Κανένα στρατηγικό πλάνο για το 30% των επιχειρήσεων
15:16 - 10 Σεπτεμβρίου 2014
Την ανάγκη για αναδιάρθρωση των επιχειρήσεων με τη δημιουργία νέων κινήτρων κατέδειξε έρευνα που διενήργησαν το CIIM και η Cypronetwork με τη στήριξη του Υπουργείου Οικονομικών.
Στόχος της έρευνας που διεξήχθη με δείγμα 400 συνεντεύξεων από ιδιοκτήτες εταιρειών, γενικούς διευθυντές και στελέχη των επιχειρήσεων, ήταν ο καθορισμός του προφίλ της κυπριακής επιχείρησης, ο καθορισμός των επιδόσεων και τάσεών της και η λειτουργία της ως Benchmark για κάθε επιχείρηση και τομέα.
Σε διάσκεψη Τύπου, που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου, για την παρουσίαση της έρευνας, ο διευθυντής του CIIM Θεόδωρος Παναγιώτου τόνισε ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να δώσουν περισσότερη έμφαση στην καινοτομία, στη δημιουργία νέων ανταγωνιστικών προϊόντων και στην εισαγωγή καλύτερων πρακτικών από το εξωτερικό.
Ο εκτελεστικός πρόεδρος της Cypronetwork Χρίστος Μιχαηλίδης τόνισε μάλιστα, την ανάγκη καθοδήγησης από το κράτος και τους αρμόδιους φορείς και τη λήψη πρακτικών ενεργειών που να βοηθήσουν τις ενέργειες αυτές. Αξιοσημείωτο γεγονός είναι ότι το 30% των επιχειρήσεων δεν έχει κάποιο πλάνο στρατηγικής για τη συνέχεια, ενώ το 16% απάντησε ότι δεν γνωρίζει/ δεν απαντά. Όπως τόνισαν οι κ.κ. Παναγιώτου και Μιχαηλίδης, απαιτείται η συμβολή του κράτους για τη στήριξη των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με τα πορίσματα της έρευνας, το τελευταίο εξάμηνο ο μέσος αριθμός θέσεων που έχουν δημιουργηθεί από τις επιχειρήσεις είναι μόλις 2,6%, με τη σημαντικότερη αύξηση να σημειώνεται στον τομέα των υπηρεσιών (5,7%) και η μεγαλύτερη μείωση στις κατασκευές (0,5%). Το 76% των επιχειρήσεων δεν έχουν δημιουργήσει καμία νέα θέση, ενώ το 15% έχει δημιουργήσει από 1 – 5 θέσεις, το 4% από 6 – 10 θέσεις και το 5% από 11 θέσεις και πάνω.
Στο ερώτημα κατά πόσο έχουν γίνει μειώσεις στα μισθολόγια και τα ωφελήματα της επιχείρησης, το 43% απάντησε θετικά και το 56% αρνητικά. Ο τομέας των κατασκευών ήταν αυτός που επηρεάστηκε περισσότερο, αφού το 62% απάντησε θετικά, με τον τομέα του εμπορίου να ακολουθεί, με ποσοστό 48%. Το μέσο ποσοστό μείωσης του μισθολογίου αγγίζει το 20,1%.
Το 16% των ερωτηθέντων προβλέπει ότι το επόμενο εξάμηνο, ο αριθμός των εργαζομένων θα αυξηθεί, το 68%, δηλαδή, επτά στις δέκα επιχειρήσεις, ότι θα παραμείνει ίδιος και το 12% ότι θα μειωθεί.
Επιπλέον, η έρευνα κατέδειξε ότι το 32% των ερωτηθέντων είναι λίγο ικανοποιημένοι από την πορεία της επιχείρησης το τελευταίο εξάμηνο, με το 27% να μην είναι καθόλου ικανοποιημένοι. Μόλις το 10% είναι πολύ ικανοποιημένοι και το 2% απόλυτα ικανοποιημένοι.
Η μειωμένη πελατεία/ μείωση ύψους πωλήσεων αποτελεί το πρώτο και σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με το 52% των συνεντευξιαζόμενων. Το 49% απάντησε ότι είναι η έλλειψη ρευστότητας, το 32% ο ανταγωνισμός, το 26% η ανεπαρκής ζήτηση, το 15% τα επιτόκια, το 14% η μικρή αγορά/ περιορισμένες ευκαιρίες, το 13% οι τραπεζικοί περιορισμοί. Το 12% απάντησε ότι είναι το μπλοκάρισμα κεφαλαίων/ κούρεμα, το 11% ότι είναι η χρηματοδότηση από τις τράπεζες και το 5% ότι είναι το κόστος προσωπικού. «Είναι αξιοσημείωτο», ανέφερε ο κ. Παναγιώτου, «ότι μία στις δύο επιχειρήσεις θεωρούν ότι η μειωμένη πελατεία αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα. Το λογικό είναι ότι θα έπρεπε να κοιτάξουν για νέες αγορές και όχι να μειώνουν το προσωπικό τους», σημείωσε. Πρόσθεσε μάλιστα, ότι μόνο το 8% των επιχειρήσεων ενδιαφέρονται για αγορές εκτός Κύπρου, με την πλειοψηφία να προέρχεται από τον τομέα των υπηρεσιών. «Το 32% των ερωτηθέντων αναφέρει ως πρόβλημα τον ανταγωνισμό. Πρέπει όμως, να δράσουν για να διαφοροποιηθούν από τον ανταγωνισμό, να δημιουργήσουν νέα προϊόντα και υπηρεσίες, νέα ζήτηση», επεσήμανε. Ανέφερε ακόμα, ότι η μείωση του προσωπικού δεν αποτελεί λύση, κάτι που φάνηκε έντονα στην έρευνα, αφού το 21% θεωρεί ότι αυτό είναι μια σωστή ενέργεια για επίλυση των προβλημάτων. Το αξιοσημείωτο όμως, είναι ότι μία στις τέσσερις επιχειρήσεις δεν έχει κάνει καμία ενέργεια για να επιλύσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει.
Επιπρόσθετα, το 61% των επιχειρήσεων έχει σημειώσει μείωση στην κερδοφορία τους, με το 35% να έχει μειώσει το κόστος του εργατικού δυναμικού τους. Το κόστος χρηματοδότησης παραμένει το ίδιο σύμφωνα με το 39%, ενώ έχει μειωθεί σύμφωνα με το 19%. Το 59% των ερωτηθέντων απάντησε ότι οι εισπράξεις/ ρευστότητα της επιχείρησης έχουν μειωθεί και μόλις μία στις δέκα επιχειρήσεις ότι έχει αυξηθεί.
Αναφορικά με το τι προβλέπουν για τον ετήσιο κύκλο εργασιών τους το επόμενο εξάμηνο, το 26% απάντησε ότι θα αυξηθεί, το 43% ότι θα παραμείνει ίδιος και το 23% ότι θα μειωθεί.
Οι κ.κ. Παναγιώτου και Μιχαηλίδης υπογράμμισαν ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να εστιαστούν στο άνοιγμα νέων αγορών, αλλά και στην απλούστευση των διαδικασιών γραφειοκρατίας, αντί στις φορολογικές διευκολύνσεις/ απαλλαγές (36%), με τον πρώτο να προτείνει ακόμα και τη δημιουργία Γραφείων Εξυπηρέτησης των Επιχειρηματιών, κατά τα πρότυπα του Γραφείου Εξυπηρέτησης του Πολίτη.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 28 Μαΐου - 17 Ιουνίου 2014, με παγκύπρια κάλυψη από όλους τους κλάδους των υπηρεσιών, εμπορίου, βιομηχανίας και κατασκευών. Η συλλογή των στοιχείων έγινε μέσω τηλεφωνικών συνεντεύξεων με τη χρήση ενός δομημένου ερωτηματολογίου. Υπάρχουν και άλλα κομμάτια της έρευνας τα αποτελέσματα των οποίων θα κοινοποιηθούν στους επόμενους μήνες.