Επενδυτικές υπηρεσίες: Προμήθειες κομμένες
07:16 - 25 Οκτωβρίου 2014
Οι τροποποιήσεις αποσκοπούν στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας, της ανθεκτικότητας και της διαφάνειας των χρηματοπιστωτικών αγορών και της προστασίας των επενδυτών και στην επέκταση των τομέων αρμοδιότητας και εποπτείας των ρυθμιστικών φορέων.
Έτσι, μεγάλη συζήτηση στους επενδυτικούς κύκλους γίνεται για την πρόνοια της απαγόρευσης αποδοχής αμοιβών, προμηθειών ή άλλων χρηματικών και μη χρηματικών οφελών που καταβάλλονται στους χρηματοοικονομικούς συμβούλους.
Ήδη η Βρετανία έχει απαγορεύσει τις προμήθειες στους συμβούλους, ενώ τα κράτη μέλη, μέσω της οδηγίας, δύνανται να εκδώσουν τέτοιες απαγορεύσεις. Η συζήτηση αυτή φέρνει διχογνωμία στους asset managers, κατά πόσο δηλαδή θα ενισχυθεί η διαφάνεια ή όχι.
Η MiFID II παρακολουθείται στενά από τους asset managers. Σε εθνικό επίπεδο, οι διάφορες κυβερνήσεις ακολουθώντας τα βήματα του Ηνωμένου Βασιλείου με την ενίσχυση της προστασίας των επενδυτών- πελατών, ερευνούν τα οφέλη της απαγόρευσης προμηθειών. Σχετικά δημοσιεύματα αναφέρουν ότι οι Ολλανδία, Γερμανία και Σουηδία μελετούν το ενδεχόμενο αυτό.
«Η οδηγία προβλέπει όρους και διαδικασίες με τους οποίους πρέπει να συμμορφώνονται τα κράτη μέλη όταν σκοπεύουν να επιβάλουν πρόσθετες απαιτήσεις. Μεταξύ των απαιτήσεων αυτών μπορεί να περιλαμβάνεται η απαγόρευση ή ο περαιτέρω περιορισμός της προσφοράς ή αποδοχής αμοιβών, προμηθειών ή άλλων χρηματικών και μη χρηματικών οφελών που καταβάλλονται ή παρέχονται από τρίτο ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τρίτου σε σχέση με την παροχή της υπηρεσίας προς τους πελάτες».
Συγκεκριμένα, αναφέρεται:
-Προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των επενδυτών και να αυξηθεί η σαφήνεια προς τους πελάτες ως προς την υπηρεσία την οποία λαμβάνουν, είναι επίσης σκόπιμο να περιοριστεί περαιτέρω η δυνατότητα των επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσία επενδυτικών συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση και υπηρεσία διαχείρισης χαρτοφυλακίου να αποδέχονται και να διατηρούν αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά ή μη χρηματικά οφέλη από τρίτους και ειδικότερα, από εκδότες ή παρόχους προϊόντων.
-Αυτό σημαίνει ότι όλες οι αμοιβές, οι προμήθειες και άλλα χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από τρίτο πρέπει να επιστρέφονται εξ ολοκλήρου στον πελάτη το ταχύτερο δυνατό μετά την είσπραξη αυτών των πληρωμών από την επιχείρηση, και η επιχείρηση δεν θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να συμψηφίζει πληρωμές τρίτων με τις αμοιβές που οφείλει ο πελάτης στην επιχείρηση.
-Ο πελάτης θα πρέπει να ενημερώνεται επακριβώς και, όπου κρίνεται σκόπιμο, σε περιοδική βάση σχετικά με όλες τις αμοιβές, τις προμήθειες και τα οφέλη που έχει λάβει η επιχείρηση σε σχέση με την επενδυτική υπηρεσία που έχει παράσχει στον πελάτη και τα οποία έχει μεταβιβάσει σε αυτόν.
-Οι επιχειρήσεις που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση ή διαχείριση χαρτοφυλακίου θα πρέπει επίσης να καταρτίσουν μια πολιτική ως μέρος των οργανωτικών τους απαιτήσεων, για να εξασφαλίσουν ότι οι εισπραττόμενες πληρωμές τρίτων επιμερίζονται και μεταβιβάζονται στους πελάτες. Θα πρέπει να επιτρέπονται μόνο ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη, υπό τον όρο ότι γνωστοποιούνται ρητά στον πελάτη, ότι μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας και ότι δεν μπορεί να κριθεί ότι υπονομεύουν την ικανότητα των επιχειρήσεων επενδύσεων να ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον των πελατών τους.
- Κατά την παροχή υπηρεσίας επενδυτικών συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση και υπηρεσίας διαχείρισης χαρτοφυλακίου, οι αμοιβές, οι προμήθειες ή τα μη χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από ένα πρόσωπο εξ ονόματος του πελάτη θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον εάν το πρόσωπο αυτό γνωρίζει ότι οι συγκεκριμένες πληρωμές έχουν πραγματοποιηθεί εξ ονόματός του και ότι το ποσόν και η συχνότητα των πληρωμών έχουν συμφωνηθεί μεταξύ του πελάτη και της επιχείρησης επενδύσεων και δεν έχουν καθοριστεί από τρίτο.
Στις 15 Μαΐου 2014 εκδόθηκε η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2014/65/EU (MiFID ΙΙ) και ο Κανονισμός No 600/2014(MiFIR) (MiFID ΙΙ), τα οποία τροποποιούν την υπάρχουσα Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τις Αγορές Χρηματοπιστωτικών Μέσων» (MiFID), που είναι σε ισχύ ήδη από το 2007 και αποτελεί τη «Βίβλο» της χρηματιστηριακής νομοθεσίας.
Η έναρξη εφαρμογής της Οδηγίας και του Κανονισμού (MiFID II) έχει καθορισθεί για τον Ιανουάριο του 2017.