Α. Πιερίδης: Παθητική χειραγώγηση της αγοράς από Τρ. Κύπρου
16:18 - 22 Οκτωβρίου 2015
Υπήρξε παθητική χειραγώγηση της αγοράς από πλευράς της Τράπεζας Κύπρου, σύμφωνα με τον ανώτερο λειτουργό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Άλκη Πιερίδη, ο οποίος αντεξετάστηκε την Πέμπτη 22 Οκτωβρίου από τον Δημήτρη Αραούζο, συνήγορο υπεράσπισης του Θεόδωρου Αριστοδήμου, στη δίκη για την υπόθεση της Τράπεζας Κύπρου ως νομικού προσώπου, και άλλων πέντε πρώην διευθυντικών στελεχών της με την κατηγορία χειραγώγησης της αγοράς.
Κατά τη διαδικασία ενώπιον του Κακουργιοδικείου, ο κ. Πιερίδης ανέφερε πως ο λόγος για τον οποίο άρχισε η πρώτη έρευνα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς το 2012 ήταν επειδή υπήρξαν πολλές προφορικές καταγγελίες στην Επιτροπή από μετόχους της Τράπεζας Κύπρου, οι οποίοι εξέφραζαν παράπονα ότι δεν είχαν ενημερωθεί στη Γενική Συνέλευση στις 19/6/12 για το περιεχόμενο της ανακοίνωσης της Τράπεζας ημερομηνίας 27/6/2012 περί κεφαλαιακού κενού ύψους €500 εκ. Τα τηλεφωνήματα, είπε, άρχισαν στις 28/6/12.
Ο κ. Πιερίδης, απαντώντας σε ερώτηση του κ. Αραούζου, είπε ότι δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικό να έχει στα χέρια του τα πρακτικά της Γενικής Συνέλευσης, διότι ήταν καλά γνωστό ότι στη διάρκεια αυτής δεν ανακοινώθηκε στους μετόχους το κεφαλαιακό κενό. «Δεν χρειάζεται να διασταυρώνω με τα πρακτικά όταν χτυπούν τα τηλέφωνα συνεχώς», ανέφερε, προσθέτοντας πως δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στα πρακτικά. Εξήγησε περαιτέρω ότι αυτό που του είχε ανατεθεί ήταν να διερευνήσει αν η ανακοίνωση της 27ης Ιουνίου 2012, που έγινε από την Τράπεζα, έπρεπε να είχε γίνει σε προγενέστερο χρόνο.
Ο λειτουργός της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς είπε ότι μεταξύ της 15ης Ιουνίου 2012 και της 27ης Ιουνίου, υπήρξε παθητική χειραγώγηση της αγοράς.
Ο κ. Αραούζος αναφέρθηκε σε τρεις ανακοινώσεις της Τράπεζας σε σχέση με το κεφαλαιακό κενό, με ημερομηνίες 8/12/11, 10/5/12 και 27/6/12, λέγοντας ότι η πρώτη και η τρίτη σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος της προσπάθειας της Τράπεζας για κάλυψη του κεφαλαιακού ελλείμματος και είχαν ως αντικείμενο αποκλειστικά και μόνο το κεφαλαιακό έλλειμμα, με το μάρτυρα κατηγορίας να συμπληρώνει πως η τελευταία ανακοίνωση έγινε επιπρόσθετα διότι ανακοινώθηκε το αίτημα για κρατική στήριξη.
Ο κ. Αραούζος ρώτησε το μάρτυρα κατηγορίας αν για σκοπούς διαπίστωσης χειραγώγησης της αγοράς η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έπρεπε να κάμει περισσότερες έρευνες με βάση κάποιες Οδηγίες, με τον κ. Πιερίδη να απαντά ότι δεν χρειαζόταν κάτι περισσότερο. Ωστόσο, ο συνήγορος υπεράσπισης αναφέρθηκε στην Οδηγία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς 116-2005-02 αναφορικά με τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν εξετάζεται κατά πόσο υπήρξε χειραγώγηση της αγοράς. Στην παρατήρηση του κ. Αραούζου ότι κατά την έρευνά του ο κ. Πιερίδης δεν εξέτασε κανένα από τα στοιχεία που αναφέρονται σε άρθρα της Οδηγίας, ο τελευταίος εξήγησε ότι δεν τα εξέτασε επειδή στην προκειμένη περίπτωση αυτό που ενδιαφέρει είναι η χειραγώγηση που βασίζεται σε πληροφορίες (Information based manipulation) και όχι σε τιμές (Price based manipulation).
Ο κ. Πιερίδης είπε ότι το ΔΣ της Τράπεζας Κύπρου στις 14/6/12 λανθασμένα αποφάσισε ότι δεν έπρεπε να εκδώσει ανακοίνωση, καθώς ικανοποιείτο ο ορισμός της «εμπιστευτικής πληροφορίας», και από τη στιγμή που δεν το έπραξε, υπάρχει παθητική χειραγώγηση της αγοράς από εκείνη την ημέρα. Το ΔΣ, είπε, είχε ενώπιον του πληροφορίες και θα έπρεπε να είχε αξιολογήσει εάν ικανοποιείτο ο ορισμός της «εμπιστευτικής πληροφορίας» και έπρεπε να γίνει υπόθεση αν θα επηρεαζόταν η τιμή της μετοχής.
Εμπιστευτικές πληροφορίες θεωρούνται, με βάση το νόμο, πληροφορίες οι οποίες δεν έχουν καταστεί δημόσια γνωστές και αφορούν άμεσα ή έμμεσα ένα ή περισσότερους εκδότες χρηματοοικονομικών μέσω ή ένα ή περισσότερα χρηματοοικονομικά μέσα και οι οποίες αν καθίσταντο δημόσια γνωστές θα μπορούσαν να επηρεάσουν αισθητά κατά τη κρίση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς την τιμή αυτών των χρηματοοικονομικών μέσων ή την τιμή των συνδεόμενων με αυτών παράγωγων μέσων.
«Όταν ικανοποιείται ο ορισμός και δεν υπάρχει ανακοίνωση για κάποιο χρόνο, υπάρχει χειραγώγηση της αγοράς», είπε ο λειτουργός της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Ο κ. Πιερίδης ρωτήθηκε από τον συνήγορο υπεράσπισης κατά πόσον γνώριζε τη διακύμανση της τιμής της μετοχής μετά από κάθε μια από τις τρεις ανακοινώσεις της Τράπεζας Κύπρου και απάντησε πως γνώριζε γενικά τη διακύμανση της μετοχής, αλλά αυτό δεν έπαιξε ρόλο στην έρευνα, με τον κ. Αραούζο να σημειώνει πως ο ίδιος θεωρεί ότι είναι σχετικό. Ερωτηθείς από τον συνήγορο υπεράσπισης εάν συμφωνεί ότι ένα από τα κριτήρια που πρέπει να λάβει κάποιος υπόψη του αν θα ανακοινώσει είναι κατά πόσον η ανακοίνωσή του θα έχει αισθητή επίδραση στη μετοχή, ο κ. Πιερίδης είπε ότι «η πληροφορία μιλά από μόνη της χωρίς οτιδήποτε περαιτέρω. Αυξήθηκε το κεφαλαιακό κενό από €200 εκ. στα €500 εκ.».
Πρόσθεσε ότι το γεγονός πως η Τράπεζα στις 10/5/12 ανακοίνωσε τη μείωση του κεφαλαιακού κενού στα €200 εκ. καταδεικνύει ότι και η ίδια αποδέχεται ότι η πληροφορία για το κεφαλαιακό κενό είναι ανακοινώσιμη και ως εκ τούτου η Επιτροπή δεν χρειαζόταν να εξετάσει αν αυτού του είδους η πληροφορία στο παρελθόν επηρέαζε την τιμή της μετοχής.
Η αντεξέταση του κ. Πιερίδη θα συνεχιστεί στις 27 Οκτωβρίου, στις 0830. Ορίστηκαν επίσης ως δικάσιμοι για την υπόθεση η 2α και η 4η Νοεμβρίου, στις 845 και 900, αντίστοιχα.
Πέραν της Τράπεζας Κύπρου ως νομικό πρόσωπο, κατηγορούμενοι είναι οι Θεόδωρος Αριστοδήμου, Αντρέας Αρτέμης, Ανδρέας Ηλιάδης, Γιάννης Κυπρή και Γιάννης Πεχλιβανίδης.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ