Η μάχη των Δημοσίων Εγγραφών
15:45 - 19 Νοεμβρίου 2015
Πέρασαν περίπου 9 μήνες από την αρχή του 2015 για να θυμηθούν οι ανά τον κόσμο αναλυτές ότι παρά τη διεθνή κρίση, παρά την αναταραχή σε Ευρώπη και Ασία, παρά την υποχώρηση των προοπτικών για τις αναπτυσσόμενες χώρες των BRICS, η παγκόσμια επιχειρηματική κοινότητα συνεχίζει να παράγει κέρδη -και ειδήσεις-, να αναζητά τρόπους χρηματοδότησης και να κινεί τα νήματα των χρηματαγορών.
Χρειάστηκε να ανακοινωθεί η πρόθεση εισαγωγής των μετοχών μιας εταιρείας-συμβόλου, της θρυλικής αυτοκινητοβιομηχανίας Ferrari, στην αγορά της Νέας Υόρκης για να επανέλθει στην επικαιρότητα ένα θέμα που συνήθως απασχολεί τα διεθνή μίντια και τις διοικήσεις των μεγάλων χρηματιστηριακών αγορών πολύ νωρίτερα κάθε χρονιά: ο λόγος για τη μάχη των αγορών στην προσέλκυση όσο το δυνατόν περισσότερων και μεγαλύτερων εισαγωγών νέων εταιρειών, η μάχη των Δημοσίων Εγγραφών.
Μια μάχη που πλέον έχει περάσει σε ένα νέο επίπεδο και πλέον αφορά ακόμα και τις ανταλλαγές εταιρειών, σε μια προσπάθεια των μεγάλων χρηματιστηρίων -με πρώτο το «Big Board», το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης- να προσελκύσουν όσο το δυνατόν περισσότερες ξένες εταιρείες που θέλουν να βγουν σε δημόσια έκθεση.
Για του λόγου το αληθές, μόλις σε δύο χρόνια ο αριθμός των επονομαζόμενων «διασυνοριακών δημόσιων εγγραφών» (cross-border IPOs) στα μεγαλύτερα διεθνή χρηματιστήρια έχει υπερδιπλασιαστεί, σύμφωνα με τα στοιχεία του ειδησεογραφικού δικτύου Bloomberg. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί αυτή η τάση κυριαρχεί εσχάτως.
Όπως απέδειξε η περίπτωση της κινεζικών συμφερόντων Alibaba με τη δημόσια εγγραφή-ρεκόρ των 25 δισ. δολαρίων πέρυσι στο αμερικανικό χρηματιστήριο αλλά και η φρέσκια περίπτωση της Ferrari, οι διοικήσεις μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών συχνά πλέον συνυπολογίζουν στα πιθανά κέρδη τους από την εισαγωγή των μετοχών τους σε μια αγορά όχι μόνο το απόλυτο ύψος των κεφαλαίων που μπορεί να αποκομίσουν, αλλά κυρίως το κύρος της διαπραγμάτευσης των μετοχών τους σε μια αγορά πρώτης γραμμής.
Στη λογική αυτή η Alibaba αντάλλαξε τη φυσική της έδρα, το Χονγκ Κονγκ, για το NYSE και τη Νέα Υόρκη, όπως εξάλλου έπραξε και η ιταλική Ferrari που «κρέμασε» το Μιλάνο. Το αποτέλεσμα; Εχει ξεσπάσει πια ένας νέος πόλεμος για την προσέλκυση μεγάλων ονομάτων, με τους ιθύνοντες των χρηματιστηρίων να μη στοχεύουν πια μόνο στα έσοδα και τα ποσοστά από τις συναλλαγές, αλλά περισσότερο στο να έχουν όσο το δυνατόν περισσότερες διεθνείς εγγραφές με «σημασία και βαρύτητα», όπως χαρακτηριστικά δηλώνει ο κ. Τομ Φάρλεϊ, πρόεδρος του NYSE Group Inc. Ο οποίος μάλιστα αποκαλύπτει ότι η σημασία που αποδίδουν πλέον στις διασυνοριακές εγγραφές οι διοικήσεις των μεγάλων διεθνών χρηματιστηρίων είναι τέτοια ώστε παρά τις πρόσφατες αναταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τη συνεπακόλουθη επιβράδυνση στις δημόσιες εγγραφές, οι ανταλλαγές δεν έχουν σταματήσει όπως και το scouting (!), δηλαδή η προσπάθεια προσέλκυσης επιχειρήσεων από όλο τον κόσμο για πιθανές νέες εισαγωγές. Με δυο λόγια, οι μεγάλες διεθνείς χρηματαγορές έχουν πλέον ειδικευμένα άτομα με αποστολή την «αλίευση» εταιρειών από τρίτες χώρες!
Τα έσοδα και τα κέρδη
Βεβαίως, πλην του κύρους, μεγάλο ρόλο για τις διοικήσεις των χρηματιστηρίων παίζουν και τα έσοδα. Για παράδειγμα, στο NYSE τα έσοδα από νέες εγγραφές εταιρειών αυξήθηκαν 12% κατά το δεύτερο τρίμηνο. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην αγορά τεχνολογίας, καθώς στο Nasdaq Inc. τα έσοδα από νέες εισαγωγές ξεπέρασαν τα επαναλαμβανόμενα έσοδα από τη διαπραγμάτευση των μετοχών των εισηγμένων και από το ετήσιο «κόστος διαχείρισης». Με δυο λόγια, είναι προφανές ότι όσο πιο μεγάλα ονόματα εταιρειών προσελκύει μια αγορά, τόσο περισσότερα κέρδη έχει από το ποσοστό στην αρχική εγγραφή, αλλά και από τα επαναλαμβανόμενα έσοδα φιλοξενίας κάθε μετοχής, από το πόσο χρεώνει δηλαδή τα δικαιώματα διαπραγμάτευσης. Οσο πιο κραταιές είναι οι εταιρείες που φιλοξενεί ένα χρηματιστήριο, τόσο πιο ακριβά χρεώνει και πιο εύκολα μπορεί να αυξήσει τις χρεώσεις του παρά τη γενικότερη κρίση.
Οι ανταλλαγές και ο παράγων Κίνα
Ο χρυσός κανόνας ήταν αυτός που κυριάρχησε στο NYSE και γενικότερα στη διαπραγμάτευση των αμερικανικών μετοχών μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Με τη γνωστή ρήση περί μετρητών, το «money talks...», οι αμερικανικές χρηματιστηριακές αρχές είχαν οργανώσει μια αγορά περιχαρακωμένη και ασφαλή. Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει: με τα παντός είδους εργαλεία διαπραγμάτευσης, από τα off-exchange venues ως τα over the counter bills, η εξωχρηματιστηριακή διαπραγμάτευση έχει γίνει δημοφιλής τρόπος επένδυσης στις αγορές.
Για παράδειγμα, στο NYSE αυτές οι πράξεις αναλογούν πια στο 1/4 του συνολικού όγκου συναλλαγών. Από την άλλη, τα τελευταία δύο χρόνια οι ανταλλαγές εταιρειών μεταξύ των αγορών με τις μεγαλύτερες αποτιμήσεις διεθνώς, δηλαδή των NYSE, Nasdaq, του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου και της αγοράς του Χονγκ Κονγκ, αποφέρουν ετησίως και κατά μέσο όρο μερίδιο από 10% έως και 20% των συνολικών εσόδων κάθε αγοράς.
Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους, αρκεί η παράθεση μερικών στοιχείων: το 2014 οι εταιρείες τρίτων χωρών που αντάλλαξαν την εισαγωγή στο εγχώριο χρηματιστήριό τους για μια θέση στις μεγάλες αγορές της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου, της Φρανκφούρτης και του Χονγκ Κονγκ έφτασαν στις 150, με συνολική αξία δημοσίων εγγραφών που άγγιξε τα 67 δισ. δολάρια. Αντιστοίχως, το 2012, όταν και άρχισε ουσιαστικά η τάση του... ξενιτεμού για μια θέση σε επίζηλες χρηματιστηριακές αγορές, οι διασυνοριακές δημόσιες εγγραφές αφορούσαν μόλις 70 εταιρείες και κεφάλαια που μετά βίας έφταναν τα 14 δισ. δολάρια. Η πρόβλεψη περαιτέρω αύξησης αυτής της τάσης σε ετήσια βάση φτάνει, σύμφωνα με το Bloomberg, το 38%. Και πλέον το μεγάλο έπαθλο είναι η Κίνα. Η Alibaba ακολούθησε τον δρόμο που ήδη από το 2012 είχε ανοίξει μια σειρά μεγάλων και μικρότερων κινεζικών εταιρειών. Ακόμα και σήμερα το μεγαλύτερο μέρος των ξένων IPOs, τόσο για το NYSE όσο και το Nasdaq, αφορούν κινεζικών συμφερόντων εταιρείες.
«Money talks»
Για τις εταιρείες από την Κίνα αλλά και από τις περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες υπάρχουν πολλοί λόγοι για να κοιτάξουν πιο μακριά από την αυλή τους - όσο μακριά τους επιτρέπει η παγκοσμιοποίηση. Ένας βασικός λόγος είναι το χρήμα. Οι εταιρείες μπορούν να αυξήσουν περισσότερο τις προοπτικές να αντλήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα κεφάλαια όταν εισάγουν τις μετοχές στις πιο ανεπτυγμένες μετοχικές αγορές του πλανήτη. Και έχουν σημαντικές πιθανότητες να προσελκύσουν ένα ευρύτερο φάσμα επενδυτών καθώς το ότι έχουν προοπτικές να διαγράψουν επιτυχημένη πορεία αποδεικνύεται από το ίδιο το γεγονός ότι οι χρηματιστηριακές αρχές δέχτηκαν το αίτημα εισαγωγής τους.
Μόνον οι πιο επιτυχημένοι έχουν θέση στα μεγάλα χρηματιστήρια... Ένας άλλος λόγος είναι το ρυθμιστικό περιβάλλον, το οποίο ήδη αποτέλεσε θέμα αυτό το καλοκαίρι όταν η κυβέρνηση της Κίνας παρενέβη κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας και την επακόλουθη κατάρρευση της χρηματιστηριακής αγοράς της. Τα μεγάλα διεθνή χρηματιστήρια είναι απαλλαγμένα από κάθε είδους τυχαία ή πολύ περισσότερο ηθελημένη παρέμβαση τρίτων, ούτε καν της κυβέρνησης. Παρ’ όλα αυτά, η πιθανότητα αγορές τρίτων χωρών -των αναπτυσσόμενων ενδεχομένως- αλλά και κάποιων περιφερειακών με ιδιαίτερη σημασία να καταφέρουν να «κλέβουν» εταιρείες από άλλα χρηματιστήρια αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο. Ήδη στον πόλεμο των ανταλλαγών και με επίκεντρο τον κολοσσό της Alibaba φαίνεται πως θα υπάρξει μεγάλο παρασκήνιο. Επί της ουσίας, το Χονγκ Κονγκ.
Η διοίκηση της ασιατικής αγοράς φέρεται να προσπάθησε να αντεπιτεθεί και να «κλέψει» τον κ. Τζακ Μα για τον εαυτό της, τον ιδιοκτήτη της Alibaba, με την υπόσχεση πως εφόσον αποσύρει τη μετοχή του από την αγορά της Νέας Υόρκης και την εισαγάγει ξανά στο Χονγκ Κονγκ θα κερδίσει την εισαγωγή πιο χαλαρών δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων.
Τόσο ο ίδιος ο Τζακ Μα όσο και οι εκπρόσωποι των διεθνών χρηματιστηρίων, διά στόματος του κ. Αμάρ Μπουνταράπου, του προερχόμενου από το ειδικευμένο σε θέματα των παγκόσμιων κεφαλαιαγορών δικηγορικό γραφείο Baker & McKenzie, συμφωνούν ότι «όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, η παγκόσμια μάχη για IPOs δεν δείχνει σημάδια υποχώρησης και πιθανότατα θα είναι η κυρίαρχη τάση για τις επόμενες δεκαετίες».
ΠΗΓΗ: newmoney.gr