Οι αρνητικές τιμές στη χονδρική αγορά ηλεκτρισμού της Ε.Ε. και τρόποι αντιμετώπισης

Η αγορά ηλεκτρισμού αποτελεί έναν από τους πιο κρίσιμους τομείς της παγκόσμιας οικονομίας, καθώς ο ηλεκτρισμός είναι απαραίτητος για τη λειτουργία των κοινωνιών και των οικονομιών.

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η διαδικασία απελευθέρωσης των αγορών ηλεκτρισμού έχει οδηγήσει σε μεγαλύτερη δυναμική και ανταγωνιστικότητα.

Ένα φαινόμενο που έχει εμφανιστεί είναι οι αρνητικές τιμές στις αγορές ηλεκτρισμού, δηλαδή η πώληση ηλεκτρικής ενέργειας με τιμή μικρότερη του μηδενός. Το φαινόμενο αυτό, αν και δεν είναι συχνό, έχει σημαντικές επιπτώσεις για τους παραγωγούς, τους προμηθευτές και τους καταναλωτές ηλεκτρισμού.

Οι αρνητικές τιμές στην αγορά ηλεκτρισμού εμφανίζονται όταν οι παραγωγοί είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για να διαθέσουν τον ηλεκτρισμό που παράγουν αντί να λάβουν πληρωμή.

Αυτό μπορεί να συμβεί σε ορισμένες περιπτώσεις όπου η προσφορά (παραγωγή ηλεκτρισμού) είναι υπερβολική σε σχέση με τη ζήτηση (κατανάλωση ηλεκτρισμού), και η διακοπή της παραγωγής θα ήταν πιο δαπανηρή από το να πωληθεί το πλεόνασμα ηλεκτρισμού με αρνητική τιμή.

Οι αρνητικές τιμές ηλεκτρισμού είναι αποτέλεσμα συνδυαστικής αλληλεπίδρασης πολλών παραγόντων που επηρεάζουν την προσφορά και τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας.

Μερικοί από τους βασικούς λόγους για την εμφάνιση αρνητικών τιμών περιλαμβάνουν:

(α) την υπερπαραγωγή ηλεκτρισμού, ιδιαίτερα από τις διακοπτόμενες πηγές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (υπερβολική παραγωγή λόγω ισχυρών ανέμων ή έντονης ηλιοφάνειας) που μπορεί να οδηγήσει σε πλεόνασμα που δεν μπορεί να καταναλωθεί σε πραγματικό χρόνο,

(β) την ανεπαρκή ευελιξία στην παραγωγή αφού ορισμένες συμβατικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής (π.χ., πυρηνικοί σταθμοί και ατμοστροβιλικές μονάδες), έχουν περιορισμένη ευελιξία όσον αφορά τη ρύθμιση της παραγωγής τους, δεν μπορούν να μειώσουν ή να διακόψουν την παραγωγή χωρίς σημαντικό κόστος, οδηγώντας σε συνεχή παραγωγή ηλεκτρισμού ακόμη και όταν η ζήτηση είναι χαμηλή,

(γ) την ανεπαρκή ευελιξία στην κατανάλωση αφού η ζήτηση ηλεκτρισμού δεν είναι εύκολα προσαρμόσιμη, για παράδειγμα, τα βιομηχανικά και οικιακά φορτία δεν μπορούν πάντα να αυξομειωθούν σε συνάρτηση με την προσφορά ενέργειας, οδηγώντας σε ανισορροπία στην αγορά και

(δ) την απουσία επαρκών ηλεκτρικών διασυνδέσεων με γειτονικές αγορές ηλεκτρισμού περιορίζοντας τη δυνατότητα εξαγωγής του πλεονάζοντος ηλεκτρισμού, με αποτέλεσμα η περίσσεια ενέργειας να οδηγεί σε αρνητικές τιμές εντός της συγκεκριμένης αγοράς.

Οι αρνητικές τιμές ηλεκτρισμού έχουν σοβαρές επιπτώσεις τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τους καταναλωτές.

Για τους παραγωγούς, ιδιαίτερα εκείνους που βασίζονται σε συμβατικές πηγές ενέργειας, οι αρνητικές τιμές σημαίνουν απώλεια εσόδων. Οι παραγωγοί που αναγκάζονται να πουλήσουν την ενέργειά τους σε αρνητικές τιμές πρέπει ουσιαστικά να πληρώνουν για την παραγωγή ηλεκτρισμού, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε οικονομικές δυσκολίες.

Για τους καταναλωτές, οι αρνητικές τιμές μπορεί να φαίνονται ευνοϊκές, καθώς υποδηλώνουν χαμηλότερο κόστος ενέργειας στη λιανική αγορά ηλεκτρισμού.

Ωστόσο, αν οι αρνητικές τιμές επιμένουν ή/και αυξηθούν, μπορεί να οδηγήσουν σε οικονομικές δυσχέρειες για ορισμένους παραγωγούς, γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει την επάρκεια παραγωγής και συνάμα την μακροχρόνια σταθερότητα της αγοράς ηλεκτρισμού.

Mε την τεράστια ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (αιολικής και ηλιακής) σε όλη την Ε.Ε. είναι πλέον γεγονός ότι υπάρχουν περιπτώσεις υπερπαραγωγής ηλεκτρισμού οδηγώντας σε αρνητικές τιμές χονδρικής υποδηλώνοντας ότι η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια δεν χρησιμοποιείται σωστά προς το παρόν, αντανακλώντας αστοχίες τόσο στις υποδομές όσο και στο θεσμικό πλαίσιο.

Σε πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας της Ε.Ε. (ACER), για την παρακολούθηση της λιανικής αγοράς ενέργειας της Ε.Ε., αναφέρεται ότι η αύξηση της παραγωγής ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές αναδιαμορφώνει τη λειτουργία των συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας και ότι το 2023 σημειώθηκε 12πλάσια αύξηση των περιπτώσεων των αρνητικών τιμών χονδρικής στην εσωτερική αγορά ηλεκτρισμού της Ε.Ε., ενώ το κόστος διαχείρισης του ολοένα και πιο κορεσμένου ηλεκτρικού δικτύου της Ε.Ε. ανήλθε σε 4 δισεκατομμύρια €.

Οι δείκτες αυτοί υπογραμμίζουν τον τρόπο με τον οποίο η ενοποίηση της αγοράς ηλεκτρισμού της Ε.Ε. και η πρόσβαση στην ευελιξία, από την πλευρά της ζήτησης, θα καταστούν ουσιαστικής σημασίας στο μέλλον και γίνεται αναφορά στην έκθεση του ACER για την αργή εφαρμογή των έξυπνων μετρητών ως εμπόδιο της αύξησης της ευελιξίας του ηλεκτρικού συστήματος σε ολόκληρη την Ε.Ε.

Η αντιμετώπιση των αρνητικών τιμών ηλεκτρισμού απαιτεί συντονισμένες πολιτικές και τεχνολογικές λύσεις που θα βελτιώσουν τη δυναμική της αγοράς και θα ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις της υπερπροσφοράς.

Μερικοί από τους κύριους τρόπους αντιμετώπισης περιλαμβάνουν:

(α) την εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας τα οποία θα μπορούν να αποθηκεύουν την υπερπαραγωγή ηλεκτρισμού και να την εγχύουν κατά τη διάρκεια ψηλής ζήτησης, έτσι η αποθήκευση θα μπορούσε να μετριάσει το πρόβλημα της υπερπροσφοράς και να αποτρέψει τις αρνητικές τιμές,

(β) τις επενδύσεις σε ευέλικτες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που να μπορούν να αυξομειώνουν την παραγωγή τους με γοργό ρυθμό, τέτοιες μονάδες θα μπορούσαν να προσαρμόζονται στη ζήτηση της αγοράς ηλεκτρισμού, αποφεύγοντας την υπερπροσφορά,

(γ) την δυνατότητα των καταναλωτών να προσαρμόζουν τη ζήτηση ενέργειας σε πραγματικό χρόνο ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς, μέσω έξυπνων μετρητών και δυναμικών τιμολογίων, έτσι ώστε οι καταναλωτές μπορούν να μειώνουν τη ζήτηση κατά τις ώρες υψηλής προσφοράς, εξισορροπώντας την αγορά και

(δ) την ενίσχυση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων με γειτονικές αγορές ηλεκτρισμού για την διοχέτευση της υπερπαραγωγής ενέργειας σε άλλες περιοχές, αποτρέποντας την εμφάνιση αρνητικών τιμών.

Εν κατακλείδι, οι αρνητικές τιμές στις αγορές ηλεκτρισμού αποτελούν ένα πολυδιάστατο φαινόμενο που προκύπτει από την υπερπροσφορά ενέργειας σε συνδυασμό με την ανεπαρκή ζήτηση και τις περιορισμένες δυνατότητες αποθήκευσης και ηλεκτρικών διασυνδέσεων.

Παρόλο που το φαινόμενο αυτό μπορεί να φαντάζει θετικό για τους καταναλωτές, μακροπρόθεσμα ενδέχεται να δημιουργήσει αστάθεια στην αγορά και να επηρεάσει τη βιωσιμότητα των παραγωγών.

Οι λύσεις για την αντιμετώπιση των αρνητικών τιμών πρέπει να περιλαμβάνουν τεχνολογικές και θεσμικές αλλαγές, όπως η ενίσχυση των δυνατοτήτων αποθήκευσης και ηλεκτρικών διασυνδέσεων και η ευελιξία τόσο στην παραγωγή όσο και στη ζήτηση, ώστε να εξασφαλιστεί η ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρισμού της Ε.Ε.

*Πρόεδρος Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου

Δειτε Επισης

Πρόκληση, αλλά και ευκαιρία για την Κύπρο ο ελάχιστος φόρος 15% για τις πολυεθνικές
Πώς η ψηφιακή τραπεζική μεταμορφώνει τον χρηματοοικονομικό τομέα της Κύπρου
Οι βασικές διαφορές μεταξύ των δεικτών αναφοράς τιμών φυσικού αερίου Henry Hub και TTF
Οι «πειρατές» του χαλλουμιού-Πώς η επιτυχία του αύξησε τον ανταγωνισμό στο εξωτερικό
Η γυναικεία μοναξιά στα Διοικητικά Συμβούλια
Ο Κανονισμός ψηφιακής επιχειρησιακής ανθεκτικότητας-Μια νέα εποχή για την οικονομική ασφάλεια
Σημαντικά τα οφέλη για την Κύπρο από τις επενδύσεις στην αεροπορική βιομηχανία
Να επενδύσω ή όχι σε podcast ads; Οι αριθμοί κάνουν θόρυβο…
Οι μειώσεις στα επιτόκια, ο μηχανισμός νομισματικής μετάδοσης και οι επιπτώσεις στην κυπριακή οικονομία
Προκλήσεις και ευκαιρίες στον τομέα ακινήτων: Ανάγκη για βιώσιμες λύσεις και συνεργασία