Στο μυαλό του Wilbur Ross
07:55 - 22 Σεπτεμβρίου 2014
Στενός συνεργάτης του Αντώνη Σαμαρά, ερωτηθείς προ έτους από το «Κεφάλαιο» για το εάν αποκάλυψε το αντικείμενο του ενδιαφέροντος του ο Αμερικανός μεγαλοεπενδυτής Wilbur Ross στον πρωθυπουργό σε κάποια από τις προσωπικές συναντήσεις που είχαν, απάντησε: Τα πάντα.
Σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, ο Ross φέρεται να έχει τοποθετήσει μέσω του private equity WL Ross & Co. LLC περί το μισό δισεκατομμύριο ευρώ σε περιουσιακά στοιχεία ελληνικού ενδιαφέροντος, όπως είναι η Eurobank στην Ελλάδα, η Τράπεζα Κύπρου στη Λευκωσία, μετοχές στο Ελληνικό Χρηματιστήριο και αγοραπωλησίες πλοίων. Και όσοι τον γνωρίζουν ισχυρίζονται πως ακόμη δεν τελείωσαν οι επενδύσεις του εδώ.
Με ειδικότητα τις χρεοκοπίες και τα distressed assets, ο Ross έχει οικοδομήσει μια αυτοκρατορία που εκτιμάται ότι αξίζει πολύ περισσότερα από τα 2,9 δισ. δολ. -τόσο αποτίμησε την προσωπική καθαρή περιουσία του το «Forbes» τον Αύγουστο.
Τι σκοπεύει να κάνει με τις συμμετοχές του αυτές; Αν κρίνει κανείς από αυτά που είπε προ μηνών σε χρηματοοικονομικό συνέδριο στο Αμβούργο για τη ναυτιλία, σκοπεύει «να αγοράζει φθηνά και να πουλά ακριβά». Όμως ο επενδυτικός ορίζοντας των private equities, όπως εξήγησε στο Marine Money German Ship Finance Forum, είναι μακροπρόθεσμος. Και προσδιόρισε σε πέντε με επτά χρόνια το διάστημα ωρίμανσης των τοποθετήσεων τους.
Όμως, έναν μήνα μετά τις δηλώσεις του αυτές, πούλησε, σε δύο δόσεις, τον Μάρτιο και τον Ιούνιο φέτος, το ποσοστό του στο μετοχικό κεφάλαιο της Bank of Ireland που είχε αποκτήσει το 2011, μόλις τρία χρόνια πριν. Τότε είχε επενδύσει μαζί με τη Fairfax Financial Holdings Ltd του Prem Watsa (σχήμα με το οποίο, συμπεριλαμβανομένης της Capital Group, μπήκε και στη Eurobank φέτος) 1,1 δισ. ευρώ στην ιρλανδική τράπεζα, αποκτώντας από κοινού το 34,9% των μετοχών.
Ο Ross και οι συνεταίροι του υπερδιπλασίασαν το κεφάλαιό τους, καθώς η μετοχή της Bank of Ireland αγοράστηκε στα επίπεδα των 10 λεπτών του ευρώ και πουλήθηκε στα 32,8 λεπτά τον Μάρτιο και στα 26,5 λεπτά τον Ιούνιο...
Καθόλου κακή απόδοση για μια κίνηση που χαρακτηρίστηκε εκείνες τις δύσκολες μέρες του ΄11 από παρακινδυνευμένη έως ακόμα και απονενοημένη.
Ο άνθρωπος του Yale
Ο -σε δύο μήνες- 77 χρόνων Ross γεννήθηκε στο Wee-hawken του New Jersey, όπου και μεγάλωσε. Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος και η μητέρα του δασκάλα. Οδηγούσε δύο ώρες την ημέρα από το New Jersey στο Μανχάταν για να παρακολουθεί τα μαθήματα στο «Γυμνάσιο της ελίτ», Xavier High School. Αθλητής του στίβου και αρχηγός της ομάδας σκοποβολής, αποφοίτησε από το Yale College, ενώ απέκτησε το MBA του από το Harvard Business School. Εξέχων συλλέκτης έργων τέχνης, εκτιμάται ότι έχει μερικά από τα πιο πολύτιμα έργα ζωγραφικής του Magritte, ενώ κατέχει 25 συνολικά πίνακές του, μεταξύ των οποίων και τον «Προσκυνητή». Η ιδιωτική συλλογή του εκτιμάται ότι ξεπερνά σε αξία τα 150 εκατ. δολ. και περιλαμβάνει από σουρεαλιστές έως σύγχρονους γλύπτες από την Ανατολή.
Ξεκινώντας από τα μέσα της δεκαετίας του ΄70, ν ο Ross έχτισε τη φήμη του ως σύμβουλος πτωχεύσεων. Είναι αυτός που πιστώνεται στη συνείδηση των παλαιότερων της Wall το ξεκαθάρισμα της κρίσης που προκάλεσε η κρίση των junk bonds του Michael Milken. Από το 1997 και μετά επιτάχυνε τη σταδιοδρομία του περαιτέρω και διετέλεσε, μεταξύ άλλων, και επικεφαλής private equity fund του οίκου Rothschild επί μία τριετία. Το 2000 άνοιξε την WL Ross & Co. στη Νέα Υόρκη, με 440 εκατομμύρια δολάρια σε κεφάλαια από την προσωπική του περιουσία και συνεταίρων του.
Οι επόμενες κινήσεις του εντός συνόρων
Ο Ross μαζί με τον Watsa, την Capital, τη Fidelity, τη Mackenzie και την Brookfield τοποθετήθηκαν τον Απρίλιο στην αύξηση κεφαλαίου της Eurobank. Ο Ross έβαλε το μικρότερο ποσό, αλλά η σταθερή σχέση του με τον Watsa εκτιμάται ότι μπορεί να μεταφραστεί σε περαιτέρω επενδύσεις σε συμμετοχές που έχει η Eurobank σε τρίτεε εταιρείεε, εισηγμένες και μη, αλλά και σε μεταξύ τους αγοραπωλησίες. Στο διοικητικό συμβούλιο της Eurobank τον Ross εκπροσωπεί ο Josh P. Seegopaul, ως μη εκτελεστικός ανεξάρτητος σύμβουλος.
Προ μηνός στην Κύπρο ο Ross συμμετείχε στην ιδιωτική τοποθέτηση, της τάξης του 1 δισ. ευρώ, στο μετοχικό κεφάλαιο του συγκροτήματος της Τράπεζας Κύπρου, και μάλιστα ως επικεφαλής, με τη συμμετοχή του να αναφέρεται στα επίπεδα των 400 εκατ. ευρώ. Ο Ross έχει μπει δυναμικά, όμως, και στον προνομιακό χώρο του ελληνικού επιχειρείν, τη ναυτιλία. Έχει επενδύσει σχεδόν 1,1 δισ. δολ. σε αγορές πλοίων και ήδη από την άνοιξη σχεδιάζει το exit game, ενδεχομένως μέσω δημόσιας εγγραφής των ναυτιλιακών του οχημάτων, όπως είναι η Diamond Shipping.
Γεννημένος στις 28 Νοεμβρίου του 1937, ο Wilbur Ross είναι ένας από τους πιο γνωστούς Αμερικανούς επενδυτές που τοποθετούνται σε «προβληματικές» εταιρείες. Έχει πληροφόρηση από «πρώτο χέρι» για την ελληνική οικονομία, καθώς έχει συναντηθεί επανειλημμένως, όπως και άλλοι επενδυτές, με τον πρωθυπουργό, τόσο στη Νέα Υόρκη, όταν πραγματοποίησε εκεί δύο επισκέψεις πέρυσι ο Αντ. Σαμαράς, όσο και στο Μέγαρο Μάξιμου.
Τον Ιούνιο δήλωσε για τη Eurobank πως «κάναμε μια επένδυση, όχι μια τεράστια επένδυση, στη Eurobank, που είναι μια από τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες της Ελλάδας. Δεν πιστεύω ότι είναι νωρίς για επενδύσεις στην Ελλάδα. Εγώ το έκανα ήδη»...
«Χωρίς εξωτερική βοήθεια, η Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιρλανδία έκαναν καλή δουλειά στην εκτίμηση των ζημιών με βάση τα δυσμενέστερα σενάρια», υπογράμμισε, σε μια σαφή ένδειξη ότι έχει κάνει το δικό του due diligence και δεν αγωνιά, ίσως, για τα πανευρωπαϊκά stress tests...
Ο μεγαλοεπενδυτής θεωρείται ο «πατριάρχης» των επενδυτικών κεφαλαίων που ασχολούνται με distressed επενδυτικές κινήσεις. Αντιμετωπίζεται από την πλειονότητα της Wall Street ως «μάγος» των restructuring plays, των επιχειρηματικών αναδιαρθρώσεων δηλαδή, και ειδικά στις τηλεπικοινωνίες, στον τουρισμό, στα ακίνητα, στη χαλυβουργία, στην κλωστοϋφαντουργία αλλά και στις ξένες επενδύσεις χαρτοφυλακίου, ενώ οι κινήσεις του βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής πολλών fund managers διεθνώς.
ΠΗΓΗ: capital.gr