Σώζουμε το δέντρο αλλά χάνουμε το δάσος
09:03 - 29 Δεκεμβρίου 2014
Αδιαμφισβήτητα και δικαιωματικά, το θέμα της διεθνούς φορολογίας κατατάσσεται ανάμεσα στα πιο επίκαιρα, καυτά και πολυσυζητημένα θέματα που απασχόλησαν (και σε πολλές περιπτώσεις μονοπώλησαν) το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης μέσα στη χρονιά που φεύγει.
Χιλιοειπωμένο και επίσης αδιαμφισβήτητο είναι και το γεγονός ότι την επιτακτική και εξαντλητική συζήτηση για την ανάγκη εκσυγχρονισμού του υφιστάμενου μοντέλου διεθνούς φορολογίας επίσπευσε η έκταση και η διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, που όλος ο πλανήτης βίωσε την τελευταία πενταετία.
Η σημερινή λοιπόν προσπάθεια εκσυγχρονισμού του υφιστάμενου μοντέλου ούτως ώστε να συνάδει με το σημερινό επιχειρηματικό περιβάλλον της τεχνολογίας και της συνεχόμενης εξέλιξης, μπορούμε πλέον να συμπεράνουμε με σιγουριά, αποτελεί γνήσιο απότοκο της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης. Με τους χρηματοοικονομικούς πόρους τους να συρρικνώνονται και τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης να βυθίζουν όλο και πιο βαθειά στο χάος τις κυβερνήσεις, η ανάγκη συγκρότησης ενός ισχυρού και ενιαίου μετώπου για να αντιμετωπιστούν φαινόμενα φορολογικής διαφυγής (και αποφυγής) με την ταυτόχρονη εισροή ζεστού χρήματος στις κρατικές μηχανές, φάνταζε ως αδήριτη ανάγκη.
Το μέτωπο αυτό δεν άργησε να συγκροτηθεί υπό την αιγίδα και κατεύθυνση του ΟΟΣΑ με την πλήρη και χωρίς όρους πολιτική στήριξη των ισχυρoτέρων λόμπυ του πλανήτη. Οι όροι εντολής ήταν σαφείς και στοχευμένοι. Να θεσπιστούν κανόνες και να υιοθετηθούν τα μέτρα εκείνα που απαιτούνται για να προστατευθεί η φορολογική βάση και να ενδυναμωθεί η φοροεισπρακτική ικανότητα του κάθε κράτους, προς επίτευξη του στόχου, που δεν ήταν άλλος από την δημιουργία ενός νέου «δίκαιου» και «ηθικού» (fair and moral) φορολογικού μοντέλου.
Μέχρις εδώ όλα καλά. Η ύπαρξη ενός δίκαιου και (ποιος να το φανταζόταν) ηθικού φορολογικού μοντέλου συνεπικουρούμενη από την καθολικά αποδεκτή αρχή της προστασίας της φορολογικής βάσης (των φορολογικών εσόδων με άλλα λόγια) της κάθε χώρας, μας βρίσκει όχι μόνο σύμφωνους αλλά και υποστηρικτές.
Το πρόβλημα όμως που δημιουργείται και το οποίο, κατά την ταπεινή μας γνώμη, θα πάρει απρόβλεπτες διαστάσεις στο μέλλον, έγκειται στο γεγονός ότι η κάθε χώρα ξεχωριστά υπό τον μανδύα της προστασίας της φορολογικής βάσης (κάτι θεμιτό και καθόλα νόμιμο) και την απαραίτητη υποστηρικτική στάση της κοινής γνώμης, η οποία να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια των προηγούμενων μηνών είχε γίνει μάρτυρας των αποκαλύψεων για το πώς μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες πληρώνουν κατά πολύ λιγότερο φόρο από το «δίκαιο» κομμάτι που τους αναλογεί, έχουν αρχίσει να υιοθετούν μονομερώς φορολογικά μέτρα και νομοθεσίες που όχι μόνο έρχονται σε αντίθεση με τους διεθνώς αποδεκτούς κανόνες φορολόγησης, αλλά και που εκ των γεγονότων ακυρώνουν και καθιστούν ανενεργές (πάλι μονομερώς) υφιστάμενες συμφωνίες αποφυγής διπλής φορολογίας, οι οποίες να σημειωθεί αποτελούν διεθνείς συμφωνίες μεταξύ κρατών.
Με βάση τα πιο πάνω, εκτιμάται ότι τα φαινόμενα διπλής φορολόγησης αναμένεται ότι θα αυξηθούν σημαντικά στο μέλλον, αφού η κάθε χώρα μονομερώς θα ακολουθεί και θα εφαρμόζει τις δικές της νομοθεσίες με σκοπό να προφυλάξει στο ακέραιο τη φορολογική της βάση, επιβάλλοντας φορολογία σε εισοδήματα των οποίων η φορολόγηση υπό ομαλές συνθήκες θα ρυθμιζόταν μέσω διακρατικής συμφωνίας ή ακόμα και μονομερώς, βάσει της αρχής της αμοιβαιότητας προς αποφυγή του φαινομένου της διπλής φορολόγησης. Ως επακόλουθο, άτομα και εταιρείες τα οποία θα υπόκεινται σε διπλή φορολόγηση, θα αναγκάζονται να προσφύγουν δικαστικώς εναντίον των κρατών αυτών, με αποτέλεσμα την κατασπατάληση πόρων (χρηματικών και όχι μόνο), οι οποίοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πολύ πιο αποδοτικά και αποτελεσματικά προς όφελος των υπαλλήλων, των μετόχων, των πελατών και του συνόλου της κοινωνίας ευρύτερα. Το αυξημένο κόστος λειτουργίας που θα προκύψει για άτομα και εταιρείες που δραστηριοποιούνται πέραν των συνόρων μιας χώρας (cross border) καθώς και η αβεβαιότητα ως προς τον τρόπο φορολόγησης των κερδών που τυχόν να προκύψουν, θα αποτελέσουν τροχοπέδη στην περεταίρω ανάπτυξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων και βόμβα στα θεμέλια του υγιούς ανταγωνισμού.
Συμφωνούμε απόλυτα με την ανάγκη εκσυγχρονισμού των διεθνών κανόνων του φορολογικού συστήματος, ούτως ώστε να συνάδει με τα σημεία των καιρών. Εκφράζουμε παράλληλα τον προβληματισμό και την ανησυχία μας για τον τρόπο με τον οποίος αυτός γίνεται. Οι δυσχερείς και χωρίς προηγούμενο οικονομικές συνθήκες που η πλειοψηφία των πολιτών έχει να αντιμετωπίσει στην καθημερινότητα της, σε συνδυασμό με τις προκλητικές αποκαλύψεις ότι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες καταβάλλουν ελάχιστο ή καθόλου φόρο, έχουν δημιουργήσει τις ιδανικές συνθήκες για μια άνευ προηγουμένου υιοθέτηση εθνικών φορολογικών νομοθεσιών που στο τέλος της ημέρας προστατεύουν μόνο το δέντρο, αδιαφορώντας παντελώς για το δάσος.