Περί ασφάλειας εγκαταστάσεων εξόρυξης φυσικού αερίου
09:21 - 04 Ιουλίου 2013
Οι εγκαταστάσεις εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου αποδεδειγμένα αποτελούν χώρους υψηλού κινδύνου στους οποίους συμβαίνουν ατυχήματα που συχνά οδηγούν σε σημαντικές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, υποδομές και σε οικολογικές καταστροφές.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων ατυχημάτων είναι αυτά που έχουν γίνει σε εγκαταστάσεις άντλησης φυσικού αερίου στη Νορβηγία το 1980 (Alexander Kielland με 123 νεκρούς) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (Piper Alpha) το 1988 με 167 νεκρούς. Τα τελευταία 34 χρόνια έχουν καταγραφεί τουλάχιστον άλλες επτά μεγάλες καταστροφές σε διάφορα μέρη του κόσμου. Πρόσφατο, επίσης, παράδειγμα αποτελεί το ατύχημα της 20ής Απριλίου 2010 στον Κόλπο του Μεξικού, 60 χιλιόμετρα από τις ακτές των ΗΠΑ, στην εξέδρα Deepwater Horizon. Το ατύχημα προκλήθηκε από έκρηξη κατά τη διάρκεια γεώτρησης για εύρεση πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι συνέπειές του δραματικές, 11 εργαζόμενοι νεκροί, πολλοί τραυματίες και μια φοβερή οικολογική καταστροφή από τα 5 εκατομμύρια βαρέλια αργό πετρέλαιο που διέρρευσαν στη θάλασσα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, συνειδητοποιώντας τους κινδύνους που κρύβουν αυτού του είδους οι εγκαταστάσεις, αντέδρασε αμέσως εκδίδοντας το 2010 ανακοίνωση για την αντιμετώπιση της πρόκλησης για ασφάλεια των υπεράκτιων εγκαταστάσεων πετρελαίου και φυσικού αερίου και στη συνέχεια το 2011 με ετοιμασία προσχεδίου Ευρωπαϊκού Κανονισμού. Κρίθηκε ότι η ισχύουσα νομοθεσία για τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας σε εξορυκτικές διά γεωτρήσεων βιομηχανίες δεν ήταν επαρκής αφού εφάρμοζε μια απλή πρακτική κάλυψης συγκεκριμένων βασικών τεχνικών απαιτήσεων και δεν έθετε βασικούς στόχους (goal-setting approach). Με τη νέα νομοθεσία αναμένεται ότι θα καλυφθούν αποτελεσματικά τα θέματα της διατήρησης συνθηκών ασφάλειας σε πλατφόρμες φυσικού αερίου και πετρελαίου και θα εφαρμοσθεί η προσέγγιση που προβλέπει Εκτίμηση Κινδύνου που συνεχώς αναβαθμίζεται και επικαιροποιείται λαμβάνοντας υπόψη τη νέα τεχνολογία και τους αναδυόμενους κινδύνους.
Τα κύρια σημεία που επιδιώκει να καλύψει η υπό αναφορά νομοθεσία είναι τα ακόλουθα:
Αδειοδότηση: Οι αρμόδιες αρχές σε κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι μόνο εταιρείες με επαρκείς τεχνικές και οικονομικές δυνατότητες, που επιτρέπουν τον αποτελεσματικό έλεγχο για την ασφάλεια των υπεράκτιων εγκαταστάσεων και την προστασία του περιβάλλοντος, συμμετέχουν σε τέτοιου είδους εργασίες σε περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Υποχρεωτικό σχέδιο εκτάκτου ανάγκης: Οι εταιρείες θα πρέπει να ετοιμάζουν Έκθεση Κινδύνου Μεγάλης Κλίμακας για την εγκατάστασή τους που θα περιλαμβάνει Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης. Αυτές οι μελέτες θα πρέπει να ετοιμασθούν και να υποβληθούν στις εθνικές αρχές για έγκριση.
Ανεξάρτητοι ελεγκτές: Οι τεχνικές λύσεις που προτείνονται από τον διαχειριστή και οι οποίες θεωρούνται κρίσιμες για την ασφάλεια της εγκατάστασης πρέπει να ελεγχθούν από ανεξάρτητο φορέα τόσο πριν όσο και σε τακτά χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της εγκατάστασης.
Επιθεωρήσεις: Οι αρμόδιες για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων αρχές θα αξιολογούν τα προστατευτικά μέτρα που λαμβάνονται και εάν απαιτείται θα προχωρούν με τις αναγκαίες δράσεις που θα περιλαμβάνουν διάφορες ποινές καθώς και παύση των εργασιών.
Διαφάνεια: Πληροφορίες για τα επίπεδα των εργασιών και τις σχετικές δραστηριότητες των αρμόδιων αρχών θα παρέχονται μέσω ιστοσελίδων.
Αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης: Οι εταιρείες θα συντάσσουν σχέδια αντιμετώπισης έκτακτης ανάγκης που θα βασίζονται σε εκτιμήσεις κινδύνου των πλατφορμών ή εξεδρών τους. Θα έχουν διαθέσιμους πόρους για να χρησιμοποιηθούν εφόσον απαιτηθεί. Τα σχέδια αυτά θα ελέγχονται σε τακτά χρονικά διαστήματα από τον κλάδο και τις εθνικές αρχές.
Αστική ευθύνη: Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου θα είναι πλήρως υπεύθυνες για τις τυχόν βλάβες που μπορεί να προκαλέσουν στο περιβάλλον.
Περισσότερες πληροφορίες για το θέμα αυτό υπάρχουν στην ιστοσελίδα: http://ec.europa.eu/energy/oil/offshore/standards_en.htm