χρέος και την απομόχλευση, διαφαίνεται ότι από την κατάρρευση της Lehman Brothers, το παγκόσμιο χρέος έχει αυξηθεί κατά το εντυπωσιακό ποσό των 57 τρισ. USD ή αλλιώς κατά 17% του ΑΕΠ.
«Στην πραγματικότητα δεν ανακάμψαμε, απλώς χρησιμοποιήσαμε τη μελλοντική ανάπτυξη ως ενέχυρο και ουσιαστικά δανειστήκαμε από το μέλλον. Το αποτέλεσμα αυτού είναι ο αργός ρυθμός του παγκόσμιου ΑΕΠ που βιώνουμε σήμερα, το οποίο σημειώνει τέτοια επίπεδα επιβράδυνσης ετησίως ώστε μέχρι και ένας νομπελίστας οικονομολόγος κατέληξε να πιστεύει ότι βρισκόμαστε σε μια κατάσταση "μόνιμης στασιμότητας"», σημειώνεται.
Τέλος, «δυστυχώς η ιστορία δεν μας δίδαξε τίποτα. Το χρέος αντικατέστησε την παραγωγικότητα και πλέον οι τράπεζες λειτουργούν με αυστηρότερους κανονισμούς, μαζί με έναν άνευ προηγουμένου όγκο "δωρεάν χρήματος" από τις κεντρικές τράπεζες».