Η τρέλα της κυπριακής οικονομίας και οι τιμές ακινήτων
14:12 - 13 Μαΐου 2013
Πολλά έχουν λεχθεί για τη λεγόμενη «φούσκα» στις τιμές των ακινήτων.
Θα προσπαθήσω να αναφερθώ στο γιατί οδηγηθήκαμε στην απότομη άνοδο, γιατί σήμερα βρισκόμαστε σε πολύ δύσκολη θέση και θα καταλήξω με λύσεις και εισηγήσεις για να εξέλθουμε από αυτό το τραγικό αδιέξοδο.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, ας πούμε το 1995, ήταν η τελευταία φορά που υπήρχε ομαλή και ήρεμη αγορά. Μέχρι τότε το Κτηματολόγιο θεωρούσε σωστό να δίδεται αύξηση 8 – 10% στα ακίνητα ανά έτος βάσει και των ρυθμών ανάπτυξης και τον πληθωρισμό που επικρατούσε τα προηγούμενα χρόνια.
Τα έτη 1996 – 2000 σημαδεύτηκαν από το πολιτικό γεγονός των δολοφονιών του Ισαάκ και του Σολομού, των S- 300 και μετέπειτα του χρηματιστηρίου. Η αγορά ήταν παγωμένη λόγω της πολιτικής αστάθειας και φυσικά μετά ακολούθησε η περίοδος του εύκολου κέρδους. Οι τιμές είχαν μείνει σταθερές σε αυτή την περίοδο. Κυμαίνονταν, για να αναφέρουμε δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα, 50 – 60.000 λίρες, τα σπίτια σε μισό οικόπεδο στον Αρχάγγελο.
Η περίοδος από το 2000 – 2008 με τα συσσωρευμένα λεφτά σε λίγα χέρια άρχισε με τις ηχηρές επενδύσεις χρημάτων που προήλθαν από τα κέρδη του χρηματιστηρίου στην κτηματαγορά. Πολύ μικρές ήταν οι άλλες διέξοδοι για άλλες επενδύσεις και συγκεκριμένα επενδύσεις σε καταθέσεις, μετοχές. Το χρηματιστήριο είχε πάρει την κατιούσα, τα επιτόκια ήταν πολύ χαμηλά τότε. Κατά συνέπεια η μόνη διέξοδος ήταν η στροφή προς τα ακίνητα.
Ένα άλλο πρόβλημα που παρουσιάστηκε αυτή την περίοδο ήταν ότι είχαν αρχίσει μεγάλες εισροές καταθέσεων στις τράπεζες από το εξωτερικό. Οι προοπτικές μιας Ευρωπαϊκής Οικονομίας πλέον φάνταζαν απεριόριστες. Τα επιπρόσθετα αποθέματα λεφτών στις τράπεζες τροφοδότησαν τα ακίνητα έναν τομέα με ήδη ψηλό ποσοστό επένδυσης. Πεποίθησή μας είναι ότι οι τράπεζες έπρεπε να κινήσουν τα λεφτά αλλά δάνειζαν με μια λογική που έμοιαζε με PONZI Scheme.
Και βρεθήκαμε μπροστά στο εξής φαινόμενο:
Όσο περισσότερα λεφτά δάνειζαν τόσο περισσότερο ανέβαιναν οι τιμές των ακινήτων. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στο Στρόβολο τα οικόπεδα είχαν εκτιναχθεί σε 250.000 έως και 300.000 λίρες κατά μέσο όρο ή 427.000 ευρώ έως και 500.000 ευρώ, δηλαδή μέσα σε περίοδο 8 χρόνων από την περίοδο στασιμότητας 1996 – 2000 μέχρι το τέλος του 2007 και μέσα του 2008 είχαν πενταπλασιαστεί. Κατά μέσο όρο ή αύξηση στις τιμές ακινήτων από το 2000 έως το 2008 είχε αυξηθεί στα 22.5% ετησίως. Όλοι κέρδιζαν και ήταν ευτυχισμένοι. Δεν υπολόγιζαν ότι η κατάσταση άλλαξε. Ήρθε όμως η κρίση και τα εκτίναξε όλα στον αέρα.
Πέντε χρόνια μετά, δυστυχώς μέτρα δεν πάρθηκαν νωρίτερα, από τις τράπεζες, την Κυβέρνηση και τον ίδιο τον ιδιωτικό τομέα. Παγωμένη η αγορά έχει δει δραματική μείωση πωλητήριων από 22.500 ετησίως το 2007 σε μόλις 2 – 3000 φέτος.
Εδώ θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι οι τιμές των ακινήτων καταρρέουν αδίκως, πέραν του λογικού, λόγω βασικά της έλλειψης ρευστότητας.
Πρώτη εισήγησή μας είναι να προωθηθεί με τέτοιο τρόπο οργανωμένα η όλη διαδικασία και να αρχίσουμε να κινούμαστε στις τιμές του 1995 με ετήσια λογική αύξηση 8%. Αυτό θα μας έδινε, για παράδειγμα μια λογική αύξηση 8%. Αυτό θα μας έδινε για παράδειγμα μια λογική τιμή 320.000 ευρώ για οικόπεδα στο Στρόβολο.
Δεύτερη εισήγηση είναι ότι οι τράπεζες ως το κύριο μέρος του προβλήματος, για να μην καταστρέψουν την πλειοψηφία της πελατειακής βάσης τους, να συνεργαστούν προς εξομάλυνση των καταστάσεων όπου είναι δυνατόν και υπάρχει θέληση.
Θα ήταν παράλειψη μου να μη χαιρετίσω τις εξαγγελθείσες θέσεις τις Κυβέρνησης για τα μέτρα ανάπτυξης της οικονομίας, αλλά θα ήθελα να δω συγκεκριμένα μέτρα και για τη στήριξη του τομέα των ακινήτων όπου βασικά μαζί με τις υπηρεσίες και τον τουρισμό ήταν και συνεχίζουν να είναι οι τρεις βασικοί πυλώνες της οικονομίας μας.
Τα πράγματα νομίζουμε ότι είναι τόσο απλά για τον τομέα των ακινήτων, φτάνει να υπάρχει θέληση για συνεργασία και λήψη των αναγκαίων μέτρων το ταχύτερο δυνατό.