Άρση εμπιστοσύνης προς Αρχή Εξυγίανσης
08:43 - 22 Νοεμβρίου 2014
Τη στάση της Αρχής Εξυγίανσης να μην παρευρεθεί και να μην ψηφίσει στην Ετήσια Γενική Συνέλευση της Τράπεζας Κύπρου καυτηριάζουν οι κουρεμένοι καταθέτες της Λαϊκής Τράπεζας μέσω του Συνδέσμου τους.
Η συμπεριφορά και στάση της Αρχής Εξυγίανσης, σημειώνουν, ήταν ότι χειρότερο για τα συμφέροντα της Λαϊκής Τράπεζας και των Καταθετών της Λαϊκής. «Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε με ποια λογική ο μέτοχος του 9.6% δεν ψηφίζει σε γενική συνέλευση μετόχων μιας Τράπεζας. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε με ποια λογική δεν απαιτεί την συμπερίληψη του στην ομάδα διοίκησης της τράπεζας. Στάλθηκε στην αρχή εξυγίανσης επιστολογραφία για το πιο πάνω θέμα που την καλούσε να προχωρήσει σε διαπραγμάτευση για συμμετοχή στα διοικητικά δρώμενα της Τράπεζας Κύπρου. Αποτέλεσμα, απραξία», προστίθεται.
Θεωρούμε, συνεχίζει η ανακοίνωση του ΣΥΚΑΛΑ, ότι η αποχή της Αρχής Εξυγίανσης από τα δρώμενα της Τράπεζας Κύπρου στην οποία βρίσκεται το μεγαλύτερο περιουσιακό στοιχείο της Λαϊκής (το 9.6%) δείχνει ότι στην Αρχή Εξυγίανσης δεν μπορούν να αντιληφθούν τις ευθύνες που έχουν έναντι των κουρεμένων καταθετών. Δείχνει ότι δεν αντιλαμβάνονται ότι διαχειρίζονται τα περιουσιακά μας στοιχεία και ότι με τον τρόπο αυτό απλά αρνήθηκαν να τα διαχειριστούν.
«Θεωρούμε την Αρχή Εξυγίανσης ανεπαρκή να διαχειριστεί τα περιουσιακά μας στοιχεία, κάτι το οποίο τους ανατέθηκε με νομοθετική ρύθμιση. Είναι προφανές ότι δεν υπάρχει καμιά δυνατότητα συνεννόησης και αίρουμε την εμπιστοσύνη μας προς την ίδια την Αρχή».
Σε σχέση με τους νέους μετόχους της Τράπεζας Κύπρου, σημειώνεται ότι εκπροσωπούν στο Δ.Σ. το 46% του μετοχικού κεφαλαίου και το υπόλοιπο 54% των μετόχων της Τράπεζας, συμπεριλαμβανομένων και του συνόλου των Κυπρίων Καταθετών δεν εκπροσωπούνται καθόλου στο Δ.Σ. της Τράπεζας Κύπρου.
«Η πιο πάνω στάση των νέων μετόχων μας ανησυχεί αφού δεν είναι γνωστά τα κίνητρα τους».
Εμείς, καταλήγει η ανακοίνωση, θα παραμένουμε αυστηροί κριτές των ενεργειών της Τράπεζας και θα άρουμε την εμπιστοσύνη μας εάν κρίνουμε ότι οποιεσδήποτε επιπλέον ενέργειες συνεχίζουν να στρέφονται εναντίον της μειοψηφίας.