Ανασταλτικός παράγοντας για ξένους επενδυτές και εργαζόμενους η έλλειψη ιδιωτικών σχολείων στην Κύπρο
InBusinessNews 13:39 - 06 Ιουνίου 2024

Η έλλειψη θέσεων σε ιδιωτικά αγγλόφωνα σχολεία η οποία εμποδίζει την ικανότητα της Κύπρου να προσελκύσει περαιτέρω ξένες επιχειρήσεις και ταλέντα τεχνολογίας στη χώρα ήταν στο προσκήνιο συζήτησης σε πάνελ κατά τη διάρκεια του TechIsland Summit που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα στη Λεμεσό.
Στο πάνελ με τίτλο «Σπάζοντας τα εμπόδια: Αντιμετώπιση σχολικών ελλείψεων για τόνωση της οικονομίας και του τεχνολογικού τομέα στην Κύπρο», συμμετείχαν η υπουργός Παιδείας Αθηνά Μιχαηλίδου, ο συνιδρυτής, διευθύνων σύμβουλος της Exness και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του TechIsland Petr Valov, ο διευθυντής του ιδιωτικού σχολείου Pascal Αλέξης Ανδρέου και ο συνιδρυτής του ιδιωτικού σχολείου Lighthouse Κώστας Κωνσταντινίδης, ενώ συντονίστρια ήταν η γενική διευθύντρια του TechIsland Tanya Romanyukha.
Διερευνώντας τις επιπτώσεις αυτού του εκπαιδευτικού κενού στις οικονομικές και τεχνολογικές φιλοδοξίες της Κύπρου, το πάνελ διερεύνησε πιθανές μεταρρυθμίσεις και στρατηγικές δράσεις για την επέκταση της εκπαιδευτικής ικανότητας, τη μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων καθώς και τους τρόπους ενίσχυσης της ελκυστικότητας της Κύπρου ως παγκόσμιου τεχνολογικού κόμβου.
Ξεκινώντας τη συζήτηση, η Tanya Romanyukha ανέφερε ότι η υψηλή ποιότητα του τομέα της ιδιωτικής εκπαίδευσης στην Κύπρο αποτέλεσε ένα από τους λόγους για τους οποίους επέλεξε να μετακομίσει στο νησί. Ανέφερε επίσης, ότι η ξαφνική αύξηση της ζήτησης για αγγλόφωνα σχολεία δημιούργησε μια συμφόρηση και ένα «φαινόμενο ντόμινο», το οποίο πλέον μπλοκάρει τον τεχνολογικό τομέα από την περαιτέρω επέκτασή του.
Η υπουργός Παιδείας Αθηνά Μιχαηλίδου υπέδειξε ότι η εκπαίδευση, και όχι μόνο η τριτοβάθμια εκπαίδευση, αποτελεί σημαντικό μέρος των προσπαθειών της κυβέρνησης για τη διευκόλυνση των επενδυτών.
«Θέλουμε η Κύπρος να γίνει εκπαιδευτικός κόμβος και είμαστε εδώ για να βοηθήσουμε», είπε, προσθέτοντας ότι το κράτος ήδη προχωρά σε αυτό το θέμα και θέτει την εκπαίδευση ως προτεραιότητα, αναγνωρίζοντας ότι αυτό αποτελεί βασικό παράγοντα για την έλευση εξειδικευμένων εργαζομένων στην Κύπρο», σημείωσε.
Παράλληλα πρόσθεσε ότι στην Κύπρο έχει αλλάξει η νομοθεσία ώστε τα παιδιά να μην χάνουν τη σχολική τους εκπαίδευση και πλέον μπορούν να συνεχίσουν τη σχολική χρονιά στην Κύπρο από εκεί που την άφησαν στο εξωτερικό.
Στην παρέμβασή του, ο Petr Valov είπε ότι, ως μέλος της τεχνολογικής βιομηχανίας, τα μέλη του τομέα προτιμούν γενικά μια εκπαίδευση στην αγγλική γλώσσα, επειδή θέλουν τα παιδιά τους να ακολουθούν ένα πρόγραμμα σπουδών που θα τους επιτρέψει να μετακινηθούν απρόσκοπτα σε άλλη χώρα αργότερα, αν χρειαστεί
«Ορισμένοι πηγαίνουν τελικά στα κρατικά σχολεία (ελληνόφωνα), αλλά οι περισσότεροι προτιμούν τα ιδιωτικά σχολεία λόγω της αγγλικής γλώσσας», πρόσθεσε.
Μιλώντας από τη σκοπιά των επενδύσεων, ο κ. Valov σημείωσε ότι η επένδυση σε σχολεία ήταν μια μακρά διαδικασία, η οποία ξεκινούσε με την εξεύρεση της κατάλληλης γης για να οικοδομήσει. Σημείωσε επίσης ότι η επένδυση σε σχολεία έχει επίσης χαμηλότερη απόδοση από ό,τι η επένδυση σε γραφεία ή διαμερίσματα. Έτσι, ο ίδιος προτείνει, όπως η επένδυση σε σχολεία γίνει πιο ενδιαφέρουσα από φορολογική άποψη, με κίνητρα και επιδόματα σε σχέση με τη γη.
«Αλλά χρειαζόμαστε σχολεία, ήδη δεν υπάρχουν θέσεις στην Πάφο και τη Λεμεσό και σχεδόν καθόλου θέσεις στη Λάρνακα και τη Λευκωσία», προειδοποίησε, προσθέτοντας ότι αυτό επηρεάζει νέες και υφιστάμενες επιχειρήσεις.
«Είχαμε προβλήματα, ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο, όταν κάποιοι άνθρωποι ήρθαν και έφυγαν επειδή δεν υπάρχουν σχολεία» τόνισε ο κ. Valov.
Στην παρέμβασή του, ο Διευθυντής του Ιδιωτικού Σχολείου Pascal Αλέξης Ανδρέου αναγνώρισε ότι όντως υπάρχει πρόβλημα με τη διαθεσιμότητα χώρων στα σχολεία της Λεμεσού, της Λάρνακας και της Πάφου και ότι το φαινόμενο αυτό έχει αρχίσει να παρατηρείται και στη Λευκωσία και στην ελεύθερη επαρχία Αμμοχώστου.
Σύμφωνα με τον κ. Ανδρέου, οι δυσκολίες επέκτασης σχετίζονται κυρίως με τις οικοδομικές άδειες και την αδειοδότηση των σχολικών εγκαταστάσεων και όχι με την άδεια λειτουργίας ενός σχολείου από το Υπουργείο Παιδείας.
Ένα άλλο πρόβλημα, σύμφωνα με τον Ανδρέου, είναι τα θέματα προσωπικού. «Για ορισμένα μαθήματα, υπάρχει ήδη πρόβλημα», είπε και πρόσθεσε: «Πρέπει να συζητήσουμε τις άδειες εργασίας για άτομα από το Ηνωμένο Βασίλειο, καθηγητές που έχουν ως μητρική γλώσσα την αγγλική. Πρέπει να προσλάβουμε ανθρώπους με εμπειρία σε προγράμματα όπως τα A Levels».
Για τον κ. Κωνσταντινίδη, συνιδρυτή του Lighthouse Private School, ένα σημαντικό ερώτημα είναι τι μπορεί να γίνει και ταυτόχρονα να κρατά την ποιότητα υψηλά.
«Όταν πρόκειται να επεκτείνεις τα σχολεία χωρίς να υποβαθμίσεις την ποιότητα έχεις δύο επιλογές, η μία είναι να ακολουθήσεις την οδό των 1.000-2.000 μαθητών και η άλλη είναι να πας σε μικρό μέγεθος», πρότεινε.
Σημείωσε ότι η επένδυση σε ένα σχολείο για τουλάχιστον 1.000 μαθητές θα επιβάρυνε τους επενδυτές με τουλάχιστον 10 εκατομμύρια ευρώ, καθιστώντας το ένα εγχείρημα υψηλού κινδύνου με χαμηλές αποδόσεις και τόσο λίγα κίνητρα.
Βασιζόμενος στη δική του εμπειρία, ο κ. Κωνσταντινίδης είπε ότι τα σχολεία θα πρέπει ιδανικά να είναι «ένα σπίτι μακριά από το σπίτι» και πρότεινε μια άλλη επιλογή που θα μπορούσε να είναι καλύτερη, βλέποντας την κατασκευή μεγαλύτερου αριθμού μικρών, κοινοτικών σχολείων στο μοντέλο της βάσης.
«Αυτά θα μπορούσαν να είναι 20 ή 25 σχολεία σε όλη την πόλη (αντί για ένα μεγάλο σχολείο), χτισμένα κοντά σε επιχειρήσεις, κοντά σε πολυκατοικίες», ανέφερε.
Πρότεινε επίσης την αλλαγή του ΦΠΑ και των φόρων για τα σχολεία, σύμφωνα με τον πιο προσιτό ΦΠΑ για άλλους τύπους επιχειρήσεων.
Ο κ. Valov υπογράμμισε ότι ενώ η βιομηχανία τεχνολογίας δεν μπορεί να λύσει μόνη της το εκπαιδευτικό κενό, μπορεί να συνεργαστεί με τα σχολεία σε προγράμματα STEM και να εμπνεύσει τους μαθητές στον τομέα της πληροφορικής.
Στο σημείο αυτό, η Υπουργός Παιδείας σημείωσε ότι υπάρχει ένας οδικός χάρτης για τη στενή συνεργασία της κυβέρνησης με τους επενδυτές, προς την κατεύθυνση της διευκόλυνσης των θεμάτων εκπαίδευσης.
Η υπουργός επεσήμανε επίσης ότι το υπουργείο Παιδείας δεν παρεμβαίνει στο πρόγραμμα σπουδών των ιδιωτικών σχολείων, αλλά λαμβάνει μέτρα για τη διασφάλιση της ποιότητας.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης στο πάνελ, οι εμπειρογνώμονες συζήτησαν επίσης τον αντίκτυπο της τεχνητής νοημοσύνης στην εκπαίδευση και τη σημασία της προετοιμασίας των μαθητών για ένα μέλλον γεμάτο τεχνητή νοημοσύνη.