Ασφαλιστικές: Φοβούνται τις νέες ρυθμίσεις
09:58 - 17 Ιουλίου 2013
Σύμφωνα με νέα έρευνα, ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει σήμερα ο ασφαλιστικός κλάδος αφορά το κύμα νέων ρυθμίσεων που εισάγονται τόσο σε διεθνές όσο και σε τοπικό επίπεδο.
Η τελευταία έρευνα του Κέντρου Μελετών Χρηματοοικονομικής Καινοτομίας (CSFI) με τίτλο «Insurance Banana Skins”, που διεξήχθη σε συνεργασία με την PwC, διαπιστώνει ότι οι νέοι κανονισμοί που διέπουν ζητήματα όπως η φερεγγυότητα και η συμπεριφορά της αγοράς, ενδέχεται να επιβαρύνουν τον κλάδο με επιπλέον κόστος και προβλήματα συμμόρφωσης. Είναι επίσης δυνατό να αποσπάσουν την προσοχή των διευθυντικών στελεχών από τον πιο σημαντικό στόχο επίτευξης κερδοφορίας σε μια δύσκολη για τον κλάδο χρονική περίοδο.
Στην έρευνα συμμετείχαν περισσότεροι από 600 επαγγελματίες και παρατηρητές του κλάδου σε 54 χώρες, οι οποίοι κλήθηκαν να αναγνωρίσουν τους μεγαλύτερους κινδύνους των επόμενων 2-3 ετών. Ο ρυθμιστικός κίνδυνος αναδύεται ως ο σημαντικότερος με διαφορά σε πολλές βασικές αγορές όπως, μεταξύ άλλων, η Βόρεια Αμερική, η Ευρώπη και η Άπω Ανατολή / περιοχή του Ειρηνικού.
Πρόκειται για τη δεύτερη συνεχόμενη έρευνα Banana Skins που διαπιστώνει ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο αποτελεί τη βασικότερη ανησυχία για τους ασφαλιστές, γεγονός που τονίζει τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα σε σχέση με σημαντικές ρυθμιστικές πρωτοβουλίες.
Η Οδηγία της ΕΕ για τη Φερεγγυότητα ΙΙ, που διανύει σήμερα τον έβδομο χρόνο σχεδιασμού της, ήταν στο επίκεντρο των μεγαλύτερων ανησυχιών που εκφράστηκαν, κυρίως γιατί πολλές χώρες μη μέλη της ΕΕ αναμένουν την έκβασή της πριν οριστικοποιήσουν τα δικά τους σχέδια.
Μια συναφής ομάδα κινδύνων αφορά τον τομέα των επιχειρηματικών πρακτικών (Αρ. 4), ο οποίος επίσης τίθεται υπό αυστηρή ρυθμιστική εποπτεία. Παρά το τεράστιο έργο των εταιρειών και των ρυθμιστών για εξάλειψη πρακτικών όπως οι καταχρηστικές πωλήσεις προϊόντων ευρείας κλίμακας (mis-selling), ο συγκεκριμένος τομέας εξακολουθεί να θεωρείται υψηλού κινδύνου, ιδιαίτερα εν καιρώ οικονομικών δυσκολιών, όπου καταγράφονται ισχυρές πιέσεις για αύξηση των πωλήσεων.
Άλλα ζητήματα που βρίσκονται ψηλά στη σχετική κατάταξη περιλαμβάνουν, σύμφωνα με την έρευνα, την αβεβαιότητα στις χρηματοοικονομικές αγορές (Αρ. 2) και την παγκόσμια οικονομία (Αρ. 3). Αυτά προστίθενται στις υφιστάμενες πιέσεις στις οποίες υπόκειται εδώ και χρόνια ο κλάδος λόγω των χαμηλών επιτοκίων και του έντονου ανταγωνισμού. Σημαντική ανησυχία προκαλεί η διαχείριση προϊόντων που προσφέρουν εγγυημένες αποδόσεις αλλά δεν μπορούν πλέον να τύχουν κερδοφόρας χρηματοδότησης με τις σημερινές χαμηλές αποδόσεις (Αρ. 6).
Οι συνεχείς δύσκολες συνθήκες στην αγορά φέρνουν επίσης στο προσκήνιο το ζήτημα της ποιότητας της διοίκησης (Αρ. 8) και ιδιαίτερα της διαχείρισης κινδύνων (Αρ. 7).
Η φετινή έρευνα καταγράφει τη συνεχιζόμενη ανησυχία για τους κινδύνους ασφάλισης για φυσικές καταστροφές (Αρ. 5), δεδομένης της μεγαλύτερης συχνότητας τέτοιων συμβάντων και του αυξανόμενου κόστους των απαιτήσεων. Σε ορισμένες αγορές, όπως η Νέα Ζηλανδία και η Αυστραλία, ο χειρισμός εκ μέρους των ασφαλιστών των απαιτήσεων που αφορούν καταστροφές έχει αναδειχθεί σε μείζον πολιτικό ζήτημα.
Από την άλλη, ορισμένοι κίνδυνοι όπως η διαθεσιμότητα κεφαλαίου για τη βιωσιμότητα του κλάδου (στον Αρ. 16 από τον Αρ. 2) δεν έχουν πλέον την ίδια σημασία. Η κατάσταση έχει σήμερα αντιστραφεί: υπάρχει διαθέσιμο πλεονάζον κεφάλαιο, ιδιαίτερα σε τμήματα εκτός του κλάδου ζωής και της αντασφάλισης, με αποτέλεσμα οι τιμές να μειώνονται σταδιακά μειώνοντας έτσι την κερδοφορία. Ένας άλλος κίνδυνος που παρουσιάζεται μειωμένος, τουλάχιστον στις αναπτυγμένες αγορές, αφορά το ανθρώπινο δυναμικό. Οι αναδιαμορφώσεις στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών έχουν διευκολύνει την πρόσληψη και διατήρηση αξιόλογου και ταλαντούχου ανθρώπινου δυναμικού. Η κατάσταση είναι πιο δύσκολη στις αναδυόμενες χώρες, όπου σε πολλές αγορές η προσφορά προσοντούχων επαγγελματιών είναι περιορισμένη.
Ο David Lascelles, συντάκτης της σχετικής έρευνας, δήλωσε:
«Το γεγονός ότι οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για τον κλάδο φαίνεται να σχετίζονται με τη ρύθμιση, η οποία έχει στόχο να μειώσει τους κινδύνους, σε μια περίοδο όπου οι συνθήκες διεξαγωγής εργασιών και ασφάλισης είναι επίσης πολύ δύσκολες αποτελεί ειρωνεία. Δεν αποτελεί όμως έκπληξη το ότι οι πιέσεις αυτές αντικατοπτρίζονται σε μια αυξανόμενη ανησυχία για την ικανότητα των διευθυντικών στελεχών να τις χειριστούν.»
Η ανάλυση των ασφαλιστικών εργασιών κατά τομέα καταδεικνύει ότι ο κλάδος ζωής εκφράζει ανησυχία για τον αντίκτυπο των χαμηλών επιτοκίων στην απόδοση των επενδύσεων και για το έργο της διαχείρισης περίπλοκων και ανταγωνιστικών δικτύων λιανικής διανομής. Στους υπόλοιπους κλάδους, βασική ανησυχία προκαλούν η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα και η ανταγωνιστική τιμολόγηση, μαζί με τον αντίκτυπο των αυξανόμενων αιτήσεων αποζημίωσης για φυσικές καταστροφές. Οι ανησυχίες στον κλάδο αντασφάλισης αφορούν κυρίως τη διασφάλιση της παραγωγικής ικανότητας σε μια αγορά που χαρακτηρίζεται από έντονο ανταγωνισμό.