Μολών λαβέ

Οι αγορές και τα κράτη σε όλο τον πλανήτη  βλέπουν με αγωνία το τι θα συμβεί με την δανειακή σύμβαση της Ελλάδας,  την εξέλιξη που θα πάρει το θέμα σε σχέση με τις άλλες  χώρες της Ευρωζώνης, και αν τελικά η Ελλάδα θα μείνει ή θα φύγει από την Ευρωζώνη με όλα τα θετικά και αρνητικά επακόλουθα.

Το τι βλέπουμε όμως δεν είναι κάτι που ξεκίνησε χθες αλλά από την αρχή της δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το οικονομικό πρόβλημα σήμερα στην Ευρωζώνη δεν είναι κάτι που επηρεάζει όλες τις χώρες της ΕΕ, αλλά μόνο αυτές που από την αρχή της δημιουργίας της επαναπαύθηκαν ότι τώρα που είμαστε μια οικονομικά συνδεδεμένη οικογένεια, θα μπορούμε να δανειζόμαστε πιο εύκολα άρα δεν χρειάζεται να ασχολούμαστε πολύ με την παραγωγή και τις τοπικές βιομηχανίες, και ας επαναπαυθούμε. Πριν μερικά χρόνια όλοι θυμόμαστε ότι η Ιταλία είχε μία πολύ ανταγωνιστική βιομηχανία που ονομαζόταν Fiat, αλλά σήμερα αυτή η βιομηχανία από κολοσσός που ήταν έχει χάσει κατά πολύ την αίγλη της και την ανταγωνιστικότητα της.

Από την άλλη πλευρά, η ακούραστη και παντοδύναμη Γερμανία που ποτέ δεν επαναπαύτηκε όπως άλλες χώρες της ΕΕ παράγει τα περισσότερα αγαθά στην Ευρωζώνη και έχει την δυνατότητα να εξάγει το 50% της παραγωγής της σε όλη την ΕΕ και το υπόλοιπο 50% σε άλλες χώρες εκτός της ΕΕ. Αυτήν την περίοδο το  βασικό μέλημα της κ. Μέρκελ είναι να υπάρξει ισοσκελισμένος προϋπολογισμός, δηλαδή ανύπαρκτο δημοσιονομικό έλλειμμα έως τα τέλη του 2015. Mε την ανεργία να κυμαίνεται σε επίπεδα χαμηλότερα του 7%, δηλαδή κοντά στο κατώτατο σημείο από την επανένωση της Γερμανίας μέχρι σήμερα, τα φορολογικά έσοδα συνεχίζουν να ρέουν στα ταμεία κράτους. Επίσης, τα επιτόκια κυμαίνονται σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα, οδηγώντας σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού της Γερμανίας, παρέχοντας έτσι πρόσθετη στήριξη στον προϋπολογισμό και διευκολύνοντας τον ισοσκελισμό των δημόσιων οικονομικών του κράτους. Η Bundesbank, που είναι η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας εκτιμά πως το κράτος έχει εξοικονομήσει 120 δις. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων 37 δις, μέσα στην τελευταία επταετία.

Παράλληλα, και άλλες χώρες της ΕΕ που διατήρησαν και αύξησαν τις τοπικές τους βιομηχανίες δεν έχουν μεγάλα οικονομικά πρόβλημα. Οι υπόλοιπες όμως χώρες, συμπεριλαμβανομένου και την Ελλάδα και την Κύπρο που δεν έχουν σχεδόν καθόλου εξαγωγικές βιομηχανίες, αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα.  Αφού δεν μπορούμε να παράγουμε και  αναγκαζόμαστε συνεχώς να ζούμε με δανεικά, όσα μας δίνουν δεν θα είναι ποτέ αρκετά και πάντα θα έχουμε ανάγκη ξένου χρήματος το οποίο όμως πληρώνουμε πάρα πολύ ακριβά για να το αγοράσουμε. Θα παρομοίαζα το όλο θέμα όπως ένα μαθητή που είναι αδύνατος στα μαθήματα και του φορτώνουν περισσότερα βιβλία. Όσα βιβλία και να του δώσουν όμως δεν θα μπορέσει ποτέ να φτάσει ένα μαθητή που είναι παραγωγικός, διαβάζει και έχει επίγνωση του τι κάνει.

Όπως γνωρίζουμε,

•    Το Ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) είναι το σύνολο όλων των προϊόντων και αγαθών που παράγει μια οικονομία, εκφρασμένο σε χρηματικές μονάδες. Είναι δηλαδή η συνολική αξία όλων των τελικών αγαθών που παρήχθησαν εντός μιας χώρας σε διάστημα ενός έτους.
•    Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (Α.Ε.Π.), είναι το Προϊόν ή Εισόδημα που αποκτούν οι πολίτες μιας χώρας.

Ποιο κάτω βλέπουμε ένα πίνακα από την  στατιστική υπηρεσία της ΕΕ, EUROSTAT, και βλέπουμε ότι,

•    Το ΑΕΠ της Γερμανίας,  δηλαδή η συνολική αξία όλων των τελικών αγαθών που παρήχθησαν το 2002 ήταν €2.132 δισεκατομμύρια, και το 2013 έχει φτάσει τα €2.738 δις.
•    Το ΑΕΠ της Ελλάδα, δηλαδή η συνολική αξία όλων των τελικών αγαθών που παρήχθησαν το 2002 ήταν €157δις  και το 2013 έχει πάει στα €182δις
•     Το ΑΕΠ της Κύπρου, δηλαδή η συνολική αξία όλων των τελικών αγαθών που παρήχθησαν το 2002 ήταν €11δις και το 2013 €17δις.

Παράλληλα, το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, που όπως αναφέραμε  είναι το ΠΡΟΪΟΝ ή ΕΙΣΟΔΗΜΑ που αποκτούν οι πολίτες μιας χώρας  όπως φαίνεται στον ποιο κάτω πίνακα.  Ο δείκτης όγκου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ εκφράζετε σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (Μ.Α.Δ.), κατά μέσο όρο σε σύνολο 100.

•    Το 2002 οι πολίτες της Γερμανίας απέκτησαν 114 Μ.Α.Δ δηλαδή 14% περισσότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, και το 2012 έχει φτάσει τα 123 Μ.Α.Δ, δηλαδή 23% περισσότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ.
•    Το 2002 οι πολίτες της Ελλάδα απέκτησαν 90 Μ.Α.Δ, δηλαδή 10% λιγότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ,  και το 2012 έχει πάει στις  91 Μ.Α.Δ δηλαδή 9 % λιγότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ.
•     Το 2002 οι πολίτες της  Κύπρου απέκτησαν το 2002 89 Μ.Α.Δ, δηλαδή 11% λιγότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, και το 2012, 91 Μ.Α.Δ δηλαδή 9% λιγότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ.

Λαμβάνοντας υπόψη όσα αναφέραμε  ποιο πάνω αλλά και σε προηγούμενο άρθρο, η μόνη  επιλογή της Ελλάδας και της Κύπρου για να μπορέσει να αυξηθεί το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι η επένδυση στην αύξηση του Ακαθάριστο εγχώριο προϊόντος (ΑΕΠ), που όπως αναφέραμε και ποιο πάνω είναι η αύξηση του συνόλου όλων των προϊόντων και αγαθών που παράγει ένα κράτος. Εάν δεν επενδύσουμε άμεσα στην αύξηση της παραγωγής, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να ορθοποδήσουμε.  

 

Δειτε Επισης

Οι μειώσεις στα επιτόκια, ο μηχανισμός νομισματικής μετάδοσης και οι επιπτώσεις στην κυπριακή οικονομία
Προκλήσεις και ευκαιρίες στον τομέα ακινήτων: Ανάγκη για βιώσιμες λύσεις και συνεργασία
Γραφειοκρατία στην Κύπρο: Ένα εμπόδιο για τους πολίτες και τις επενδύσεις
Η αυστηρή προειδοποίηση του Elon Musk: Πράγματι η Αμερική οδεύει προς τη χρεοκοπία;
Ο μετασχηματιστικός ρόλος της ΤΝ στην κανονιστική συμμόρφωση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων
Παρωχημένα συστήματα και τεχνολογία αιχμής: Μπορεί το PropTech να φέρει επιτέλους την αγορά ακινήτων στο μέλλον;
Το ψηφιακό ευρώ: Ποια τα οφέλη του για εσάς;
Η άνοδος των βιώσιμων επενδύσεων: Οι προκλήσεις του ESG και των πράσινων ομολόγων για έναν επενδυτή
Καλό είναι κάποιοι να αρχίσουν να ξεχνάνε την ηλεκτροκίνηση
Έχει ο άνθρωπος νοημοσύνη να βάλει χαλινάρια στην AI πριν να είναι αργά;