Η… πολιτική του «ΔΕΝ πληρώνω»
18:48 - 05 Σεπτεμβρίου 2014
Αποτελεί ανάγκη για την κυπριακή οικονομία ένα ολοκληρωμένο πακέτο μέτρων/ νόμων που θα αποτελέσουν το εργαλείο για τις τράπεζες έναντι όσων αυθαιρετούν, δεν καταβάλλουν τις δόσεις και με τα χρήματα των καταθετών θεωρούν πως μπορούν μόνο να παίζουν και να μην πληρώνουν.
Είναι βεβαίως κατανοητή, αντιληπτή και απόλυτα λογική η όποια προσπάθεια να προστατευθεί η κατοικία του μικρομεσαίου που έχασε τη δουλειά και που σαφώς πρέπει πρώτα να διασφαλίσει την επιβίωση της οικογένειάς κι έπειτα να πληρώσει την όποια δόση. Είναι την ίδια ώρα κατανοητή και η απαίτηση της όποιας τράπεζας να πάρει τα χρήματα που χορήγησε στον καθένα για να φτιάξει το σπίτι ή την έπαυλή του, την επιχείρηση ή τον κολοσσό του. Άλλωστε δεν είναι δύσκολο να φτιάξεις κάτι έχοντας χρήμα, αλλά να το παράγεις το αναγκαίο ρευστό. Ευθύνη έχουν και οι ίδιες οι τράπεζες που έδωσαν αλόγιστα ρευστότητα θρέφοντας ένα θηρίο, το οποίο σήμερα προσπαθούν σχεδόν μάταια να ημερέψουν.
Επίκαιρο όσο ποτέ είναι το ζήτημα που δημιουργήθηκε με ξενοδοχείο στη Λεμεσό, το οποίο «αφήνει» στον δρόμο δεκάδες άτομα. Το ρήμα στα εισαγωγικά χρησιμοποιείται ως μοχλός πίεσης από τις συντεχνίες, οι οποίες λαϊκίστικα και ίσως με αφέλεια υπερασπίζουν –θέλοντας και μη- αυτούς ακριβώς που πραγματικά αφήνουν κόσμο στον δρόμο.
Το παράδειγμα που παραθέτουμε είναι 100% αληθινό. Ξενοδοχείο στη Λεμεσό με δανειακό άνοιγμα 5 εκ. ευρώ και καθυστερημένες δόσεις που έχουν φουσκώσει φτάνοντας τα 2 εκ. ευρώ, πρότεινε διακανονισμό με το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που συνεργάζεται μέσω καταβολής ποσού της τάξης ων 100 χιλιάδων. Η δόση αφορά μηνιαία καταβολή ή κάποιο ποσό για το υπόλοιπο του τρέχοντος έτους ρωτήσαμε. «Το εν λόγω ποσό είναι ο διακανονισμός που πρότεινε ο προβληματικός πελάτης μέχρι το τέλος του 2015 (!)» ήταν η απάντηση που λάβαμε από το ίδρυμα με το οποίο συνεργάζεται το εν λόγω ξενοδοχείο.
Στη συνέχεια, βέβαια, ακολούθησε η γνωστή συνταγή που θέτει εργαζόμενους στον δρόμο με τα παιδιά και κάμποσα χαρτιά με τις υποχρεώσεις του καθενός. Φυσικά, και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο κόσμος, ο απλός εργαζόμενος, ο μισθωτός των 700 ή των 1000 ευρώ είναι που την πληρώνει. Με αυτόν, όμως, που θα έπρεπε να τα έχουν είναι με το αφεντικό τους και όχι με τον δανειστή του.
Το προαναφερθέν είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα από τα εκατοντάδες που υπάρχουν και αφορούν επιχειρηματίες που για χρόνια λειτουργούσαν με τα χρήματα άλλων και σήμερα έχουν σηκώσει την παντιέρα του «ΔΕΝ πληρώνω».
Βέβαια έφτασε ο καιρός για να πληρώσουν, όπως πρέπει να πληρώσουν και αυτοί που για χρόνια τους ανέχονταν ή και που αυθαίρετα τους χορήγησαν τα δάνεια για πολιτικούς σκοπούς, λόγους κουμπαριάς ή εξυπηρέτησης άλλων υπόγειων διαδρομών. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα πληρώσουν. Ο κόσμος που μένει στον δρόμο είναι το μεγάλο θύμα της υπόθεσης. Πρέπει να γίνει απόλυτα ξεκάθαρο πως δεν βιώνει τη σκληρή κατάσταση επειδή δήθεν η τράπεζα δεν συνεργάζεται με τον πελάτη αλλά αντίθετα ο πελάτης δεν συνεργάζεται. Είναι για κάτι τέτοιες περιπτώσεις που το εργαλείο των εκποιήσεων μπορεί να φανεί ιδιαίτερα χρήσιμο.