Οίνος ευφραίνει οικονομία

£122.000 αναγράφει η τιμή του ακριβότερου κρασιού στον κόσμο, ενός κόκκινου Chateau Margaux 12 λίτρων, ενώ το μεγαλύτερο οινοποιείο στην Αυστραλία εξαγοράστηκε πρόσφατα έναντι $2.9 δις.  Η κυπριακή οινοποιία - με 12 εκ λίτρα ετήσια παραγωγή - δεν έχει τόσο μεγάλες προσδοκίες, ωστόσο, με μια παράδοση 5.500 ετών στην παραγωγή κρασιού και συνάμα σύγχρονη τεχνογνωσία έχει πολύ μεγαλύτερες προοπτικές από ό,τι πολλοί πιστεύουν.

Για πολλά χρόνια η κυπριακή οινοπαραγωγή ήταν προσανατολισμένη  στο χύμα κρασί. Η παραγωγή ήταν μεγάλη, η μεγαλύτερη κατά κεφαλήν από οποιαδήποτε άλλη χώρα, οι επιδοτήσεις υψηλές και η ζήτηση για χύμα κρασί από το εξωτερικό αυξημένη. Ο παράγοντας «υψηλή ποιότητα» δεν ήταν προτεραιότητα. Από το 2004 και έπειτα, όμως, οι επιδοτήσεις σταμάτησαν, οι αμπελουργικές εκτάσεις περιορίστηκαν και η ετήσια παραγωγή από 213 εκ κιλά το 1989 υποχώρησε γύρω στα 15 εκ κιλά. Οι τιμές αυξήθηκαν και οι τεράστιες αγορές του χύμα στο εξωτερικό, σε Άπω Ανατολή και Βορειοανατολική Ευρώπη, χάθηκαν. Στο παιχνίδι μπήκαν χώρες όπως η Χιλή και η Νότιος Αφρική με πολύ χαμηλότερες τιμές.

 

 

Η εικόνα του κυπριακού κρασιού μέχρι τότε δεν ήταν η καλύτερη. Με εξαίρεση την κουμανδαρία, που ανέκαθεν έχαιρε μεγάλης εκτίμησης, το κυπριακό κρασί είχε μια αρκετά αρνητική εικόνα, ειδικά στις αγορές του εξωτερικού.

Από την κακή στην καλή εικόνα
Μπορεί τα καλά νέα να μην ταξιδεύουν τόσο γρήγορα όσο τα κακά, όμως με τη βελτίωση της ποιότητας και της παρουσίασης των κυπριακών κρασιών η κακή εικόνα άρχισε με αργά και σταθερά βήματα να αλλάζει. «Τα τελευταία χρόνια το κυπριακό κρασί αναβαθμίστηκε με τεράστια άλματα ποιότητας. Η εργοδότηση επαγγελματιών αλλά και εκπαιδευμένων οινολόγων και γεωπόνων στο χώρο έφερε καινοτομίες και εγγυημένα αποτελέσματα στο κεφάλαιο ποιότητα. Τα οινοποιεία στοχεύουν περισσότερο στην εγχώρια αγορά, δίνοντας μάχη για να καθιερωθούν ψηλά στη συνείδηση του καταναλωτή και να διεκδικήσουν υψηλότερες τιμές», αναφέρει ο sales & marketing manager του οινοποιείου Kamanterena - Sodap, Μαρίνος Περικλέους.
Όπως επίσης επισημαίνει ο Αντώνης Χατζηπαύλου, πρόεδρος και εκτελεστικός διευθυντής της ΕΤΚΟ και πρόεδρος του Συνδέσμου Οινοποιείων Κύπρου, σήμερα η κυπριακή οινοποιία διαθέτει σύγχρονη τεχνολογία, ψηλή τεχνογνωσία, αλλά και μακρόχρονη πείρα και παράδοση. «Η ποιότητα έχει αναβαθμιστεί σημαντικά και σήμερα προσφέρονται στον καταναλωτή κρασιά τα οποία μπορούν να ανταγωνίζονται με αξιώσεις στο εξωτερικό», τονίζει.
«Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν δειλά με την αλλαγή της στάσης των Hough Johnson και Jancis Robinson, δύο διακεκριμένων Άγγλων οινογράφων, έναντι του κυπριακού κρασιού. Δεν καταφέραμε, όμως, να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον του μεγαλύτερου γκουρού της παγκόσμιας οινικής δημοσιογραφίας, Robert Parker, ή του περιοδικού Decanter, ώστε να ασχοληθούν με το κυπριακό κρασί. Οι οινογράφοι αυτοί είναι σημαντικοί για να τοποθετήσουν την οινική Κύπρο στον παγκόσμιο χάρτη», σημειώνει ο οινοποιός Κώστας Τσιάκκας, επισημαίνοντας ότι χρειάζεται χρόνος.
Όπως τόνισε, τα τρία τελευταία χρόνια υπάρχουν εγκωμιαστικά σχόλια σε διεθνή έντυπα και εκδόσεις για το κυπριακό κρασί. Σε βιβλία, όπως το Τhe Wine Opus, γίνεται αναφορά σε πέντε κυπριακά οινοποιεία  - Βλασίδης, ΕΤΚΟ, Έζουσα, Ζαμπάρτας και Τσιάκκας - ενώ στο βιβλίο «1000 Great wines that won’t cost you a fortune from the worlds best wineries» αναφέρονται για πρώτη φορά οι Τσιάκκας και Ζαμπάρτας.  
«Έχουμε συμμετοχές και διακρίσεις σε μεγάλους παγκόσμιους διαγωνισμούς κρασιών, όπως το Decanter World Wine Competition και το International Wines and Spirits Competition (IWSC)», προσθέτει ο κ. Περικλέους.

«Το όνομα της Κύπρου ως οινοπαραγωγού χώρας σίγουρα δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα με βάση την ιστορία της. Σήμερα άρχισε να βρίσκει το δρόμο της, καθώς το κυπριακό κρασί δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα κρασιά του εξωτερικού», αναφέρει ο Ανδρέας Κυριακίδης, ιδιοκτήτης και διευθυντής του οινοποιείου Βουνί Παναγιάς, ενώ ο Μηνάς Μηνά, επικεφαλής επιχρίσεων οίνου του Οινοποιείου Κυπερούντας, εξηγεί ότι με τον όρο ποιότητα στο κρασί εννοούμε τη σχέση μεταξύ του επιπέδου του και της τιμής. «Υπάρχουν ποιοτικά κρασιά σε όλο το τιμολογιακό φάσμα της αγοράς από τα €5 μέχρι και τα €100. Σήμερα, όλα τα κύρια οινοποιεία έχουν να επιδείξουν πολύ καλά κρασιά, ενώ ο καταναλωτής βρίσκει κρασιά σε πολλές κατηγορίες τόσο σε ποικιλία όσο και σε ποιότητα», προσθέτει.

Σύμφωνα με τον marketing manager της ΚΕΟ, Γιώργο Ευρυπιώτη, η αξιοποίηση γηγενών κυπριακών ποικιλιών έδωσε πλέον το όνομα του σταφυλιού στο κρασί. «Έτσι, ο καταναλωτής αναγνωρίζει και ζητά το Ξυνιστέρι και το Μαραθεύτικο. Επιπρόσθετα, ξένες ποικιλίες που έχουν προσαρμοστεί στο κυπριακό οικοσύστημα, όπως το Shiraz, ενώνονται αρμονικά με άλλες και συνεισφέρουν στην γκάμα του κυπριακού κρασιού, όπως το Κτήμα ΚΕΟ Shiraz-Merlot», τονίζει, προσθέτοντας ότι η ένταξη στην ΕΕ βοήθησε με την κατηγοριοποίηση των κρασιών σε τοπικούς και ποικιλιακούς οίνους και το κυπριακό κρασί ορίζεται από την προέλευση, την ποικιλία και τη σοδειά του σταφυλιού.

Νέοι και καταρτισμένοι
Στην ουσιαστική βελτίωση και αναβάθμιση της ποιότητας του κυπριακού κρασιού τα τελευταία χρόνια συνέτειναν οι αυξημένες εισαγωγές κρασιών, αλλά και η είσοδος νέων οινοποιείων. «Οι νέοι παραγωγοί είναι πιο ανοικτόμυαλοι και συγκαταβατικοί και εφαρμόζουν τις εισηγήσεις των οινολόγων στο αμπέλι. Το αποτέλεσμα είναι να παράγονται ποιοτικότερα σταφύλια άρα και καλύτερα κρασιά», εξηγεί ο Μάρκος Ζαμπάρτας, οινολόγος του Οινοποιείου Ζαμπάρτας.
Όπως επισημαίνει και ο κ. Κυριακίδης, οι νέοι οινοπαραγωγοί συνεισέφεραν τεχνογνωσία και επιστημονική κατάρτιση, καθώς παρατηρείται εφαρμογή της επιστημονικής γνώσης και μεθοδικότητας. Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Τσιάκκα, θα συμβάλει τα μέγιστα στην εξάλειψη των στρεβλώσεων στον αμπελοοινικό τομέα.

Εθνικό πλάνο αναβάθμισης
Τα κενά, ωστόσο, παραμένουν πολλά στον τομέα της οινοποιίας, καθώς απαιτούνται κίνητρα, κυρίως προς τη νέα γενιά, για να ασχοληθεί ουσιαστικά με τον κυπριακό αμπελώνα, η αναδιάρθρωση του οποίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για να αναπτυχθεί ο κλάδος, σύμφωνα με τον κ. Χατζηπαύλου.
Κοινή παραδοχή όλων των οινοπαραγωγών είναι η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για προγραμματισμό και οργάνωση αμπελουργικής πολιτικής. «Χρειάζεται ένα εθνικό πλάνο προώθησης από ειδικούς του χώρου με στόχο την αναγνώριση της ποιοτικής αναβάθμισης του κυπριακού οίνου», σημειώνει ο κ. Περικλέους. Όπως, επίσης, λέει ο κ. Κυριακίδης, οι γηγενείς ποικιλίες μπορούν να αναδειχθούν και οι νέοι αμπελουργοί - οινοποιοί να στηριχθούν με στόχο τη διαφοροποίηση από τα κρασιά που παράγονται από τις διεθνείς ποικιλίες.

«Πρέπει να υπάρξει μια εθνική πολιτική που να υποστηρίζεται από όλους τους φορείς γι’ αυτό το θέμα. Τα οινοποιεία από μόνα τους δεν μπορούν να υποστηρίξουν μια δική τους εκστρατεία, λόγω των μικρών ποσοτήτων που παράγουν», εξηγεί ο κ. Μηνά. Όπως διευκρινίζει, ο κλάδος χρειάζεται στήριξη στον τομέα των αμπελιών. «Ενώ στον τομέα της οινολογίας έγιναν άλματα, απαιτείται στήριξη στην αναδιάρθρωση του αμπελώνα. Όχι μόνο οικονομική βοήθεια, αλλά και μεταφορά τεχνογνωσίας από το εξωτερικό», υπογραμμίζει.

«Πρέπει να πείσουμε ότι αλλάξαμε, ότι επενδύσαμε στο αμπέλι και το οινοποιείο και τώρα δημιουργούμε οίνους - διαμάντια, μικρές και ποιοτικές παραγωγές. Να δείξουμε ότι σεβόμαστε τον καταναλωτή και παράγουμε αυτό που πραγματικά θέλει κι όχι αυτό που θέλουμε εμείς», προσθέτει ο Θουκής Γεωργίου, λειτουργός γεωργίας Α΄, του κλάδου αμπελουργίας/οινολογίας του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.

Οίνος… ηρώων παραγωγών
«Ηρωική» χαρακτηρίζει την αμπελουργία την Κύπρο ο κ.  Γεωργίου. «Το μεγαλύτερο μέρος της έκτασής της καλύπτει ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Αξιοποιεί εδάφη επικλινή, επιφανειακά, φτωχά από οργανική ουσία και με περιορισμένες δυνατότητες για ανάπτυξη και παραγωγή αμπελιού. Το εδαφικό μειονέκτημα οξύνεται ακόμα περισσότερο από το ξηροθερμικό κλίμα», εξηγεί. Στα πιο πάνω προστίθενται και χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα του κλάδου, όπως η δυσκολία πρόσβασης στις αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις, το περιορισμένο μέγεθος και ο πολυτεμαχισμός του αμπελουργικού κλήρου, ο μικρός βαθμός εκμηχάνισης, η έλλειψη ποσότητας και παιδείας γύρω από το κρασί, καθώς και το υψηλό κόστος διαχείρισης των εκμεταλλεύσεων έναντι των λειτουργικών εισροών.
Το βασικότερο, σύμφωνα με τον κ. Κυριακίδη, είναι η έλλειψη οράματος μακροχρόνιας πολιτικής. «Υπάρχει ξενομανία και τάση για γρήγορο κέρδος με τη χρήση διεθνών ποικιλιών», προσθέτει, ενώ ο κ. Τσιάκκας αναφέρει ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται κοντόφθαλμα τόσο από τους αμπελουργούς - οινοποιούς όσο και από τους κυβερνώντες. «Χρειάζεται προγραμματισμός για να έρθουν κονδύλια από την Ευρώπη και να κερδηθεί η εμπιστοσύνη του καταναλωτή», σημειώνει.

Σύμφωνα με τον κ. Ζαμπάρτα, ο αριθμός των οινοποιείων που συνεργάζονται σε επίπεδο προώθησης εντός και εκτός της Κύπρου είναι απογοητευτικός. «Χρειάζεται πολλή προσπάθεια για να εξευρεθεί ένα κοινό όραμα και χάνεται πολλή ενέργεια σε αντιπαραγωγικές συζητήσεις. Επίσης, η αγορά γης για εγκατάσταση αμπελώνων είναι πολύ ακριβή σε σχέση με άλλες οινοπαραγωγικές χώρες», υπογραμμίζει.
Όπως εξηγεί ο κ. Χατζηπαύλου, ο ανταγωνισμός είναι ιδιαίτερα σκληρός εξαιτίας των χαμηλών τιμών στα εισαγόμενα κρασιά, ενώ πρόβλημα αποτελεί και η έλλειψη ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος και διαφοροποίησης εξαιτίας της διάρθρωσης του κυπριακού αμπελώνα.

Από την πλευρά του ο κ. Ευρυπιώτης αναφέρει ότι υπάρχει παντελής έλλειψη επιστημονικής μελέτης όσον αφορά στα χαρακτηριστικά των διαφόρων ποικιλιών σταφυλιού, σε σχέση με το κυπριακό οικοσύστημα (terroir): «Δεν υπάρχουν στοιχεία που να καθοδηγούν τον αμπελουργό - οινοποιό σε ποιες περιοχές, για παράδειγμα, είναι καλύτερα να φυτεύεται το Ξυνιστέρι για να αποδώσει ποιοτικά η ποικιλία ή σε ποιο υψόμετρο ευδοκιμεί καλύτερα η κάθε ποικιλία. Το κράτος θα πρέπει να εξοπλιστεί με όραμα και να έρθει αρωγός σε ένα μακροχρόνιο σχεδιασμό και εις βάθος έρευνα για την αναδιάρθρωση του κυπριακού αμπελώνα και τη βελτίωση του οινοποιητικού κλάδου γενικότερα».

Σήμερα το κρασί είναι «μόδα»
Χτίζοντας την εικόνα του, το κυπριακό κρασί στο παρόν στάδιο δεν φιλοδοξεί να κατακλύσει τις ξένες αγορές. Εξάλλου, δεν διαθέτει και τις απαραίτητες ποσότητες. Πρώτος στόχος είναι να κερδίσει την καρδιά του Κύπριου καταναλωτή, ο οποίος τα τελευταία χρόνια πραγματοποίησε στροφή 180ο απέναντι στο κρασί. Η ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση κρασιού φθάνει σήμερα τα 23, περίπου, λίτρα, νούμερο διπλάσιο από ό,τι πριν από 15 χρόνια.
Το κρασί καταναλώνεται, πλέον, σε όλους τους χώρους εστίασης, ενώ έχει αυξηθεί και η κατανάλωση κατ’ οίκον, καθώς πολλοί επιλέγουν να τρώνε στο σπίτι. Ακόμα, ο μέσος όρος ηλικίας του καταναλωτή έχει μειωθεί σημαντικά, καθώς το κρασί έγινε πλέον μόδα. Ο Κύπριος πίνει κρασί με το φαγητό του γιατί του αρέσει, του κάνει καλό στην υγεία και του προσδίδει ένα πιο… κουλτουριάρικο προφίλ.
«O Κύπριος καταναλωτής γνωρίζει, πλέον, τις ποικίλες σταφυλιού, τους διάφορους τύπους κρασιού και ζητά το κρασί με το όνομά του, ακόμα και με συγκεκριμένη εσοδεία. Το έχει εντάξει, αν όχι ακόμα στην καθημερινότητά του, σε όλες τις εξόδους του και όχι απαραίτητα μόνο με το φαγητό, αφού ο τρόπος διασκέδασης έχει μετακινηθεί σε σπίτια και wine bars,», εξηγεί ο κ. Ευρυπιώτης.

«Ο καταναλωτής έχει γίνει πιο απαιτητικός και ζητά κρασιά τα οποία προσφέρουν value for money. Τα υπερτιμημένα κρασιά δύσκολα έχουν πέραση πλέον. Παράλληλα, είναι πιο ενημερωμένος. Παρακολουθεί σεμινάρια, διαβάζει άρθρα για το κρασί και επισκέπτεται οινοποιεία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πλειονότητα των Κυπρίων επισκεπτών στα οινοποιεία είναι νεαροί», επισημαίνει ο κ. Ζαμπάρτας. Όπως τονίζει ο κ. Τσιάκκας, είναι σημαντική η αναγνώριση των κυπριακών ποικιλιών, καθώς ο καταναλωτής είναι περήφανος, πλέον, όταν δοκιμάζει Βαμβακάδα, Γιαννούδι και Ξυνιστέρι.

Ταυτόχρονα, όμως, ο κ. Χατζηπαύλου υπενθυμίζει ότι λόγω κρίσης αρκετοί καταφεύγουν σε πιο φθηνές λύσεις, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την ποιότητα. Έτσι, βλέπουμε εισαγόμενα κρασιά χαμηλής ποιότητας και τιμής να καταλαμβάνουν αυξητικά μερίδιο της αγοράς.

Εξαγωγές
Σήμερα εξάγονται περιορισμένες ποσότητες εμφιαλωμένων κυπριακών κρασιών σε Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Αυστρία, Γαλλία, Ελλάδα, Σουηδία, Φινλανδία, Αυστραλία, Ρωσία, Καναδά, Η. Π. Α και Κίνα.

Δειτε Επισης

Εννέα μνηστήρες για την ανάπτυξη και λειτουργία του e-kalathi-Οι προσφοροδότες και τα ποσά που δήλωσαν
Τα προβλήματα στην εμπορία και προώθηση των κυπριακών κρασιών στην ντόπια και ξένη αγορά
Skybags: Ποιοτική μόδα που στοιχίζει λιγότερα
Κατά παρέκκλιση και στο Υπουργικό τα δύο νέα malls στη Λεμεσό-Το κυκλοφοριακό χάος και οι νέοι κυκλικοί κόμβοι
Τα Beauty Line τιμούν την Ημέρα Γης με την εκστρατεία «Φτιάχνουμε μαζί έναν κόσμο ομορφότερο»
Μ. Παναγίδης: Επιβεβλημένη η τροποποίηση του κανονισμού της Ε.Ε. για την προστασία των καταναλωτών
Υπηρεσία Καταναλωτή: Στο 11,7% η διαφορά ακριβότερου από φθηνότερο καλάθι προϊόντων
Μια συλλογή από premium mixers εισέρχεται δυναμικά στην κυπριακή αγορά
Ενέργεια χωρίς ζάχαρη με τα νέα προϊόντα Monster Energy Ζero Sugar
Ανεξαρτησίας: Ο μονόδρομος, ο δύσκολος στόχος για πεζόδρομο και ο ανταγωνισμός από τα malls